Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Στρατιώται και ο Ανατολίτης. ΑΝΑΤ. Έι τζάνουμ. μη σκουντάςκόσμος γλέπει, ντρέπομαιαγάλια αγάλιαιστέ εγώ παγαίνωμη φοβάστε, ντε φεύγωμπαξίσι σου εγώ ντίνο ένα τάλλαρο τζίλικο .

Και τι σ' ερωτά; είπεν ο Σκούντας μετ' αυξομένης περιεργείας. Και καταλιπών την θέσιν του, διευθύνθη προς το μέρος του Μάχτου. — Μ' ερωτά αν ξεύρης γράμματα. — Ξεύρω, είπε μετά προθυμίας ο Σκούντας. — Φίλε μου, είπε συσταλείς ο Μάχτος, ερωτούσα εδώ τον ταβερνάρη αν ειμπορή να μου κάμη ένα γράμμα.... — Εγώ ειμπορώ, είπεν ο Σκούντας. — Τότε....

Και τω έδωκε την κλείδα. Ο Σκούντας την έλαβε και την έκρυψεν εις την ζώνην του. Και ιδού πώς ο Τρανταχτής ενόμισεν ότι &κατάφερε& τον Σκούνταν να τω κάμη την χάριν ταύτην, ενώ ούτος επίστευε πάλιν εν συνειδήσει, ότι αυτός ήτο ο πείσας τον Τρανταχτήν να τον πέμψη εις την αποστολήν ταύτην, και να τω είπη και &ευχαριστώ&. Μαθήματα συλλαβισμού.

Η Αϊμά κρυόνουσα, εκάθισε παρά τον τοίχον, και συνεστάλη, ο δε Σκούντας προσεπάθει νανοίξη την θύραν.

Δεν πιστεύω να το ειξεύρη, απήντησεν ο Σκούντας. Αλλά δείξατε μοι, παρακαλώ, το δωμάτιόν της. — Αυτή είνε κλεισμένη μέσα, είπεν η Βεάτη. Τι την θέλεις; Πώς την ζητείς; — Είνε κλεισμένη; επανέλαβεν ο Σκούντας. Και δεν εξέρχεται ποτέ; — Εγώ δεν την έχω ιδεί ακόμα, είπεν η Βεάτη. — Δεν την έχεις ιδεί; Λοιπόν είνε φυλακωμένη; — Την είδα από την κλειδότρυπα μόνον, είπε μηχανικώς η Βεάτη.

Αλλά προς τι ταύτα; Ο Τρανταχτής και ο Σκούντας, μηδέν τούτων έχοντες εν νω, εκάθισαν παρά την τράπεζαν του μπάρμπα Κατούνα, και ήρχισαν να πίνωσι και να συνομιλώσιν. Ανεκοίνωσαν δε προς αλλήλους πολλά διαφέροντα άλλως πράγματα, αλλ' ημείς θα παραλείπωμέν τινα χάριν των αναγνωστών, και θα έλθωμεν εις το τέλος της συνδιαλέξεώς των.

Σαν δύσκολα βλέπω τα πράγματα, αλλά ο Θεός βοηθός. Δεν είχε τελειώσει ακόμη ο Σκούντας τον λόγον και παράδοξος κρότος ηκούσθη έξωθεν. Βήματα δρομαία αντήχησαν, πνοή δε και κραυγή διακεκομμένη έπληξε τα ώτα των δύο συμποτών. — Τι τρέχει; είπεν ο Σκούντας.

Κατόπιν της επιστολής τη έστειλεν ο Μάχτος και άλλον φίλον. Προ δύο ωρών ο Σκούντας και η Βεάτη είχον αναβή τας τέσσαρας κλίμακας τας αγούσας εις το υπερώον, και συνωμίλησαν μετά της Αϊμάς διά του μέσου του γνωστού εις την Βεάτην. Ο Σκούντας μετεβίβασεν εις την Αϊμάν τους χαιρετισμούς του Μάχτου! Η Αϊμά τον ηρώτησεν, αν θα έλθη ο Μάχτος ταχέως καθώς τη είχεν υποσχεθή διά της επιστολής.

Και ηδύνατο μεν ο Σκούντας είτε κατά συγκυρίαν είτε εξ ερεύνης να μάθη πού ευρίσκετο η Αϊμά, όπως το είχε μάθει και ο Μάχτος. Αλλ' η τύχη, η ειρωνεία αύτη του Θεού, η καταγελώσα ασπλάγχνως πάσαν ελπίδα και ματαιούσα πάντα αγώνα, η τύχη, ηθέλησεν ώστε ο Σκούντας να μάθη τούτο παρ' αυτού του Μάχτου.

Και αφού θα έχη πλοίον... — Λοιπόν; — Θα ειπή ότι τα χρήματα θα τα έχη εις το πλοίον μέσα. Ο Σκούντας εσκυθρώπασεν αύθις. — Είνε δύσκολον, είπε. — Το ειξεύρω. — Ειμπορούμεν ημείς να; — Τι να; — Να ληστεύσωμεν το πλοίον, είπεν ο Σκούντας. — Πιθανόν να μη λάβωμεν ανάγκην να το ληστεύσωμεν. — Αλλά τι; — Να το γδύσωμεν μόνον. — Δεν είνε το ίδιον; είπε μειδιάσας ο Σκούντας. — Κατά τας περιστάσεις.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν