Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Εις την θέαν εκείνην ανεσκίρτησεν υπό του τρόμου η αγέλη των πιστών, οίτινες συνεσφίγγοντο προς αλλήλους ως πρόβατα καταληφθέντα υπό λυκοφοβίας. Οι κρατούντες την ουράν της παπικής εσθήτος έσπευσαν εις βοήθειαν του αρχηγού της Εκκλησίας, όστις εστέναζε κυλιόμενος επί του κονιορτού ως όφις μεσοκοπημένος.
Κι' αν θέλης πάλι κάθεσαι και μου βοηθάς 'ς το θέρο Όσο να ισκιώσουν τα ριζά και να μας πιάκ' η νύχτα, Να πάμε 'ς την καλύβα μου να κοιμηθούμε αντάμα. — Εγώ είμαι κόρη του βουνού και τσέλιγγα κοπέλλα, Τον κάμπο εγώ δεν τον φτουρώ και χλιό νερό δεν πίνω, Δεν εχεράκωσα ποτέ δρεπάνι εγώ για θέρο, Δε ζάρω από χερόλαβα, να πήγω γάλα ζάρω, Ζάρω ν' αρμέω τα πρόβατα, να σαλαγάω τα γίδια.
Αν τα πρόβατα παντέχουν Κάννα κίντυνο δεν τρέχουν, Μη θαρρείς απ' αγνωμιά τους Δε νογάν τη συφορά τους 1150 Μόνε οι αθρώποι τα κουρεύουν, Τα αρμέγ, τα σημαδεύουν. Κι' αφορμής σηχνά το κάνουν, Και αυτά κακό δε βάνουν. Αμ εγώ, κυρ Γάιδαρε μου 1155 Που δεν έμαθα ποτέ μου Από όλ' αυτά κανένα, Τι καλό θωρώ για μένα;
Έφευγον μαζύ με τα βέλη των ιππέων, ανέτρεπον τους αναβάτας δάκνοντα αυτούς εις την κοιλίαν, επήδων υπεράνω των αβύσσων, και ολόκληρους ημέρας εξηκολούθουν εις την πεδιάδα τους εξωφρενιτικούς των καλπασμούς. Με μίαν λέξιν τα εσταμάτων. Μόλις εισήλθεν ο Ιωακείμ τον επλησίασαν όπως τα πρόβατα όταν ιδούν τον βοσκόν των.
Διά τα πρόβατα είχον τους βοσκούς των· διά την επίβλεψιν όμως και την καλλιέργειαν των κτημάτων δεν ήρκει μόνος ο γέρος· θα πης ότι δεν ήτο γέρος ακόμη, αλλά δεν ήτο και νέος και τα γεράματα επλησίαζαν. Έπειτα ο Μανώλης έπρεπε να φροντίση και για δικό του σπίτι. Ήτο άνδρας πια. Και τι άνδρας!
Επαναβλέπων τους γονείς και τους αδελφούς του, ποτέ δεν ησθάνθη την χαράν, την οποίαν ησθάνετο επαναβλέπων τώρα τα γνώριμα μέρη, τα πρόβατα και τας αίγας, αίτινες τον προσέβλεπον με μίαν ενατένισιν ευχαρίστου εκπλήξεως, ως να του έλεγον: «Καλώς τονε! τι μας έγεινες τόσον καιρόν;» Και με γενικόν κωδωνισμόν εφαίνοντο ως να εώρταζαν την επάνοδόν του.
Βόδια πολλά 'στρώσαν στη γης με τους λαιμούς κομένους, 30 πρόβατα ασπρόμαλλα πολλά κι' ακροπατούσες γίδες· κι' ένα σωρό καψάλιζαν καλόθρεφτα γουρούνια π' αστράφτανε του πάχους τους στρωμένα μες στις φλόγες. Κι' έτρεχε γύρω στο νεκρό παντού το αίμας βρύση.
Κ' η Χλόη χαιρότανε κ' επίστευε σαν κόρη και σαν βοσκοπούλα και που θαρρούσε, και τα γίδια και τα πρόβατα είναι για τους βοσκούς και τους γιδάρηδες ξεχωριστοί θεοί.
Η Κυρά Ρήνη διέκρινε τότε μακράν δύο παιδία, έχοντα εις χείρας τα σάνδαλά των και φεύγοντα το έν παρά το άλλο προτροπάδην. — Μωρέ! γυρίστε πίσω καταραμένα! εφώναξε λυσσαλέα. Αλλά τα παιδία εις την φωνήν ετάχυνον έτι περισσότερον το βήμα, ως πρόβατα εις την ωρυγήν λύκου. — Αν μου γλυτώστε, να μη με ειπούν μάνας γέννα! είπε τρέμουσα εκ του θυμού.
Κ' έτσι καμμιά βολά έρχονταν και 'ςτα χέρια και κάπου κάπου και 'ςτ' άρματα, κ' έπαιζε ξύλο κι άνοιγαν λαβωματιές. Κακοπάθαιναν και τα μαύρα τα πρόβατα. Αυτά ξανάλεγαν οι αγωγιάτες. Κ' έπαιρναν όλο το δίκιο με το μεράδι τους αυτοί, γιατ' ήταν από τη φάρα των τσελιγκάδων. Ύστερα, είπαν για τους νέους μουχτάριδες που θα νάβγαζαν τη χρονιά εκείνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν