Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025
Μα Αμπουλβάρ εφέντη, του είπεν ο Βεδρεδίν ύστερον από τόσα συμβάντα και εναντία είσαι όμως τέλος πάντων αναπαυμένος, και ευχαριστημένος; χαίρεσαι εσύ μίαν τελείαν ευτυχίαν; είναι πολύς καιρός που εγώ υπάγω γυρεύοντας έναν άνθρωπον ευτυχισμένον και ευχαριστημένον και έχω μεγάλην χαράν, που ηύρα εκείνο που εποθούσα εις του λόγου σου και δεν έχασα τες ελπίδες μου που να μην τον εύρω· Οι σύντροφοί μου, ακολούθησε να λέγη, θέλουν να πουν ότι δεν είναι άνθρωπος επάνω εις την γην, που να μην του λείψη κάποιον πράγμα το οποίον θα ημπορέση να τον κάμη καθολικά ευχαριστημένον· όσον διά λόγου μου τους απέδειξα το εναντίον και ευχαριστώ τον ουρανόν, που τους έβγαλα από την πλάνην τους, επειδή και ύστερον από όλα αυτά που μας εφανέρωσες δεν ήθελαν αμφιβάλλουν, ότι εσύ δεν είσαι τελείως ευτυχέστατος.
Του απάντησε ο χοιροβοσκός• «Αφού τούτ' ερωτάς με να μάθης όλα, ξένε μου, σώπ', άκουε και τέρπου 390 και πίνε αυτού καθήμενος• απέραντ' είναι τώρα η νύκτα• κ' έχει τον καιρό κανείς και να κοιμάται και να τέρπετ' ακούοντας• ουδέ συ πριν της ώρας να κοιμηθής θα βιάζεσαι• βαρύ και ο πολύς ύπνος. και όποιος των άλλων βούλεται, ας έβγη και ας πλαγιάση, 395 και τα γλυκοχαράγματα το πρόγευμά του ας κάμη, και ας πάη τους αρχοντικούς τους χοίρους να βοσκήση• μες το καλύβι ωστόσο εμείς οι δυο φαγοποτώντας τερπώμασθ' ενθυμούμενοι τα περασμένα πάθη ο ένας τ' άλλου• τέρπεται κατόπι και εις ταις λύπαις 400 εκείνος 'που πολλά 'παθε και οπού περιπλανήθη• κ' εκείνο ιδού θε να σου ειπώ, που μ' ερωτάς να μάθης.
Διότι ο κακός είναι βεβαίως ακάθαρτος εις την ψυχήν, είναι όμως καθαρός ο αντίθετός του. Από μικρόν δε να δεχθή δώρα δεν είναι ορθόν ούτε άνθρωπος αγαθός ούτε θεός. Επομένως μάταιος είναι ο πολύς κόπος των ανοσίων διά τους θεούς, ενώ των ευσεβών είναι επικαιρότατος.
Πώς σκύλοι ομπρός στα πρόβατα κακονυχτάν σε στρούγγα, αν νιώσουν αιματόχαρο θεριό που το λαγκάδι περνάει στα όρη, και πολύς από βοσκούς και σκύλους 185 κρότος κι' αχός, και δε σφαλνούν το μάτι μια στιγμούλα· έτσι κι' αφτών στα βλέφαρα δεν τους κατέβαινε ύπνος π' όλη τη νύχτα φύλαγαν, τι είχαν το νου τους πάντα κατά τον κάμπο άμα άκουγαν ροβολητό των Τρώων.
Λέγουν ότι δεν δύναται να υπάρχη μεγαλειτέρα ευχαρίστησις, παρά να τον βλέπη κανείς μεταξύ των τέκνων του, που είναι εννέα· ιδίως γίνεται πολύς λόγος διά την μεγαλειτέραν του κόρην. Με προσεκάλεσε και προσεχώς θα τον επισκεφθώ.
Πώς σε ξεπλάνεψαν, καρδιά, δυο μαύρα μάτια κόρης, Που την αγάπη σου ποτέ δε θα μπορής να δείξης;» — Τι επέρασε πολύς καιρός, επέρασαν τρεις χρόνοι, Που η κόρη τώφερνε ψωμί κάθε βραδύ στη στάνη Και του βοηθούσε στ' άρμεγμα και τώπαιρνε το γάλα, Κι' ο Λάμπρος πάντα δείλιαζε για να της πη τον πόνο.
Διεσκέδαζε, του είπον, κυριακήν τινα μετ' άλλων συντρόφων· την διασκέδασιν παρηκολούθησαν έριδες, τας έριδας πυροβολισμοί, και μία σφαίρα τυχαία τον εύρεν εις το στήθος. — Και η μήτηρ του; ηρώτησεν ο ατυχής παις. — Κατάκοιτος πάντοτε. Δεν παρήλθε καιρός πολύς, και είδεν αίφνης ο Γεώργιος μίαν πρωίαν εμφανιζομένην ενώπιόν του την γραίαν θείαν του, αδελφήν του πατρός του, την κυρά Βαγγελήν.
Του λόγου σου λοιπόν, μείνε εδώ εις τούτην την πολιτείαν με τους ανθρώπους σου και εγώ θέλω πηγαίνει εις το βασίλειον της Κασμυρίας, και σου τάσσω πως να μην περάση πολύς καιρός που να σου φέρω εδώ το υποκείμενον της επιθυμίας σου.
Επειδή δε κατετρίβετο πολύς χρόνος και έπιπτον πολλοί εκατέρωθεν, προ πάντων Πέρσαι, ο στρατηγός του πεζικού Άμασις επενόησε το εξής στρατήγημα· πεισθείς ότι δεν ηδύναντο να κυριεύσωσι την Βάρκην διά της βίας, αλλ' ότι ηδύναντο να κατορθώσωσι τούτο διά του δόλου, έπραξε τα ακόλουθα.
— Καλή μέρα, Mademoiselle!.. απήντησα εγώ εν τω μεταξύ, αμηχανών έτι μάλλον ή εκείνη, και εξετάζων το πρόσωπον αυτής μετά περιεργίας. — Βέβαια! — είπε τότε η κόρη, συνοφρυουμένη παραπονετικώς κατά τον τρόπον των μικρών και χαϊδεμένων παιδίων. — Επέρασε πολύς καιρός!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν