United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και γύρνα, την Πεντάμορφη γυναίκα σου να πάρης. Το λέει ο πετροκότσυφας 'ςτό δροσερό τ' αυλάκι, Το λεν 'ςτά πλάια η πέρδικες, 'ςτήν ποταμιά τ' αηδόνια. Το λέν 'ςτ' αμπέλια η λυγεραίς, το λεν με χίλια γέλοια, Το λέει κ' η Γκόλφω η ώμορφη, το λέει με το τραγούδιΑμπέλι μου, πλατύφυλλο και καλοκλαδεμμένο, Δέσε σταφύλια κόκκινα, να μπω να σε τρυγήσω, Να κάμω αθάνατο κρασί, μοσχοβολιά γιομάτο.

Μικρός κι' εγώ, κι' αυτή μικρή, δέκα χρονών ακόμα Παιδιά απονήρευτα, μαζί εζούσαμαν 'ςτά πλάια, Περιβοσκούσαμαν μαζί τα δύο μας τα κοπάδια Και τα ποτίζαμαν μαζίτης ποταμιάς το ρέμμα. Μαζί εμεσημεριάζαμαν εις της σπηλιάς τον ίσκιο, Μαζίτα δάση ετρέχαμαν κ' εκόβαμαν λουλούδια, Και ταις νυχτιαίς περνούσαμαν μαζί σε μια καλύβα, Μ' αγάπαγε σαν αδερφό, κ' εγώ σαν αδερφή μου.

Ο πιστικός χαράημερα και με τ' αηδόνια τώρα Αρμέει και βγάζει απ' το μαντρίτα πλάϊα το κοπάδι, Και κάθεταιένα τσουγγρί και λέει γλυκό τραγούδι. Το λέει με τη φλογέρα του, το λέει με τη φωνή του.

Για ιδές θερίστραις, πιστικαίς, ολημερίς γυρνάνε 'Στά ρέμματα, 'ςταίς λαγκαδιαίς, 'ςτούς κάμπους και 'ςτά πλάια Με τον καλό τους 'ςτό πλευρό και με μικρά 'ςτά χέρια. Κ' εγώ, κλεισμένη μοναχή 'ψηλά 'ςτά κορφοβούνια, Τα λερωμένα του σκουτιά 'μπεζέρισα να πλένω.

Πατέρα, πώς να μη σουρώ, πώς να μη τραγουδήσω; . . . . — Πες μου τον πόνο σου, Στρατή, κ' εγώ θα σου τον γειάνω. — Αν μου τον γειάνης, θα με ιδής ν' αντρειευθώ και πάλι, Πάλι να πάρω τη χαρά, τα νειάτα, πούχα πρώτα, Και νύχτα δεν θα τραγουδώ παράωρατα πλάια Το θλιβερό τραγούδι μου οπού ξυπνάει τους Δράκους. — Πες μου τον, γυιόκα μ', πες μου τον, κ' εγώ θα βρω βοτάνι.

Σαν βγαίνει τ' άστρο της βραδειάς, παίρνει της ράχαις δίπλα Και σταίνει βίγλαιςτα βουνά και κυνηγάει αγρίμια. Έστησ' εμένα ξώβεργες τα νειάτα τ' ανθηρά του. Πέφτουνταις βίγλαις του τυφλά του κυνηγιού τ' αγρίμια, Έπεσε καιτα βρόχια του ανύποπτ' η καρδιά μου. Αχ! νάταν τρόπος να τον 'βρώ καμμιά βραδειάτα πλάια, Και να μπορούσα η δύστυχη να τον 'μιλήσω ολίγο! . . . .