Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Το πρόσωπόν του μόνον ωμοίαζε πλέον προς αμνάδος πρόσωπον, επίμηκες και παχύ ως φουσκωμένον. Πλην υπό τας πυκνάς και μεγάλας οφρύς έλαμπον δύο λυγκέως οφθαλμοί, οξύτατοι, υαλιστεροί. Ο λιμενοφύλαξ κυττάζων περιέργως τον ξένον, ηθέλησε διά νεύματος να μάθη παρά του αλιέως τις ήτο: — Από το Προμύρι!
Εις το μεταξύ των δεκαέξ τούτων ποδών διάστημα ήσαν κτισμένα οικήματα μοιρασμένα εις τους φύλακας, και ήσαν τοσούτον συνεχή, ώστε εφαίνοντο ως έν τείχος παχύ έχον αμφοτέρωθεν επάλξεις.
Σαράντα μέρες πέρασαν, σαράντα μερονύχτια, Κι’ απάνω στη σαράντα μια, πριν ανατείλη ο ήλιος, Πετιέται ο Γιάννος, σα ζουρλός, πο το παχύ κρεβάτι, Αφίνει τη μαννούλα του στην αγκαλιά του ύπνου. Ζώνεται τ’ αλαφρό σπαθί κ’ αδράχνει το κοντάρι Και τρέχει-τρέχει, σαν πουλλί, σα γλήγορος πετρίτης, Και πάη στης Μάρως το χωριό, στ’ αρχοντικό της Μάρως.
Ούτω λοιπόν απελευθερώσας το Χριστουγεννιάτικον δώρον του ο Μπάρμπα Σταύρος καθωδήγησε την Κρατήραν πώς να το μαδήση, αφού το δώση εις τον κρεοπώλην να το σφάξη, και είτα να το στείλη εις τον φούρνον παραγεμιστόν, όπως γνωρίζει. Και λέγων ταύτα εκρότει τα χείλη μετ' ορέξεως ο Μάρμπα-Σταύρος νομίζων ότι έτρωγεν ήδη το παχύ γουρνόπουλο.
Διότι εκείνο όπερ εκρέει εκ των οφθαλμών, όταν καταστρέφωνται, είναι ύδωρ• και εις τα αρτιγενή ζώα η κόρη έχει υπερβολικήν λαμπρότητα και στιλπνότητα, ενώ το λευκόν του όμματος εις τα έχοντα αίμα ζώα είναι πυκνόν και παχύ. Τούτο δε υπάρχει προς τον σκοπόν να διαμένη η υγρότης, χωρίς να πήγνυται. Και διά ταύτα ο οφθαλμός είναι το μέρος του σώματος το μάλλον ανθιστάμενον εις το ψύχος.
Κατόπι με σφουγγάρι τα διο του χέρια ολόγυρα ξεπλαίνει και την όψη, το σνίχι το βασταγερό, τα δασωμένα στήθια. 415 Και ντύθη, πήρε ένα παχύ ραβδί και τράβηξ' όξω, κι' ήρθε σε λίγο εκεί κοντά που κάθουνταν η Θέτη 422 στο λαμπροσκάλιστο θρονί.
Κι' έσφαζαν άλλοι σ' άλλονε θεό, περικαλώντας 400 απ' τ' Άρη πίσω ζωντανοί το μακελιό να σώσουν· μα αφτός στον παντοδύναμο του Κρόνου γιο 'ναν τάβρο παχύ πενταχρονιάτικο, ο Αγαμέμνος, σφάζει, και στο τραπέζι προσκαλνάει τους πρώτους βασιλιάδες, πρώτα το γερο-Νέστορα, το Δομενιά μαζί του, 405 στερνά τους Αίιδες τους διο, το φοβερό Διομήδη, και το Δυσσέα πούφτανε στη γνώση λες το Δία· μα μόνος του ήρθε ο θαρρετός πολεμιστής Μενέλας, γιατί ήξερε πολλή δουλιά πως είχε ο αδερφός του.
Πόσαι πυράγραι είχον κατά καιρούς σφεγδονισθή κατά της κεφαλής του, πόσα ματσούκια είχον θραυσθή κατά της ράχεώς του, και πόσαι χύτραι ζέοντος ύδατος είχον χυθή επί το παχύ του τρίχωμα!
Κατέναντι, εξαγαγών τα υποδήματά του, εκάθητο σταυροποδητί επί του ξυλίνου σοφά — αλλά τούρκα — ο κυρ-Δημάκης, με το λειότατον, παχύ, ξυρισμένον, επίμηκες πρόσωπον, ήρεμον και πράον ως πρόσωπον ημέρου οικοσίτου αμνάδος, με δασείς οφρύς, αποκλειούσας τους οφθαλμούς του, φορών τον θεσσαλικόν καστανόχρουν γεωργούλην του.
Το γαϊδουράκι εις το πλάι της έφευγε κατευχαριστημένο, διότι ήτο εκείνη πλησίον του, και καμμίαν δυσκολίαν δεν έκαμνε διά το φορτίον. Δεν είχε περιπατήσει πολύ, όταν από μακράν είδε να έρχεται ίσια 'ς αυτήν ένα μεγάλο πρόβατον· ήτο τόσο παχύ, ώστε με δυσκολίαν επροχώρει, και εβέλαζε. — Δεν είνε δυνατόν να είνε το αρνί που επότισα αυτό!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν