United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μπήκα το λοιπόν, και από κάμαρα σε κάμαρα, μπρος ο δούλος πίσω εγώ, βρέθηκα μπροστάτον κυρ Αγησίλαο. Τι σπίτι, καϋμένη Μαριώ! Καλά που έβαλα τα καινούργια μου παπούτσια. — Ουφ, καϋμένε . . . λέγε τι σου είπε, και άφησε της φλυαρίαις. — Τι μου είπε; και θυμάμαι θαρρείς; Τι κάνουμε, πώς περνούμε, πόσα παιδιά έχομε . . . αν είμαστε στενοχωρημένοι, χίλια δυο.

Εμείς είμαστ' εμείς και πρέπει να μιλήσουμε αλλοιώτικα. — Πώς; τον ρώτησε με αναμπαιχτικό χαμόγελο ο Αριστόδημος. — Όπως μιλάει ο Πέτρος ο Θεομίσητος. — Ουφ! έκαμε βαρυανασαίνοντας σα να είχε τη Μόρα στο στήθος του. — Το ξέρω· δε σ' αρέσει τέτοια κουβέντα γιατί θέλει κόπους. Τα βιβλία δεν έκαμαν άλλο παρά να δυναμώσουν τη φυσική οκνάδα σου. Για τούτο κ' εγώ τους γύρισα τις πλάτες.

Ουφ! Λίγο καθαρόν αέρα, γιατί σκάνω! Θα μιλήσω λίγο σοβαρά με τον κ. Σκληρό που τον εκτιμώ για το καθάριο μυαλό του, και την ησυχία που συζητεί όλα, και καθίζει στο κάθε τι το σύστημά του. Θα τον ήθελα μονάχα λιγάκι πιο άνθρωπο σωστό και λιγώτερο σκλάβο της επιστήμης. Σε κανενός τις θεωρίες ο άνθρωπος δεν ταιριάζει να σκλαβώνεται, ούτε στις δικές του. Και της επιστήμης υπάρχουν σύνορα.

Ουφ! και αυταίς η συναναστροφαίς! επιλέγει η κυρία Παρδαλού, στενάζουσα μετά κόπουελησμονήσαμεν να παρατηρήσωμεν εγκαίρως, ότι η κυρία Ευφροσύνη, η Φρόσω, ως αποκαλεί αυτήν ο σύζυγός της, είνε γυνή ικανώς εύσωμος, δι' ην η ελαχίστη σωματική κίνησις, και αυτός ο στεναγμός, είνε κόπος σπουδαίος. — Ουφ και αυταίς η συναναστροφαίς ταις βαρύνομαι, σε βεβαιόνω, σαν ταις αμαρτίαις μου!

Μη μου αρχίσης πάλιν εκείνο το Ελέησόν με ο Θεός , υπέλαβεν η γραία μετά ζωηρότητος. 'Σ την ψυχήν μου κάθεται! Κ' έπειτα σ' ακούει ο κόσμος και θαρρούν πώς είσαι αλήθεια του ελέους! — Και δεν είμαι του ελέους; είπεν ο τυφλός μελαγχολικώς. — Ουφ!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Να κ' η Φιλοδωρήταινα. . . να και η Χαιρητάδη. . . Ου!. . . βλέπω κι' άλλες πού 'ρχονται, ολόκληρο κοπάδι• όλο το άνθος δηλαδή της πόλεως. Γ’ ΓΥΝΗ ερχομένη ταχέως Ουφ! πόσο, φιλτάτη, εκοπίασα, ως πού να ξετρυπώσω! γιατί έφαγεν ο άνδρας μου όσες σαρδέλλες είχα το βράδυ, και μου πνίγηκε τη νύχτ' από το βήχα.

Μα το λοιπόν θα μας κοστίση χίλιαις δραχμαίς αυτή η αστειότης! — Ουφ! αδελφή, πώς κάμνεις έτσι; Ο συζυγικός διάλογος ήθελεν ίσως εξακολουθήσει έτι, τραχυνόμενος επί μάλλον, αν δεν διέκοπτεν αυτόν ο είς των μικρών κομιστών, παρατηρούν κάπως μεγαλοφώνως: — Αφεντικό! δεν μας αδειάζεις το καλάθι, να τραβάμε;

ΝΕΑΝΙΑΣ Ώ! κακομοίρης που 'μουνα! πούθ' έχεις ξετρυπώση και μου πετάχτηκες;— κακό που να σου ρθή μεγάλο! Ουφ! τούτη είνε βάσανο χειρότερο απ' τάλλο! Β' ΓΡΑΥΣ Σε σέρνει ο νόμος, κι' όχι εγώ. ΝΕΑΝΙΑΣ Τάχα γιατί δεν είπες ότι με σέρνει μια βλογιά, πώχει πληγές και τρύπες; Β' ΓΡΑΥΣ Άφησε, τρυφεράδι μου, τα λόγια κ' έλ' απάνω.