Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Και να που τώρα μάρτυρά μου σε παίρνω για τα χρήματά μου• θα πέσω μάλιστα 'ς εχθρότη μ' ένα δικό μου συνδημότη. Μα εγώ ποτέ δεν θα ντροπιάσω και την πατρίδα μου όσο ζώ• και εγκαλώ τον Στρεψιάδη ... — Για τι πράμα; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Μώρ' δεν ακούτε; άλογο! εγώ την ιππασία δεν ξέρετε πως την μισώ; ΠΑΣΙΑΣ Ωρκίσθης, μα τον Δία, εις τους θεούς, τα χρήματα να μου τα δώσης.
ΑΣΤ. Πού μου την εσπουδιάρισες αυτήν τη γιατροσύνη, Μωρ' σορ γιατρέ στη μπίστη σου και τι χειρουργοσύνη; Και λες πως η λαβωματιά είν' περιπλεμονία, και πούτριτα και γαστρικά και φέμπρε σγαραντζία; Μιαν ώρα εγώ τζη άκουγα, τζη τζαρλαταναρίαις, Οπού τζη ορδινάριζες με τζη κατεργαρίαις. ΙΑΤ. Φούτρε χειρούργος είμ' εγώ μάμος δετόρ τζαλάπας. Περίφημος εις τον Πασσά του κάστρου της Ανάπας.
— Άιντε, μωρέ Σκεντερμπέο, άιντε μωρ' ινγκιούαρ μπρετ ισκηπετάρβε! Μαζί με τα λόγια του Τζαφέρη σταματάει κ' η πέννα μου εδώ, γιατ' αναγιόμωσαν δάκρυα τα μάτια του δόλιου αρβανίτη. Ο Σκέντος, ο Λιούλιος κ' οι άλλοι οι συντρόφοι τους αναδάκρυσαν παρόμοια κι αυτοί κ' εκρέμασαν λυπητερά και παραπονεμένα μπροστά στην εικόνα τα ξέσκεπα κεφάλια τους με τους μακριούς και μαύρους τσαμπάδες.
Οι γέροι δεν εμίλησαν τότες. Είχαν καρφώσει γερά τα μάτια τους απάνω 'ςτην εικόνα κι ο λογισμός τους ποιος ξέρει σε τι καιρούς και σε τι τόπους αρμένιζε. Τήρα, ωρέ καψαρέ, βασιλιά πούχαμαν μια βολά οι δύστυχοι. — Για βιστό κουρμ για βιστό τριμρί! — Τήρα άρματα κι άλογο και φορεσιά; — Άιντε, μωρέ Σκεντερμπέο, άιντε μωρ' ινγκιούαρ μπρετ ισκηπετάρβε!
Και πρώτα ο γέρος έπιασε να πει και να ρωτήσει «Μίλα, Δυσσέα ξακουστέ, των Αχαιών καμάρι, πες, τ' άτια πώς τα πήρατε; Τι, μπήκατε ως στων Τρώων 545 μες στο στρατό; ή σας τάδωκε κάνας θεός στο δρόμο; Μώρ' άλογα τα λες αφτά, για του ηλιού 'ναι αχτίδες; Σ' όλες τις μάχες βγαίνω εγώ, μηδέ συνήθιο τόχω θαρρώ να μένω πίσω αργός κιας είμαι τόσο γέρος· μα τέτια ζώα ως σήμερα δεν ξάνοιξα, δεν είδα. 550 Θεού θενάναι δώρα αφτά που βρήκε σας στη στράτα , τι και τους διο σας αγαπάει, το ξέρω, ο Ελυμπήσος του Κρόνου γιος κι' η Αθηνά, του Δία η θυγατέρα.»
Άμα έρθη ο καιρός και δυναμώσουμε, εγώ τον γκρεμίζω τον όχτο όπως τον σήκωσα... Δεν κατάλαβες, λέω, μωρ' αδερφέ, του πρόσθεσε μαλακώτερα, πως τα δίκαια είν' ένας λόγος μονάχα!.. Ο Αριστόδημος κατάπιε τη θλίψη του και δεν είπε τίποτα. Ένας λόγος ναι, ένας λόγος· μα κάποτε και σημαντικός!.. . Ο Δημητράκης έπειτ' από τον όχτο έσκαψε πέρα για πέρα την αυλή.
Τότε βάνουμε όλοι τις φωνές. — Μωρ' αδέρφια, πνιγόμαστε! πού μας αφίνετε; σωτηρία!... Αδέρφια, πνιγόμαστε!... σωτηρία! . Ακούστηκε κάποια φωνή κ' επάψαμε βουλώνοντας ένας του άλλου το στόμα. Και μέσα στο ρέκασμα του κυμάτου και το ανεμοφύσημα, ακούστηκε χαρόσταλτο ανάμπαιγμα η φωνή: — Στην άλλη ζωή!... στην άλλη ζωή!... Δεν το επίστευαν τ' αυτιά μου· δεν ήθελε η ψυχή μου να το ακούση!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν