Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Κι' ενόσω αφτοί τους γύμνωναν, να! πέφτουν οι Αργίτες στο χάντακα και στα μπηχτά παλούκια, και πιλάλα ζερβόδεξα κακήν κακώς μες στο τειχί τραβιούνται. 345 Έκραξε τότε ο Έχτορας με μια φωνή μεγάλη «Δεν έχει τώρα πλιάτσικα, μόν' όλοι ομπρός! στα πλοία.

Τότες του λέει ο Νέστορας ο γερο-αλογολάτης «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμέμνο, τώρα άξια δώρα και καλά προσφέρνεις τ' Αχιλέα. Μον έλα προεστούς διο τρεις ας στείλουμε, π' αμέσως 165 να παν ως στην καλύβα του κι' εκεί ναν τον συντύχουν. Μα στάσου, εγώ θα πω σας πιούς, κι' αφτοί όχι ας μη μας πούνε.

Τον Τυρογλύφη σε γκρεμόν εγκύλησε ο Λιμνιότης. Και σ' άλλον τ' όμιο θέλησε να κάμη ο Καλαμιότης· Μον στη στιμή που βάνεται, να δείξη αντριά βουλιέται, 465 Τον Ασκοτρύπα τον τρανόν απάντεχα δοκέται. Που φόνευε αλεημόνητα καθέναν που απαντούσε, Σαν να ώριζε το θάνατο, στο χέρι τον κρατούσε.

Οι υγοί του τον κρατάν· Του φωνάζουν· τον ρωτάν· Μόν ο γέρος τελειόνει Τη ζωή του, και νεκρόνει. Του πατρός τους το χαμό Με καρδιάς πολύν καϋμό Τα ορφανά παραπονιούνται, Και σε κλάυματα κινιούνται.

Τώρα άλλο πια κανείς μας ας μην προσμένει πρόσταγμα και κοντοστέκει πίσω, τι τ' άλλο αφτό του θαν του βγει λαχτάρα στο κεφάλι, 235 στα πλοία πίσω αν κάθεται, μον όλοι ομπρός! σα φάμε, ας τρέξουμε ίσια τους οχτρούς ν' αρχίσουμε πελέκι

Και τότες θαν τον έπαιρνε και θ' αποχτούσε δόξα αφάνταση, μον στη στιγμή τον είδε η Αφροδίτη και το βοϊδόλουρο τού σπάει· κι' η περικεφαλαία 375 έτσι άδια πάγαινε μαζί με τ' αντριωμένο χέρι. Τότες αφτή την τίναξε στριφογυρίζοντάς την προς τους δικούς του, όπου οι πιστοί την πήρανε συντρόφοι· κι' ατός του πίσω πήδησε με το χαλκένιο φράξο, ναν τον σκοτώσει αφρίζοντας.

Δε μίλησε η Λιόλια, μόν’ άρχισε πάλι να κλαίη σιγαλά. . . Την ώρα εκείνη φανερώνεται άξαφνα η γριά Κλητήραινα από πλάι να ρίξη μια ματιά μήπως και μπήκε κανείς απέξω να κλέψη. Της έγνεψε η παπλωματού της θειας Ελέγκως, με το μάτι, τάχα πως να μην πη τίποτα για όσα της είχε ειπωμένα.

Είπε, μα ο τετραπέρατος δεν άκουσε Δυσσέας, Μον πέρασε σα φτερωτός κατά τα κοίλα πλοία.

Σε καθρέπτην ένας Γάτος Αλλον όμιον του θαρρούσε· Με παιγνίδια πάει τρεχάτος, Να τον φτάκη προσπαθούσε. Το γιαλί τον εμποδάει· Θιαμασμένος απομνήσκει· Αποπίσω ευτύς περνάει· Μόν κι' εκεί δεν τον ευρίσκει. Μεταέρχεται, κυττάζει, Και τον βλέπει ομπρός του πάλι· Σταματάει, συλλογιάζει, Και ταράζει το κεφάλι· Και οχ το φόβο μη του φύγη Αντα φέρη αυτός τη γύρα, Εστοχάστη στο κυνήγι.

Είπε, μα δεν απάντησε ο Έχτορας μια λέξη, Μον πέρασε σαν αστραπή, ζητώντας να χτυπήσει 690 γλήγορα πίσω τους οχτρούς και ναν τους δεκατίσει.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν