Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Εσκέφθηκε με τη σειρά όλες τις φιλενάδες της, και σε κάθε μία εύρισκε ένα ελάττωμα· δεν εύρισκε καμμιά στην οποία να μπορούσε να τον παραχωρήση.

Γιατί να μην εξακολουθήσουν όλα όπως αρχίσανε; Γιατί ήρθε κείνο που δεν το φοβόμουνα και μεγάλωσε κ' έγινε για μένα και για τους δικούς μου μια δύναμη περσότερο επικίντυνη παρά καθετίς άλλο, που είχα φοβηθεί προτήτερα; Μπορούσε να ρωτήση κανείς ακόμα γιατί δεν έρχουνται όλα όπως τα θέλει ο άνθρωπος ή γιατί δεν είναι στο χέρι του να γυρίση την εξέλιξη της ζωής όπως τη θέλει;

Το αγΚαλίασμα εκείνου του άγνωστου άντρα που ήρθε ποιος ξέρει από πού, από τους δρόμους του κόσμου, της προκαλούσε έναν αόριστο φόβο, γνώριζε όμως καλά τις υποχρεώσεις της φιλοξενίας και δεν μπορούσε να τις παραβεί. «Μπες μέσα. Θέλεις να πλυθείς; Θα ανεβάσουμε μετά επάνω την βαλίτσα. Θα φωνάξω μια γυναίκα που μας υπηρετεί….. Τώρα είμαι μόνη στο σπίτι….. και δεν σε περίμενα…..»

Κανείς δε συλλογίστηκε τη σκηνή αυτή και πως μπορούσε να του κάμη τόση εντύπωση. Ό,τι όμως έγινε κατόπι δεν το πρόσεξε ο Σβεν. Κι όταν έπειτα τον ρωτούσε κανείς τι είδε στο θέατρο, απαντούσε μόνο: — Είδα το θάνατο. Είταν ένας μεγάλος, ψηλός σκελετός και μπορούσε και μιλούσε. Και κρατούσε ένα δρεπάνι στο χέρι. Αυτήν την ανάμνηση ο Σβεν την έδεσε μαζί με την εικόνα της πομπής του θανάτου.

Είταν όνειρο πως ερωτεύτηκα, πως παντρεύτηκα και πως απόχτησα παιδιά ; Είταν όνειρο πως στάθηκα ευτυχισμένος και δυστυχισμένος όσο δε λέγεται; Είταν όνειρο, ή τα έζησα πράγματι όλα αυτά, όλα αυτά που φαίνουνται πως μου σκεπάζουν κάθε άλλο περιστατικό από την ανθρώπινη ζωή, που είδα στον ορίζοντά μου; Τώρα μου φαίνεται πως στέκω μ' έναν ακατανόητον τρόποόχι απάνω, κάθε άλλο παρά απάνωαλλά μακριά απ' όλα αυτά και το μόνο που με φτάνει είναι ένας τόνος ευλαβητικός και τόσο εκστατικός, που ούτε αυτή η μουσική δε θα μπορούσε να τον εκφράση μ' αισθητόν τρόπο.

Τι δεν μπορούσε να κάμη ένας νους που είναι καλός τρεις μέρες να τυραννιέται γράφοντας δυσκολοχώνευτους στίχους, πλέκοντας ανωφέλητα εγκώμια, ή κυνηγώντας τιποτένια ρουσφέτια, — τι δεν μπορούσε να κάμη αν ξεχνούσε τον εαυτό του, και θυμούνταν το ταλαίπωρο το έθνος που τίμιους κι αυταπάρνητους εργάτες με το λυχνάρι γυρεύει, κ' έναν δε βρίσκει!

Αγκαλά έχοντας το δίκιο μαζί του, και δίχως τέτοια τέχνη, και μάλιστα με κάτι πιότερη επιμονή και θέληση, ακόμα καλλίτερα μπορούσε να τους αποστομώση τους θεομπαίχτηδες. Πιο ωραία απ' όλα είναι η αποστροφή του λόγου εκείνου, όταν αποχαιρετάει τα δοξασμένα μεγαλεία του Βυζαντίου. Έσυρε κ' έφυγε λοιπόν από τη Βασιλεύουσα ο Γρηγόριος, προς μεγάλη χαρά των εχτρών του, μα όχι και δίχως αξιοπρέπεια.

Όσο μπορούσε, βοηθούσε τους χωργιανούς με τας συμβουλάς του· και ήτανε τότε γλυκός, πράος, γιατί ήξερε πως με την υπομονή μόνον θα ωφελούσε. Το κελλί του το είχε καθαρό, όσο μπορούσε. Είχε το μπάγκο του και τα σύνεργα της δουλιάς του, σουβλιά και καλαπόδια και όταν είχε δουλιά, έφτιανε καινούργια, ή εμπάλωνε παλιά παπούτζια και σαν δεν είχε δουλιά, εδιάβαζε.

Θα γιάτρεβα πρώτα πρώτα την καημένη μας την ψυχή, την ψυχή του αθρώπου που το βράδυ, όταν ο ήλιος βασιλέβει, λύπη γιομίζει και θάνατο συλλογιέται, τη δύστυχή μας την ψυχή που όλο θέλει κι όλο δεν μπορεί, την ψυχή μας που έχει χάλια, γιατί είναι καλή και γενναία ψυχή κι όμως είναι περιωρισμένη. Αν είμουν Παναγιά, δε θα μπορούσε κανείς να μετρήση τα θάματά μου.

Για να κάμη ονομαστική πατέρας , έπρεπε νακούση μια αιτιατική πατέραν και για νακούση αφτή την αιτιατική, έπρεπε πρώτα να ξέρη την αιτιατική πατέρα · την αιτιατική πατέρα δεν μπορούσε όμως να τη μάθη παρά από τους αρχαίους.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν