Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Κιάν δε μ' οχτρεύγεσαι ακόμη, είπε με μειδίαμα η Πηγή, κόπιασ' από μέσα. Ο Μανώλης εισήλθε κατακόκκινος από εντροπήν και χαράν. — Καλώς τονε το μανισμένο! είπεν η Πηγή, ακτινοβολούσα. Και αφού του προσέφερε καθέκλαν, εκάθησε και αυτή απέναντι εις το «σανίδι» του αργαλειού. — Εγώ 'λεγα πως δε θα μου ξαναμίλιες μπλειο ... εξηκολούθησε.

Ενώ όμως μιλούσε με τη μάνα μου, πλησίασα στην καθέκλα της και πήρα στάση παραπονετική. Διψούσα τα φιλιά της. Το κατάλαβε και ταγαπημένο της χέρι απλώθηκε πάλι στο κεφάλι μου. Επήρα θάρρος και κινήθηκα προς την αγκαλιά της· αλλά το ίδιο χέρι μέσπρωξε απαλά. — Όι, Γιωργή μου, δεν κάνει. Δεν τώπαμε πως εδά' σαι μεγάλος και δεν είσαι μπλειο για φιλιά;

Κιαμέ είντα; του χοίρου τη μούρη πρέπει νάχω για να τώςε ξαναμιλήσω. Ας τη λουστούνε τη θυγατέρα τως. Και την άλλη φορά ο γέρος μούκανε μια προσβολή απού δεν ήφεγγα να πορίσω απού την πόρτα ... Δε θέλω μπλειο να τσοι γνωρίζω και την Πηγή τως ας τη χαρούνε. Και να μου τη χρουσώσουνε δεν τήνε θέλω.

Ήρθα να σάςε πω πως δε θέλω μπλειο παντριγές, μουδέ πράμμα, απήντησεν ο Μανώλης με τόνον μεγάλης αγανακτήσεως. — Να τα! ... Και πώς σούρθε πάλι τουτονά το ξαφνικό; Μην 'πά και μάλωσες πάλι με το Στρατή; — Δεν εμάλωσα με κιανένα. . μα δε θέλω να ξανακούσω τόνομά του μουδ' αυτουνού μουδέ τσ' αδερφής του, μουδέ κιανενούς απού τη χοιρογενειά τως! Δε θέλω μπλειο να τσοι κατέχω.

Αν τήνε πάρη ο Μανώλης θάνε κοι δυο παιδιά μου. Αν πάρη άλλη, θα κάμω παιδί μου την Πηγή κι' αυτόν αποπαίδι. — Εμείς ελεημοσύνη δε θέμε, εμουρμούρισεν ο Θωμάς, μόνο προσπάθηξε να τον ανεμαζώξης τον προκομένο σου, γιατί δεν τρώεται μπλειο. — Είντα να του κάμω; Να τόνε σκοτώσω; Ό,τι μπόρουνα τώκαμα κεδά τον αφήκα στο Θεό κι' αυτός ας τόνε φωτίση.

Ήτο απηλπισμένος πλέον από τας ερωτικάς επιχειρήσεις, εντελώς απηλπισμένος. Και ενώπιόν του παρουσιάζετο ως αναπόφευκτον πλέον το δεύτερον μέρος της αποφάσεώς του· η απαγωγή. Αφού δε επ' ολίγον εσκέφθη, είπε προς την χήραν: — Να πης της θυγατέρας σου πως θα τήνε κλέψω. Εβαρέθηκα μπλειο. Η χήρα εστέναξε και πάλιν· έμεινε δε και τον παρετήρει απομακρυνόμενον, έως ότου έπαυσε να φαίνεται.

Όταν πλησίασε ο Καπετανάκης, φώναξε στο Χόντζα: — Είντα πήες τόσο πάνω, μωρέ μουλά; Τα πρωτεία θες να πάρης; Και δεν εσυλλογίστηκες πως δε θα σ' αφήσω να κάτσης στην κεφαλή μας πάνω; Γιανιτσαριά δεν είνε μπλειο στην Κρήτη: Έλα κάτω, γιατί θα σε κατεβάσωμε θες και δε θες.

Ο Μανώλης, μετά το ανδραγάθημά του εκείνο, ενόμισε την περίστασιν κατάλληλον διά να ομιλήση προς τον πατέρα του. Και εις την πρώτην ευκαιρίαν του είπε χωρίς πρόλογον και χωρίς περιστροφάς: — Αφέντη, εγώ θέλω να με παντρέψης ... Δε βαστώ μπλειο να μη μπορώ μουδέ να 'δώ την Πηγή. Α δε την μπάρω τουτονέ το μήνα, θα φύγη ο νους απού την κεφαλή μου.

Άκουσε, Γιώργο· είπες πως θάρχεσαι να με θωρής. Να μην έρχεσαι. Θέλω να μην έρχεσαι και θέλω για το καλό σου να μην έρχεσαι. Δε σου το λέω, γιατί φοβούμαι τση μάνας σου και του κόσμου τα λόγια. Εδά μπλειο δε φοβούμαι πράμμα. Και τόσο χαμήλωσε τη φωνή της, που μόλις άκουσα την επόμενη φράση: — Εγώ δεν είμαι μπλειο σ' αυτό τον κόσμο. — Μα φοβούμαι, εξακολούθησε, την αμαρτία.

Πίστευε και συ πως θα σε κάμη καλά η Παναγία και το θαύμα θα γενή χωρίς άλλο. — Ας με λυπηθή, μπλειο η χάρη τση, είπε μαναστεναγμό η άρρωστη. Πάλι και δε θέλει να με γιάνη, ας με πάρη σκιάς γλίγωρα, να πάψουνε τα βάσανά μου. — Θα πάψουνε. Η Παναγία θα μου δώση την υγεία σου να σου τη φέρω. Και με πόση χαρά θαρθώ! Θα πετάξω. — Και πόσον καιρό θα κάμης στη Μεσαρά;

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν