Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Κι' έπιασε πρώτα ο θαρρετός Μενέλας να μιλήσει «Τι έτσι αρματώνεσαι, αδερφέ; ή κάπιο μας να στείλεις των Τρώων θες κατάσκοπο; Όμως πολύ φοβούμαι, δε θ' αναλάβει σου κανείς τέτια δουλιά, να σύρει μονάχος πέρα ως στους οχτρούς και να κατασκοπέψει 40 μες στο σκοτάδι. Σαν πολύ θάχει καρδιά αντριωμένη

Οπόταν δε ευρέθηκα μοναχός, εσταμάτησα διά καμπόσον ακόμη, διά να κλαύσω επάνω εις τον τάφον του Φατζέλ την άκραν δυστυχίαν εκείνου του φιλοσόφου, και κατηγορώντας την αστοχασίαν του, και υπερήφανόν του γνώμην.

Απάντησε ο πολύγνωμοςεκείνον Οδυσσέας· 105 «Δράμε και φέρ', ενόσω εδώ βέλ' είναι να παλαίσω, μη με κινήσουν, μοναχός ως είμαι, από την θύρα».

Κι όταν από όλ' αυτά έγιναν πιο ζεστοί και πιο ζωηροί, αρχίζουνε να μαλώνουνε σαν ερωτευμένοι και σε λίγο κατάντησαν και στους όρκους. Ο Δάφνης λοιπόν, αφού πήγε κάτω από το πεύκο, ορκίστηκε στον Πάνα να μη ζήση ποτέ μονάχος μήτε μια μέρα δίχως τη Χλόη. Κ' η Χλόη αφού μπήκε στη σπηλιά ορκίστηκε στις Νύμφες, ότι θα ζήση και θα πεθάνη μαζί με το Δάφνη.

Ήλπιζαν ακόμη, γιατί στην καρδιά του ανθρώπου η ελπίδα ζη με το τίποτε. Ο Τριστάνος ανέβηκε μονάχος σε μια βάρκα και τράβηξε κατά το νησί του Αγίου Σαμψών. Ο Μόρχολτ είχε υψώσει στο κατάρτι του ένα πανί από πλούσια πορφύρα. Πρώτος έφτασε στο νησί. Έδενε τη βάρκα στην παραλία, όταν ο Τριστάνος πηδώντας κι' αυτός στη στεριά έσπρωξε με το πόδι τη δική του κατά τη θάλασσα, μέσα.

Πώς δε βαριέται; Αλήθεια όμως, κι αφτό μας το ξηγούνε οι γιατροί· θα κόλλησε από το Νίτσε, γιατί το ξέρουμε σήμερις πως κολλητική αρρώστια είναι κ' η τρέλλα· ο τρελλός πάλε πώς να βαρεθή; Διασκεδάζει με την τρέλλα του, μοναχός του, και μάλιστα καμαρώνει.

Ο γέρος σηκώθηκε σα βρεμμένη γάτα. Με κοντόβολτες, τρεκλίζοντας, έφτασε στην πόρτα. Άνοιξε και βγήκε. Τα ουρλιάσματα έπαιρναν κ' έδιναν. Από μακρυά φτάνανε οι κατάρες και ταναθεματίσματα. Ο Μπαρμπα-Δημητρός έμεινε μοναχός του. Ήτανε σαν αλαφιασμένος. — Φέρε ένα κρασάκι, παιδί. Να πάμε να ησυχάσωμε και μεις. Το ήπιε. Έπειτα στα καλά καθούμενα τον πήρε το παράπονο.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ποια είσαι συ; τι δαίμονας, και τι με βασανίζεις; Δεν έχει τέτοια βάσανα η κόλασις η μαύρη! Ειπέ μου, εσκοτώθηκε μονάχος ο Ρωμαίος; Νεκρός αν ήναι, 'πέ μου ναι·αν όχι, 'πέ μου όχι. Μια λέξις μόνη ας μου 'πή να ζω, ή ν' αποθάνω. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Την είδα με τα 'μάτια μου, την είδα την πληγήν του! μα τον σταυρόν! 'ς το στήθος του την είδα το γενναίον!

Το νέον ζεύγος, υπερβάν το δάσος έτρεχεν ήδη επί ανοικτού πεδίου φυτευμένου διά κριθής και κυάμων. Ανατείλαντος δε μετ' ου πολύ του ηλίου, ο νέος μοναχός, ίνα προφυλάξη την σύντροφόν του από των θερινών ακτίνων, ηνάγκασε διά θαυματουργού επικλήσεως μεγάλον τινά αετόν να απλώση τας πτέρυγας υπεράνω της κεφαλής της, παρακολουθών εν τη πτήσει του το βήμα του όνου.

Ο Αυγουστίνος και ο Χρυσόστομος λέγουν ότι ήσαν δώδεκα, αλλ' η κοινή πεποίθησις, η προκύπτουσα πιθανώς εκ του τριπλού δώρου, είνε ότι ήσαν τρεις μόνον. Ο Βεδ μάλιστα, άγγλος μοναχός και ιστορικός, ακμάσας κατά τον 7ον αιώνα μ. Χ., μας δίδει λεπτομερείας διά τα ονόματά των, την πατρίδα των, το πρόσωπόν των. Ωνομάζοντο Μελχίωρ, Γάσπαρος και Βαλθάσαρ.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν