Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025


Δεν ήθελε να μιλή της αδελφής του; Δεν θα της μιλούσε. Ας την βράσουν! Δόξα σοι ο θεός ήσαν κιάλλες κοπελλιές στο χωριό και καλλίτερες. Η ιδέα της εκδικήσεως τον καθησύχασεν ολίγον. Τώρα δε ανεκάλυπτεν ότι η Πηγή ήτο η αφορμή όλων του των δυστυχιών.

Ο Έφις όμως ήταν λυπημένος και μόλις μείνανε μόνοι έβαλε τις φωνές στο σύντροφό του για τη δολιότητά του και το κακό παράδειγμα. «Μιλάς όπως μιλούσε η μητέρα μου», είπε ο τυφλός, και αποκοιμήθηκε κάτω από τη βροχή. Στο πανηγύρι του Αγίου Πνεύματος υπήρχε λίγος κόσμος αλλά εκλεκτός. Ήταν τσέλιγκες με τις χοντρές γυναίκες τους και τα όμορφα, σβέλτα κορίτσια τους.

Την άλλη μέρα, περιδιαβάζοντας, συνάντησε ένα ζητιάνο, γεμάτον πληγές, με μάτια σβυσμένα, την άκρη της μύτης φαγωμένη, το στόμα στραβωμένο, τα δόντια μαύρα, που μιλούσε με το λαρύγγι, βασανιζόμενος από ένα σφοδρό βήχα και που σε κάθε του βήξιμο φτυούσε κ' ένα δόντι. &Πώς ο Αγαθούλης συνάντησε τον παλιό του δάσκαλο της φιλοσοφίας, τον δόχτορα Παγγλώσση και τι απέγινε.&

Μακάρι να ’ταν όλοι σαν κι εσένα και τα εφτά σκούδα που μου χρωστάς να ήταν εκατό!» «Ο διάολος να σε πάρει», σκαφτόταν ο Έφις. «Μου δάνεισες τέσσερα σκούδα τα Χριστούγεννα και τώρα τα έκανες κιόλας εφτά!» «Λοιπόν, Καλί», πρόσθεσε χαμηλόφωνα με σκυμμένο το κεφάλι σαν να μιλούσε στα γουρουνάκια που μυρίζονταν με επιμονή τα πόδια του. «Καλί, δώσε μου άλλο ένα σκούδο!

Και χάμου αφτοί ξεπέζεψαν ν' ακουρμαστούν το λόγο που τους μιλούσε ο Έχτορας, στα χέρια του κρατώντας κοντάρι ως έντεκα πηχών, με το χαλκένιο στόκο πούλαμπε ομπρός κι' ολόχρυσο τον έσφιγγε ζουνάρι. 495 Σ' αφτό ακουμπώντας έπιασε ναν τους μιλήσει κι' είπε «Ακούστε, Τρώες και βοηθοί, κι' ακούστε με, Δαρδάνοι!

Ενώ όμως μιλούσε με τη μάνα μου, πλησίασα στην καθέκλα της και πήρα στάση παραπονετική. Διψούσα τα φιλιά της. Το κατάλαβε και ταγαπημένο της χέρι απλώθηκε πάλι στο κεφάλι μου. Επήρα θάρρος και κινήθηκα προς την αγκαλιά της· αλλά το ίδιο χέρι μέσπρωξε απαλά. — Όι, Γιωργή μου, δεν κάνει. Δεν τώπαμε πως εδά' σαι μεγάλος και δεν είσαι μπλειο για φιλιά;

Στις κρίσεις του για τους μεγάλους Ιταλούς Καλλιτέχνες, λέει ο de Quincey, «φάνηκε ένας τόνος ειλικρίνειας και φυσικής αισθαντικότητος, όπως θα συνέβαινε με κείνον που θα μιλούσε σύμφωνα με τη δική του γνώμη και δεν θα ήταν απλός αντιγραφεύς βιβλίων». Ο μεγαλύτερος έπαινος που μπορεί να του κάνουμε είναι ότι προσπάθησε να ζωντανέψη το ύφος σα μια συνειδητή παράδοση.

Η Νοέμι δεν απάντησε, δεν μπορούσε να μιλήσει. «Τι έγινε;», επανέλαβε δυνατά. «Καταστραφήκαμε, Πρέντου…», είπε τελικά και της φάνηκε ότι μιλούσε παρά τη θέλησή της. «Ξοφλήσαμε. Ο Τζατσίντο πλαστογράφησε την υπογραφή της Έστερ….. Και η τοκογλύφος διαμαρτύρησε τη συναλλαγματική…» «Α, να πάρει ο διάολος!», φώναξε ο ντον Πρέντου, δίνοντας μια γροθιά στον τοίχο.

Κι' ο Παύλος την αγάπησε κ' εκείνος γιατί ήτανε ξανθή και λυγερή και μιλούσε γλυκά και χαϊδεμένα και τα μάτια της λάμπανε, σαν αστεράκια στο απόβροχο, και το στήθος της σάλευε σαν κυματάκι· την αγάπησε ακόμα για τόσα άλλα πράματα που κανένας δεν τα ξέρει. Έτσι, χωρίς να το καταλάβουν και μόνοι τους, αγαπηθήκανε ο Παύλος κ' η Παυλίνα και γινήκανε ταίρι.

Ο καθηγητής μιλούσε σιγά σα να δυσκολευότανε να προφέρη κάθε λέξη. Δεν αιστανόμουν άλλο τίποτε παρά πως ήρθε το αναπόφευχτο και πως έπρεπε να γκαρδιωθώ για να μπορέσω να το υποφέρω.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν