Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Μα όλα ψηλά και χαμηλά στρωμένα ήσαν με ρούχο κατακόκκινο, κυματιστό, που έβαφε με αβρό φεγγοβόλημα ως και το σωτρόπι της σκάφης μας. Κάπου στα πέρατα της γης πυρκαγιά ετίναζε τη λαμπάδα της ψηλά κ' έρριχνε φοβερούς αποκλαμούς περαδώθε, άπληστη να χάψη τα σύμπαντα. Μα πού το κάμα και πού η αθάλη της; Και τα δυο έλειπαν.

Ο ιερεύς εστράφη. — Τι τρέχει; — Δε ξέρου τι να είνε, είπεν ο βοσκός... βαθειά κάτ' χουιάζει... «πού είσαστε, πού είσαστεΝα πάρου μια λαμπάδα να πάου να ιδώ; — Να πας. Δύο ή τρεις άλλοι νεαροί βοσκοί και ποιμένες έλαβον αμέσως τας λαμπάδας των κι' έτρεξαν έξω.

Και όταν πλέον εγλυκολάλουν επάνω εις τον κόσμον οι κώδωνες των ναών, και από τον φεγγίτην έλαμπον φαεινά τα φώτα της Αναστάσεως, εις μάτην προσεπάθει τότε να εγερθή ο κυρ- Μιχάλης, ν' ακούση και αυτός το Χριστός Ανέστη εις τον γειτονικόν του ναόν, ν' ανάψη και αυτός την λαμπάδα του.

Εις το άκουσμα εκείνο ανήγειρεν η Ιωάννα την κεφαλήν και έμπροσθεν αυτής ίστατο λευκόπτερος νεανίσκος ενδεδυμένος αστράπτουσαν εσθήτα, ίριδα φέρων επί της κεφαλής, ερυθράν λαμπάδα εις την δεξιάν και ποτήριον εις την αριστεράν.

Και προετοιμασθείς και καλλωπισθείς πανηγυρικώς και λαβών την λαμπάδα του απήλθεν εις τον ναόν εγκαιρότερον, ίνα επιστατή εν τω παγκαρίω. Ήτο η ώρα 11. Η Ανάστασις θα ετελείτο ακριβώς την δωδεκάτην. — Μη βιάζεσαι, είπεν εις την σύζυγόν του απερχόμενος. Θα έλθω να σε πάρω, όταν πλησιάση η ώρα ν' αναστήσουν.

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ μεθ' όλου του στρατεύματος θα τελέσωμεν της κόρης μας τους γάμους. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και εγώ πού θα ήμαι; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Συ να επιστρέψης εις το Άργος, διά να φροντίζης περί των άλλων θυγατέρων μας. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ν' αφήσω εδώ την κόρην μου ; Και ποίος θα κρατή την λαμπάδα του γάμου ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ, ο πατήρ. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αυτό δεν επιτρέπεται. Μη λέγης άτοπα.

Επήδεν η Βγένα, προεξάρχουσα πάντοτε των δεομένων γυναικών, ανάψασα ήδη μίαν μεγάλην λαμπάδα, της οποίας το μέγα φως κινούμενον σπασμωδικώς υπό του ανέμου, ωρυομένου διαρκώς διά των χασμάδων των παραθύρων, προσέδιδε μίαν μυστηριώδη και υπερφυσικήν κίνησιν εις την Αγίαν Εικόνα, ήτις ενόμιζες ότι εσαλεύετο υπό των κυμάτων άλλοτε υψουμένη επί της κορυφής αυτών, και άλλοτε βυθιζομένη εις το σκοτεινόν κοίλωμά των.

Η κυρά-Μιχάλαινα, λαβούσα την λαμπάδα της, ήρχισε ν' αναβαίνη με χαράν απερίγραπτον την κλίμακα, ο δε κυρ-Μιχάλης παρηκολούθει σιωπηλός, κρατών και αυτός την λευκήν λαμπάδα του και λέγων να σπεύσουν να προλάβουν το «Δεύτε λάβετε φως».

Τότες είπα μέσα μου: «Ας γυρίσω πίσω ν' ανάψω στην Παναγιά τη λαμπάδα που της έφερα, χωρίς να ειπώ κανενός ποιος είμαι και ποιος δεν είμαι, κι' ύστερα ανοιχτός μου είναι ο δρόμος της Ξενιτειάς... Γύρισα, μπήκα στην εκκλησιά κι' άναψα τη λαμπάδα. Τ' άλλα τα ξέρετε! Και πάλε καλώς σας ηύρα, χωριανοί μ'. Είμ' ο Κώστας!!! »

Είναι όμως παρηγορητικό να βλέπουμε τους σημερνούς τους Βυζαντινολόγους, Άγγλους, Γάλλους και Γερμανούς, που κρένουνε και γράφουνε με την λαμπάδα της αλήθειας στο χέρι.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν