Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Εγώ αγαπώ να εργάζωμαι γρήγορα, και κάθε τι όπως είναι γραμμένο, μένει· να σου όμως αυτός δύστροπος, και μου επιστρέφει το έγγραφον και μου λέγει: Είναι καλόν, αλλ' επιθεωρήσατέ το· ευρίσκει κανείς πάντα μια καλύτερη λέξη, ένα καταλληλότερο μόριο. Τότε με παίρνει ο διάβολος.
Στην Ελλάδα πήραν τη λέξη. Πώς την είπαν; Το φοκόλ, του φοκόλς όχι! Τόκλιναν αμέσως, σα να είταν κανένα γραικικό, αρχαίο όνομα, και το είπαν το φοκόλο, τον φοκόλου, όπως λεν τάλογο, του αλόγου, το δώρο, του δώρου. Από κει βλέπουμε που ο λαός πάντα θυμάται και ξέρει το κλιτικό σύστημα της αρχαίας για τα ουδέτερα.
Μου μιλούσανε για πόλεμο και στα χείλια μου ανέβαινε μια λέξη στερεότυπη: Υποχώρηση. Μούλεγε κανείς πως μπορεί καμιά μέρα να φτάσουμε ίσαμε την Ελασώνα και εγώ έσκυβα στο χάρτη να ιδώ καταπού πέφτει ο Καβομαλιάς. Έβλεπα που φέρνανε τα καινούρια κανόνια και μουρμούριζα γιατί αντί κανόνια να μη φέρνουν ατμάροτρα και θεριστικές μηχανές.
Είπε, κι' όλοι έμειναν ξεροί χωρίς να βγάλουν λέξη 430 σα σαστισμένοι· τι σφιχτά πολύ τους τόπε τ' όχι.
Παίρνει τη γραμμένη λέξη και η δράσις, η χειρονομία, η φωνή του γίνονται μέσα αποκαλύψεως. Ο τραγουδιστής ή ο παίκτης κιθάρας και βιόλας είναι ο κριτικός της μουσικής.
Άλλο τόσο παγώνουν οι παγωμένοι της οι κανόνες σε μια καρδιά που ξέρει τι θέλει, που γυρεύει την τρυφερή τη λέξη να παραστήση τον πόνο της, την κοφτερή να δείξη το πάθος της. Πού ακούστηκε τέτοιο κακό! Πού ακούστηκε Αχιλλέας ή Αμλέτος να πασαλείβη το πάθος του με τέτοιους σουβάδες; Σε ποιο βιβλίο γράφηκε πως οι μεγάλοι οι τεχνίτες του κόσμου πήραν από δασκάλους τη γλώσσα τους!
Γιατί όμως δεν έγραψες δυο λέξεις, δεν έστειλες χαιρετίσματα; Κι όμως τόσοι ήρθαν από την Αμερική!» Ο Έφις έκανε ν’ απαντήσει, αλλά είδε τη Νοέμι να γελά σαν να ήξερε κι εκείνη την αλήθεια, και έπαψε ακόμη πιο ταπεινωμένος. «Κι έφυγες έτσι, Έφις! Σαν να σ’ είχαμε προσβάλει, χωρίς να πεις μια λέξη, Έφις!
Με έναν δρόμο τόσο επίπεδο και ήσυχο μπορεί κανείς να γυρίσει τον κόσμο σε μια μέρα. Ναι, η θεία Νοέμι έμεινε με το στόμα ανοιχτό όταν με είδε. Σίγουρα δεν με περίμενε και ίσως πίστευε ότι λάθεψα πόρτα!» Κάθε λέξη του και η ξενική του προφορά έκαναν την καρδιά της Γκριζέντα να σκιρτάει.
Κι εγώ, αν εσύ θυμώνεις, 477 δε χολοσκάνω, μηδέ αν πας πέρα ως την άκρη άκρη της γης και του πελάγου, εκεί που ο Γιαπετός κι' ο Κρόνος κάθουνται, κι' ούτε χαίρουνται δροσαχνισμένα αγέρια 480 ούτ' ήλιο, κι' είναι ολόγυρα τα βάθια του Ταρτάρου· αν καταντήσεις κι' ως εκεί, εγώ τα πείσματά σου δεν τα ψηφάω, γιατί όμιο σου θεριό δε βρίσκεται άλλο.» Είπε, μα δεν τ' απάντησε μηδέ μια λέξη η Ήρα.
Είπε, μα δεν της έκρινε ο συγνεφοσυνάχτης, Μον ώρα κάθουνταν πολλή δίχως να βγάζει λέξη. Κι' η Θέτη καθώς τούπιασε το γόνα, το βαστούσε πάντα σφιχτά, και ξαναρχής δεφτέρωσε το λόγο «Πες πια το ναι έτσι αληθινά και τάξ' το μου, ή κι' αρνήσου — και τι σε μέλει αν αρνηθείς; — να μάθω θέλω εμένα 515 πόσο πιο λίγο απ' τους λοιπούς θεούς με λογαριάζεις.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν