Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Αυτό υπομονή· μα το νόστιμο είναι που κι αυτή ξελαγιάστηκε. Τους πρώτους πέντ' έξη μήνες έκαμε κάτι. Έμαθε τα μικρά να διαβάζουν, και να λεν πως υπάρχει εκεί κάτω και μια ρωμιοσύνη δίχως αγάδες. Το πρωί όλ' αυτά. Ταπομεσήμερο είχε κέντημα και ράψιμο. Οι μεγαλήτερες δίδασκαν τις μικρότερες, κ' η δασκάλισσα πήγαινε στην κάμαρά της να ξεκουραστή.

Μύθος δεν είνε, εγώ πονώ κ' εσύ το ξέρεις Χρύσω. — Η κόρη ολόρθη σώπαινε, κι' όντας σωπαίν' η κόρη Κ' όντας δε φεύγει δε προγγά, θα πη πως δεν πεισμώνει, Θα πη πως την ελόχεψε κι αυτή με το κεντρί της Η μέλισσα η χρυσόφτερη που τήνε λεν Αγάπη, Και με τα λόγια τα γλυκά τ' αγούρου αναγαλιάζει. Ψάρεψε ο Λάμπρος στη σκοπή τ' άφαντο μυστικό της.

Κ' έτσι, αγαπητέ μου Ερνέστε, τέτοιες εικόνες δεν θα γοητεύσουν πραγματικά τον κριτικό, θα τις αφήση αυτές για να πάρη άλλα έργα, που να τον κάνουν να σκεφθή, να ονειροπολήση, να φαντασθή· έργα που έχουν την λεπτήν ιδιότητα της υποβολής και φαίνονται σαν να λεν πως μπορεί κανείς μέσα κι απ' αυτά ακόμα να καταφύγη σε πλατύτερον κόσμο.

Μα η Χλόη, επειδή τότε πρώτη φορά άκουσεν αυτό που λεν αντίλαλο, πότε έβλεπε κατά τη θάλασσα, ενώ οι ναύτες ετραγουδούσανε με το πρόσταγμα, πότε εγύριζε κατά το φαράγγι, ζητώντας εκείνους που αποκρίνονταν.

Και το σκαφτό σα διάβηκαν χαντάκι, παν καθίζουν στα παστρικά, όπου φαίνουνταν στη μέση μια άδια θέση δίχως κουφάρια κατά γης, όθενες, πίσω πάλι 200 είχε γυρίσει ο Έχτορας, σα βάραε τους Αργίτες κι' έφτασε η νύχτα κι' έκρυψε όλα τα πάντα γύρω. Εκεί έκατσαν κι' αρχίνησαν να λεν το τι θα κάνουν.

Της αρνηθήκανε, όπως λεν εδώ, τις &τιμές της ταφής&, δηλ. το να σαπίση μ' όλους τους ζητιάνους της συνοικίας σ' ένα άθλιο νεκροταφείο. Τη θάψανε χωριστά από τους συντρόφους της στη γωνιά της οδού της Βουργουνδίας· αυτό θα της εκόστισε πολύ, γιατί το πνεύμα της ήτανε πολύ ευγενικό. — Αυτό είνε μεγάλη αγένεια, είπε ο Αγαθούλης.

Λεν τα παιδιά του τσέλιγγα παινετικό τραγούδι, Και παίρνουν πάλι αφρόγαλα και πίνουν και ραντίζουν Και ξανασκούζουν: χούι, χούι, χούι! ρίχνουν και τρία αρμούτια. Τον πιστικό τον Ζαχαριά ρωτούν οι σύντροφοί του.

Το μυστικό του τραγουδιού να μάθη δε μπορούσε, — Και το γεφύρι στένεται κι' αυτός το καμαρώνειΩς π' άκουσε η Ξωθιές να λεν: «Γεφύρι δεν στεριώνει. Ούτε θεμέλιο σταίνεταιτον Άσπρο, μα τα μάτια μας. Κόρη αν δεν έρθη απάρθενη σκλάβα μέσ' 'ς τα παλάτια μας, Κι' ως που μαθεύτηκε ο χαμός της κόρης πέρα ως πέρα. Μήνες περνούνε.

Μέσα όμως σταφανέρωτο το χαρέμι όλες, όλες είναι περιβολάκια συμμαζεμένα και γλυκοπότιστα. Μα βλέπω και μας μεθάει η μάγισσα η ομορφιά! Σα να το ξεχνούμε τι λογής μαξούλι μας φέρνουν αυτά τα περιβολάκια! Το λησμονήσαμε πως εδώ είναι που βγαίνει το βοτάνι που το τρώμε και μας κάνει και σκύβουμε όλη μας τη ζωή, πως εδώ γεννιέται και μεγαλώνει το φοβερό το θεριό που το λεν &Τουρκιά!&

Το πρωί είναι άπειρο το φως, το πρωί γεμίζει ο ουρανός χαμογέλοια, βάζει ρούχα καινούρια και γιορτάζουν τα περιβόλια. Λέλα, κάθου, μη σηκωθής. Μείνε, μείνε ακκουμπισμένη στη συκιά που σε σκεπάζει, ολόχρουσό μου κεφαλάκι. Τα φύλλα κουνιούνται αγάλια αγάλια και σου λεν καλημέρα. Τι ωραία που είσαι! Τρέμει η καρδιά μου που θα ραγίση.

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν