Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Κι αμέ δε θυμάσαι, καημένη, τότες που ήρθ' ο Γληγόρης μου από τη ξενιτειά, τι κακό έγινε ώσπου να μου πάρη το πρώτο φιλί; Σαν τρελλός με κυνηγούσε μες στην αυλή. Η παρέα τριγύρω, και γω με το δίσκο στα χέρια να χώνουμαι από δω κι από κει, ώσπου πρόβαλε στη μέση η θεια μου η Βαρβάρα και φώναζε πως αυτά μαθές δεν ταιριάζουνε σε τιμημένα κορίτσια. Περμ.

Εκεί από δίπλα πέρασαν τρεχάτοι, κυνηγώντας, φεβγάλα ο άλλοςκι' έφεβγε μπροστά 'να παλικάρι, μα πιο παλικαράς πολύ τον κυνηγούσε πίσωμε βια, τι δα δεν είχανε σφαχτάρι ή βοϊδασπίδι στο μάτι, που βραβεία οι νιοί στο τρέξιμο κερδίζουν, 160 μον έτρεχαν για την ψυχή του ξακουσμένου Εχτόρου.

Και δεν τον εζύγονε πια καθόλου, παρά πότ' εδώ και πότ' εκεί έβοσκε τα γίδια, αποφεύγοντας εκείνον και γυρεύοντας τη Χλόη. Μα μήτε ο Γνάθωνας τον κυνηγούσε πια, σαν έμαθε καλά, ότι δεν είναι μονάχα όμορφος, παρά και δυνατός· και ζητούσεν ευκαιρία να μιλήση γι' αυτόν στον Άστυλο κ' έλπιζε να του τόνε χαρίση ο νέος, επειδή ήθελε να του κάνη πολλές και μεγάλες χάρες.

Επειδή όμως και φυσικά κυνηγούσε τα παιδιά, άμα βρήκεν ομορφιά, που μήτε στην πολιτεία δεν την είχεν ιδή, έβαλε με το νου του να ριχτή του Δάφνη κ' ενόμιζε πως εύκολα θα τον καταφέρη, σαν γιδάρης που ήτανε. Κι αφού αποφάσισεν αυτά δεν πήγαινε στο κυνήγι μαζί με τον Άστυλο, παρά κατέβαινε εκεί που έβοσκεν ο Δάφνης, παίρνοντας πρόφαση τα γίδια· η αλήθεια όμως ήτανε πως ήθελε να ιδή το Δάφνη.

Ο δυνατός αέρας χτυπούσε το πρόσωπό μου και τα μάγουλα, και γύρω μου άκουγα έναν κρότο σαν από βροντερούς καταρράχτες, που τους δέρνουν άγριοι άνεμοι. Είδα τις γραμμές των βράχων να χάνουνται γλαυκόμαυρες στο μάκρος, ενώ η μπόρα κυνηγούσε με λύσσα τα σύννεφα στον ουρανό, που έλαμπε γαλανός εκεί όπου σκιζόντανε τα νέφη.

Και πια σαν ήρθαν στου γοργού το πέρασμα ποτάμου πούχε του Δία κάνει ο γιος, στου κυματάρη Ξάνθου, τους κόβει εκεί, και τους μισούς στον κάμπο κυνηγούσε κατά τη χώρα, οπούτρεχαν κατάφοβοι οι Αργίτες τη μέρα πριν, σα μάνιαζε τ' αφέντη ο γιος Πριάμου· 5 εκεί τρεχάτοι χύθηκαν, κι' ομπρός ναν τους μπερδέψει άπλωσε η Ήρα 'να πηχτό σκοτάδι. Οι άλλοι πάλι σπρωχνόντουσαν προς το βαθύ αφράργυρο ποτάμι.

Κι ο Δάφνης λοιπόν, ανάφτοντας από όλα αυτά, έμπαινε στα ποτάμια και πότε λούζονταν και πότε κυνηγούσε όσα ψάρια στρυφογυρίζανε μέσα στο νερό· και έπινε πολλές φορές για να σβύση τη φωτιά που είχε μέσα του.

Και καθώς ο τράγος ξέφευγε κ' εκείνος τον κυνηγούσε με θυμό, δεν έβλεπαν καλά μπροστά τους κ' έτσι πέφτουν κ' οι δυο μέσα σε λάκκο· πρώτα ο τράγος κ' ύστερα ο Δάφνης. Αυτό όμως έσωσε το Δάφνη, επειδή ο τράγος του στάθηκε σαν στήριγμα στο πέσιμο. Ο Δάφνης λοιπόν κλαίοντας περίμενε μήπως θα ερχότανε κανένας να τον τραβήξη.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν