Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Άλλως δε η θύρα του χωρίσματος τούτου ήτο από αμνημονεύτων χρόνων ερμητικώς κεκλεισμένη. Περί την δευτέραν ώραν της νυκτός, ενώ αι μοναχαί ανεγίνωσκον εν τω καθολικώ το απόδειπνον, η αδελφή Βεάτη εσκέφθη ότι δεν έπρεπε να χάση καιρόν, έλαβεν εκ του μαγειρείου δάδα ανημμένην και ανήλθε τα τρία πατώματα της &κόρδας&. Έφθασεν εις την θύραν του πυργοειδούς δώματος.
Πλην ο άλλος ούτος είνε επί της κλίνης· τα τέκνα του είνε μετ' αυτού· η θύρα του είνε κλειστή και μανδαλωμένη. Εις την έκθυμον ικεσίαν του φίλου απαντά αποτόμως. Δεν επιστρέφει την προσηγορίαν, φ ί λ ε. «Μη μοι κόπους πάρεχε· η θύρα κέκλεισται, ου δύναμαι», απαντά ένδοθεν.
Η προστριβή και ο κρότος του σιδηρού εργαλείου αντήχησε βραχνώς υπό τον λίθινον θόλον. Η θύρα ηνοίχθη μετά βαρέος τριγμού. Η Βεάτη προέβαλε γοργώς την κεφαλήν όπισθεν της Σιξτίνης και προσεπάθησε να ίδη τα εντός του ανοιχθέντος θαλάμου. Αλλ' όσον άπληστον και αν ήτο το βλέμμα της ουδέν προέλαβε να ίδη. Η αδελφή Σιξτίνα έκλεισεν αύθις την θύραν και σκότος βαθύ αποκατέστη.
Σ' αυτό απάνω, ανασηκώθηκε λιγάκι, ζύγιασε τα μάτια της κατά τη θύρα κι' είπε: — Ανοίξτε τη θύρα κι' αναμεράστε όσοι είστε μπροστά, γιατί μ' εμποδίζετε να ιδώ. θέλω να τον ιδώ τον ξενιτεμένο μου να μπαίνη μέσα μ' όλη του τη λεβεντιά..
Όταν επρωτοπήγεν εις την Βενετίαν, είχε προμηθευθή όλα τα ιερά βιβλία, τα οποία τα είχεν όλα χρυσοδεμένα, εν οίς διέπρεπον η Αμαρτωλών Σωτηρία, η Θύρα μετανοίας και τα Πνευματικά Γυμνάσματα . Εις αυτάς λοιπόν τας καλάς συνηθείας του απέδιδεν ο Καπετάν-Μαμμής την πρόοδόν του και ούτω τον ενίσχυε να πιστεύη και ο στενός φίλος του ο Παπά-Νικόλας, με τον οποίον διαρκώς συνανεστρέφετο από της χηρείας του ευχαριστούμενος εις τας καλάς συμβουλάς του, όστις οσάκις ήκουε μεταξύ άλλων καπετανέων να γίνεται λόγος περί της ευημερίας του καπετάν-Μαμμή τους έλεγεν με ένα αυθεντικόν τρόπον το προφητικόν: — «Εάν θέλητε, και εισακούσητέ μου, τα αγαθά της γης φάγεσθε». Γιατί λοιπόν παραξενεύεσθε; Δεν πιστεύετε τα λόγια του Αγίου Πνεύματος;
Το κοράσιον, ανασηκώσαν τον επί των οφθαλμών του επίδεσμον, ηρώτα μετ' ανησυχίας την μητέρα του: «Τι τρέχει; Ποίος είναι;» ο δε φοιτητής, όρθιος πάντοτε, διακόψας την προσήλωσιν εις την θύραν του δωματίου του ιατρού, έστρεψε τον υγιή οφθαλμόν προς την είσοδον της τραπεζαρίας. Όλοι μετά περιεργείας επερίμενον την εμφάνισιν των ανερχομένων. Επί τέλους η θύρα ηνοίχθη.
Την στιγμήν εκείνην ηκούσθη φωνή, βήμα, κρότος, εις το μικρόν χαγιάτι έξω, και η θύρα, την οποίαν η γραία, η πενθερά του Λυρίγκου, αναχωρήσασα δεν είχε κλείσει εις το μάνδαλον, αλλά μόνον την είχε γείρη, ηνοίχθη πέραν και πέραν, ενδίδουσα εις ώθησιν έξωθεν. — Εδώ είναι, ηρώτησεν ο εμφανισθείς άνθρωπος, εδώ είναι, το σπίτι του Λυρίγκου, του τσοπάνη;
Το λουτρόν του είναι έτοιμον και το δείπνον παρεσκευασμένον. Αλλά, πριν κλεισθή όπισθεν αυτών η χ ρ υ σ οκ α γ γ έ λ ω τ η των παλατίων θύρα, λαμβάνει τας τελευταίας μερίμνας περί του ιδίου βασιλείου και των υπηκόων του· δίδει τας αναγκαίας διαταγάς εις τας προ αυτού συνηθροισμένας νεφέλας. — Συ λάβε τους ασκούς σου και δράμε προς την Αίγυπτον. Οι άνθρωποι εκεί έχουν φυτεύσει δένδρα.
Μονάχος τότε εκίνησα Το δεξί δρόμο πήρα, Να ιδώ, να ιδώ πούθελα βγη, Πούθελα καταντήσει. Και προχωρώντας έφθασα Σε μαρμαρένια βρύση, Κι' αντίκρυ της υψόνονταν Μια χρυσωμένη θύρα.
Μόνον εγύρισε το πρόσωπό του από την άλλη μεριά για να μην τον βλέπη, και: — Αφήκες να σκοτώσουν τον αδελφοποιτό σου, του είπε, χωρίς ν' αδειάσης το τουφέκι σου· κ' έρχεσαι στο σπίτι μου, χωρίς το κεφάλι του φονιά στο χέρι σου; Είσαι άνανδρος! Είσαι προδότης! Και τον εσκούντησεν έξω, κ' έκλεισε την θύρα! Χωρίς ζωή στο κορμί του, χωρίς παρά στην τσέπη του!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν