Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Ήτο δύσκολον να περάση ημέρα χωρίς να την ίδη μίαν φοράν τουλάχιστον και άλλος προσεκτικώτερος του Μανώλη θα έφθανεν εκ τούτου εις το συμπέρασμα ότι η χήρα επεδίωκε την συνάντησίν του. Αλλ' ενώ κατά τας άλλας ημέρας η συνάντησις εκείνη δεν δυσηρέστει τον Μανώλην, την ημέραν εκείνην τον ανησύχησε. Παραδόξως όμως η Καλιώ δεν εφαίνετο θυμωμένη. — Ως πού, Μανωλιό; τον ηρώτησεν.
Η Ευανθία εμόρφασεν οργίλως, θυμωμένη κατά του ιδίου εαυτού της· αφήκε μικράν κραυγήν εκπλήξεως ως ν' ανεκάλυψεν αίφνης έν πράγμα, το οποίον ήτον εμπρός εις τα μάτια της, και όμως δεν το έβλεπεν έως τότε· και ταχεία, έλυσε την ιδίαν λευκήν ποδιάν της και την εφήπλωσεν επί του τραπεζίου.
Ήθελε να τον μισή μολαταύτα: δεν την είχε περιφρονήσει κατά ένα χυδαίο τρόπο; Ήθελε να τον μισή. Και δεν μπορούσε. Και η καρδιά της ήτανε θυμωμένη για την τρυφερότητα αυτή, την πειο οδυνηρή από το μίσος. Με αγωνία τους παρατηρούσε η Βραγγίνα. Και πειο σκληρά ακόμη βασανιζότανε αυτή, που μόνη ήξερε τι κακό είχε κάμει.
Μα σαν επροχώρησε καμπόσο και είδε που δεν το εκούνησα, εγύρισε πίσω θυμωμένη, και: — Τι χάσκεις απ' αυτού, μωρέ πολλακαμένε; — εφώναξε. — Ε; φυλάγεις να το πω για να σαλέψης; Αν σε βαστά μην την ακολουθείς. Θα ήταν καλή να με φακιολίση με καμμιά βωλάκα. Αφήκα λοιπόν την δουλειά μου, κ' έπεσα καταπόδι της. Πού να την φθάσης! Βρε αγκάθια, βρε χανδάκια, βρε φράχταις — δεν έβλεπε τίποτε.
Η Τζελίκα έμενε μεγάλως θυμωμένη διά την αυθάδειαν του Φακύρη, και αμπώχνοντάς τον του λέγει· Τρισάθλιε, σου έπρεπε διά την τόλμην σου να βάλω τους σκλάβους μου να μη σου αφήσουν κόκκαλον εις το κορμί γερόν· μα το σέβας που φέρω εις τον φίλον σου, με εμποδίζει να το βάλω εις πράξιν. Και έτσι λέγοντας εμπουλώθη και εβγήκεν θυμωμένη από τον χοντζερέ μου.
Μα εκείνη η γλυκυτάτη νέα θυμωμένη διά την τόλμην του, τον άμπωσε με αγριότητα και του είπεν· όποιος και αν είσαι, στάσου, και μη ξεπηδάς τα όρια της σωφροσύνης· εγώ είμαι μία θυγατέρα ευγενής· είναι μάταιον εσύ να επιθυμήσης να με αποκτήσης, επειδή και δεν ηξεύρεις να με απολαύσης, διά το οποίον δεν θέλεις με ιδεί πλέον.
Μα με όλον που επροσπάθει να την παρηγορήση και να την καταπραΰνη, τόσον περισσότερον της άναπτε την ανησυχίαν της και το μίσος προς αυτόν, λέγοντάς του θυμωμένη, να σιωπήση αν θέλη· και με όλον που ήτον νύκτα ήθελε να πηγαίνη εις το Μουσουλπατάν. Αυτό το έκανεν αυτή, όχι μόνον διά να μην απεράση την νύκτα με τον γέροντα, αλλά και διά να ιδή τι έγινεν η αδελφή της.
Τότε καλά έκαμες που δεν ήλθες. Δεν θα διασκέδασες καλά μητέρα; Σε βλέπω θυμωμένη. Και δεν έχω δίκηο; Ακούς εκεί να υποσχεθής πως θάρθης και να μας γελάσης. Άσκημα παιδί μου, άσκημα καμώματα! Και ο πατέρας σου έγινε πάλι έξω φρενών. Λ έ λ α. Μα ο πατέρας είναι πάντα έξω φρενών. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Σς! μη σας ακούση για το Θεό! Και αυτή τη φορά με το δίκηο του. Κ ώ σ τ α ς.
Τότε θυμωμένη η γυναίκα του λέγει· εσύ γελάς με μένα, και με περιπαίζεις, αλλά γνώριζε, μα τον μέγαν μας Προφήτην, αν δεν μου ειπής τι είπεν ο γάιδαρος του βοϊδιού δεν έρχομαι απόψε να κοιμηθώ μαζί σου· και με τούτα τα λόγια εμβήκαν εις το σπίτι, και έκλαιεν οληνύκτα και ο άνδρας της εκοιμήθη μοναχός, και ήτον πολύ λυπημένος διότι την αγαπούσε.
Οι σκλάβες καταλαμβάνοντάς τον δόλον εδόθησαν να φωνάζουν μεγάλως, και η Ρετζία εφάνη πολλά θυμωμένη. Αχ, τρισάθλιε, μου λέγει, με τόσον δόλον έρχεσαι να φανερωθής έμπροσθέν μου, η αυθάδειά σου πρέπει να παιδευθή σκληρώς, και μη στοχάζεσαι διά την ηδονήν που μου έδωσες να συμπαθήσω δι' αυτήν την απάτην.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν