Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Και σχεδόν καθ' εκάστην την έτριβε με κηραλοιφήν, και της ήλειφε τα πλευρά, επιφωνούσα: «Κηραλοιφίτσα να το γιάνη!». Θλιβερά ανέτειλαν τα Χριστούγεννα διά την μικράν Αικατερίνην. Ο κόσμος εώρταζε, και η μήτηρ της εψυχομαχούσε! Και ο πατήρ της δεν έπαυσε να δικάζεται με τους δανειστάς, και άφησε την οικίαν άνευ οψωνίων, διά να πληρώση τους δικολάβους.
Γιατί ακόμα κι ο Ύπνος μας εγέλασε κ' έκλεισε τις ελεφαντένιες τις πόρτες κι άνοιξε τις κεράτινες πόρτες. Τα όνειρα της μεγάλης μέσης τάξεως τούτης της χώρας, όπως ανιστοριούνται στους δύο ογκώδεις τόμους του κ. Myers και στις Πραγματείες της ψυχικής Εταιρείας, είναι τα πιο θλιβερά πράματα που εδιάβασα ποτέ. Δεν υπάρχει ούτε ένας καν όμορφος βραχνάς ανάμεσα σ' αυτά.
Μ' αρέσει αυτή η μετεωρολογία της τέχνης! Βρίσκετε πως τα θλιβερά θέματα ταιριάζουν περισσότερο με το κρύο. ΑΝΘΥΠΟΛ. — Ξέρω κ' εγώ. Μου φαίνεται. ΦΛΕΡΗΣ — Έχω την ιδέα πως και με το κρύο σας αρέσουν τα εύθυμα θέματα. Α! φίλε μου. Αυτό σημαίνει πως είσθε ευτυχισμένος στους έρωτές σας και σας συγχαίρω ολοψύχως. ΑΝΘΥΠΟΛ. — Είσθε δηλαδή σύμφωνος. ΦΛΕΡΗΣ — Ήθελα να ήμουν.
Κάποια βήματα που πλησίαζαν τον έκαναν να σηκώσει τα μάτια. Νόμισε πως τα αναγνώρισε: ήταν τα γρήγορα και ελαφριά βήματα ενός παιδιού, βήματα αγγέλου που τρέχει να αναγγείλει τα χαρμόσυνα μηνύματα, και τα θλιβερά. Ας γίνει το θέλημα του Θεού: εκείνος στέλνει τα καλά και τα κακά μαντάτα.
Λέγει το βόιδι· ειπέ μου, να ζης, τι ήκουσες; ήξευρε ότι ο αυθέντης μας είπε του γεωργού αυτά τα θλιβερά λόγια, ήγουν, επειδή και το βόιδι δεν τρώγει, ούτε ημπορεί να σταθή εις τα ποδάρια του, αύριον να κράξης τον μακελλάρην να το σφάξη, και το μεν κρέας το αλατίζομεν, το δε δέρμα του το δίδομεν να το αργάσουν, διότι θέλει μας χρειασθή.
Ναι, κατά το βραδάκι, όπως μετά από μια μέρα ελευθερίας που την περνά κανείς περιπλανώμενος, χασομέρης και ανικανοποίητος. Όλα ήταν ήσυχα και θλιβερά εκεί πέρα. Το Βουνό πρόβαλε πάνω στο μαύρο σπίτι, στον ανοιχτοπράσινο ουρανό του δειλινού, το καινούργιο φεγγάρι έπεφτε επάνω στο Βουνό και ο αποσπερίτης τρεμόπαιζε πάνω από το φεγγάρι.
Τη επαύριον διεδόθη εις το χωρίον, το οποίον έντρομον εξήγειρεν η βραχνή του γέροντος φωνή, ότι ο καπετάν Τσούρμας ο Παπαργυρός «τα έχασε!» Και η φήμη αύτη η θλιβερά, επηλήθευσε μετ' ολίγον.
Ως τοιαύτην την εξελάμβανε κ' εστήριζε τότε επ' αυτής αγαθάς ελπίδας, ότι ενόσω είχεν αυτήν ο σύζυγός της, ουδέν κακόν θα επάθαινεν. — Αλλ' αν ευρέθη εις την ανάγκην και την επώλησεν! Της ήρχετο και αυτή η θλιβερά σκέψις. Παρήλθεν ούτω και άλλο ακόμη έτος και ουδεμίαν είδησιν ελάμβανεν η Θωμαή. Κατ' αρχάς, τας πρώτας ημέρας, διεδόθη ότι τον εφυλάκισαν εις Βόλον.
Όλαι αι προσπάθειαι είναι μάταιαι, διότι ο θάνατος προσεγγίζει, επέρασεν από εμπρός του με την μαύρην του σκιάν, με την οποίαν καλύπτει το θύμα του. Και ακριβώς ηπλούτο επ' αυτού η θλιβερά επίδρασις της αοράτου σκιάς, αν και αυτός δεν ημπορεί ν' ακούση ούτε και να ιδή· του κατέστησεν αντιληπτήν την παρουσίαν της κεφαλής εις το εσωτερικόν του δωματίου.
Όσοι δεν είχαν αλυσίδες, πέτρες εζερρίζωναν· και όσοι δεν είχαν πέτρες είχαν τα δόντια και τα νύχια τους, που εκατέβαζαν λουρίδες το κρέας. Το αίμα έλαμπε, ρουμπίνι ανεχτίμητο στις άσπρες πλάκες περίγυρα. Οι σάρκες εσπαρτάριζαν, θλιβερά κοψίδια στα μαύρα χώματα. Οι σκοτωμένοι, κρύος σωρός έφραζαν την είσοδο της σπηλιάς και οι λαβωμένοι εβαρυβογκούσαν πονετικά στον κούφιον αέρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν