United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βασίλισσα Ιζόλδη δε θυμόσαστε εκείνη την τόσο ωραία, την τόσο θερμή μέρα μέσα στην πλατειά θάλασσα; Είχατε δίψα!, δε θυμώσαστε, ω κόρη Βασιληά; Στο ίδιο ποτήρι ήπιαμε μαζύ. Από τότε είμαι παντοτεινά ζαλισμένος από κακό μεθύσι...» Μόλις άκουσε η Ιζόλδη αυτά τα λόγια, που μοναχά αυτή και κανένας άλλος μπορούσε να καταλάβη, έκρυψε το κεφάλι μέσα στο μαντύα της, σηκώθηκε και θέλησε να φύγη.

Έλαβε ενδιαφέρον για με, όταν του διεβίβασα μίαν παραγελίαν, και από τις πρώτες λέξεις ενόησεν ότι συνεννοούμεθα, ότι ηδύνατο να ομιλή με εμέ, όπως με τον καθένα. Προς τούτοις δεν δύναμαι αρκετά να εγκωμιάσω την ανοικτήν προς εμέ συμπεριφοράν του. Δεν υπάρχει τόσον αληθινή θερμή χαρά εις τον κόσμον, όσον το να βλέπεις μια μεγάλη ψυχή ν' ανοίγεται προς εσέ. 24 Δεκεμβρίου.

Διά την αυτήν αιτίαν και τα μη έχοντα αίμα ευκόλως φθείρονται, όταν δεν προστατεύη αυτά το μέγεθος του σώματός των• διότι δεν έχουσι ούτε λίπος ούτε γλυκύ τι στοιχείον, διότι εις το ζωον το λίπος είναι γλυκύ. Διά τούτο αι μέλισσαι είναι μακροβιώτεραι παρά άλλα μεγαλύτερα ζώα. * Και η ζωή είναι ωσαύτως υγρά και θερμή

Πέντε μήνες είχε παπάς και δεν τούχε τύχει στην ενορία του τέτοιο ξαφνικό, νύχτα ώρα. Υγεία βασίλευε στο νησί. Κάνα δυο γέροι είχαν πεθάνει άξαφνα, είχανε μείνει στον τόπο, που ούτε πρόφτασαν να τους μεταλάβουν. — Τι λες, ευλογημένε; Είμαι κι' ανήμπορος. Με τάραξε θέρμη σήμερα. Πώς να κινήσω νάρθω, με τέτοιον καιρό; — Για το Θεό, παπά μου. Ψυχή άνθρωπου χάνεται. Πρόφτασε!

Η θέρμη των πληγών, όσας εδέχθησαν οι παλάμαι του υπό του στρόμβου της γελαστής νεάνιδος, ανέδραμε ταχεία εις την καρδίαν του, και το ευχάριστον αυτής θάλπος κατέκλυσε τα στήθη του δι' αρρήτου ευδαιμονίας. Από της ημέρας δ' εκείνης οι στίχοι του Μιμίκου, λησμονήσαντες και αυγερινόν και σελήνην, ήρχισαν ψάλλοντες τον νέον αστέρα της Μαρίας.

Όσο μικρός κι αν είταν, εύρισκε ίσως πως είχε και κείνος τα ίδια δικαιώματα στον πατέρα μαζί με τάλλα αδέρφια κι όσο μικρός κι αν είταν ήξερε πως έπρεπε να έχη κι αυτός τη θέση του εκεί που είτανε ο μπαμπάς, η μαμά και ταδέρφια. Κοίταξε τον μπαμπά ερωτηματικά με τα μεγάλα μάτια του και με τόση θέρμη, σα να είτανε ζήτημα ζωής και θανάτου.

ΛΑΕΡΤΗΣ Τι; ποια ταραχή 'ναι τούτη; Εισέρχεται ΟΦΗΛΙΑ ΛΑΕΡΤΗΣ Ω θέρμη , τα μυαλά μου φρύξε! επτάπικρα τα δάκρυα την αίσθησιν να κάψουν όλην των ματιών μου. — Η τρέλλα σου, μα τον Θεόν, με τόσο βάρος θα πλερωθή, 'πού η ζυγαριάεμάς θα κλίνη.

Η θερμή αύτη πρόσψαυσις διεσκέδασεν εν ακαρεί το εις τας φλέβας του νεανίσκου κυκλοφορούν ρίγος· άμα δε συνελθών εξέτεινεν αμφοτέρους τους βραχίονας, ίνα συλλάβη το φάσμα, όπερ μόλις επρόφθασε να διαφύγη, αφίνον εις χείρας του το ήμισυ του υποκαμίσου και πέντε της κεφαλής του τρίχας.

Αλλά μόλις ελευθερώθη από την παρουσίαν του ανθρώπου, οπού ως θέρμη τηκτική μανίζει μέσα εις το αίμα του , νέος άκρος κίνδυνος τον ευρίσκει· παρ' ολίγον πίπτει θύμα αδίκου εκδικήσεως, του Λαέρτου, ο οποίος εις αυτόν αποδίδει τον φόνον του πατρός του, διότι ο Κλαύδιος εις την μεγάλην αδημονίαν του είχε κάμη το λάθος να τηρήση τον φόνον μυστικόν και να θάψη απόκρυφα τον νεκρόν.

Μην κάθεσαι λοιπόν και μου ψιλορωτάς τον άνθρωπο, μόνον γιάνε τον πρώτα! Ο Κιαμήλης είναι καλός, πολύ καλός ο καϋμένος, εξηκολούθησεν ο αδελφός μου, και πολλαίς φοραίς άνοιξε μονάχος του να με πη το πώς αρρώστησε. Μα όσαις φοραίς το δοκίμαζε τότε τόνε ξανάπιανεν η θέρμη. Εδώ μας διέκοψεν εισελθούσα η μήτηρ μου μετά των ξένων της.