United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Για πρώτη φορά χωρίς αμφιβολία αισθάνθηκα αυτό το ηδονικό αίσθημα να καταφλέγη όλη μου την ύπαρξη. «Μ' αγαπά: μ' αγαπάΚαίει ακόμη στα χείλη μου η ιερά φωτιά που έρρευσε χείμαρρος από τα δικά σου· νέα θερμή ηδονή είναι στην καρδιά μου. Συγχώρησέ με! συγχώρησέ με!

Δεν είπεν άλλο. Χαμήλωσε και τα μάτια. Ούτ' εγώ μπόρεσα να την τηράω περισσότερο κατά πρόσωπο γιατ' ο λόγος της τούτος άναψε θέρμη μες τα μελίγγια μου. Ύστερ' από καμμιά δεκαριά μέρες απαντηθήκαμε σ' ένα στενό κατηφορικό δρόμο του χωριού. Εγώ ανέβαινα κι αυτή κατέβαινε. Βαστούσε στ' αριστερό χέρι της κατιφένιο σακκουλάκι, πλουμισμένο με μετάξι απ' όξω και γιομάτο από βιβλιαράκια. Ήταν πρωί ακόμα.

Διά τούτο και το αισθητήριον όργανον της οσφρήσεως κείται ιδίως εις τον πέριξ του εγκεφάλου τόπον, διότι η ύλη του ψυχρού είναι δυνάμει θερμή . Και η του όμματος γένεσις είναι ομοία με την του οσφραντικού. Διότι το όμμα αποτελείται εκ μέρους του εγκεφάλου, όστις είναι το υγρότατον και ψυχρότατον των εν τω σώματι μερών. 13. Η δε αφή είναι εκ γης, και η γεύσις είναι είδος τι αφής.

Η εσπέρα ήτο θερμή και είχαμεν εξέλθη ν' αναπνεύσωμεν εις τον εξώστην μετά το δείπνον. Δεν ενθυμούμαι άλλην φωτεινοτέραν λάμψιν πανσελήνου, ούτε τοιούτον της θαλάσσης σπινθηρισμόν ούτε ευωδεστέρας του δάσους και των κήπων αναθυμιάσεις.

Αλλ' η θεια Μυγδαλίτσα είχε και μίαν μικράν παραίσθησιν. Είτε η δυστυχία, είτε η θερμή επιθυμία διά την επάνοδον του υιού της είχον σχηματίσει εντός του λογικού της την ιδέαν ότι ηδύνατο εις κάθε πλοίον ερχόμενον να είνε ο υιός της. Ηδύνατο κάθε πλοίον ερχόμενον να ήτο του υιού της. Πτωχή μήτερ!

Ο ηγεμών έχει καλαισθησίαν, και θα είχεν ακόμη περισσοτέραν, αν δεν ήταν περιωρισμένος από την αηδή ημιμάθεια και τη συνειθισμένη ονοματολογία. Πολλές φορές τρίζω τα δόντια μου, όταν εγώ με θερμή φαντασία τον εισάγω εις την φύσιν και την τέχνην, και εκείνος νομίζει πως κάμνει θαυμάσια το μέρος του όταν ακαταλλήλως παραθέτει κανένα τεχνικόν όρον. 16 Ιουνίου

Την επιούσαν η θέρμη επανήλθε σφοδροτέρα, και υπό του σκληρού του βηχός έτι μάλλον ηνωχλήθη. Ολόκληρον την κωμόπολιν κατετάραξεν η ασθένεια αύτη του αγαθού γέροντος. Οι δε προεστώτες, βλέποντες την χειροτέρευσιν του ασθενούς, έστειλαν αμέσως εις Ιωάννινα έφιππον, διά να προσκαλέσωσιν εκείθεν τον επιστήμονα και ευυπόληπτον ιατρόν Ι. Τ.

Χρυσοπηγή, χρυσόνειρο της άπραγής μου νιότης, Δείξε μου μια βολά κ' εσύ σημάδι αγάπης, Χρύσω, Τι ο μαύρος θα να βουρλιστώ με τον καϊμό που θρέφω, Τι στα μελίγγια μου ο καϊμός βαριά ξανάφτει θέρμη, Κι' αν κλαίγω, τα ματάκια μου για εσένα κλαίγουν, Χρύσω.

Γλυκείς, αόριστοι και ανεπίγνωστοι πόθοι, ογκούσι τα στήθη μας και θερμή σφύζει εντός της καρδίας ημών η άπληστος ελπίς. Εμπρός, εις κατάκτησιν του ωραίου ειδώλου!

Η μόνη αγάπη, το πάθος μάλλον το οποίον εφαίνετο να τον κατέχη ολόκληρον, ήτο η προς την αδελφήν του αφ' ενός, και η προς το καράβι του αφ' ετέρου, θερμή, ολόψυχος προσκόλλησίς του. Είχαν να κάμουν όλοι με τον μοναδικόν αυτόν χαρακτήρα. — Τι διάβολο! έλεγαν μάρμαρο είν' αυτός ο άνθρωπος! Διότι δεν τον είδαν ποτέ να γλεντίση και αυτός, σαν νέος, δεν ενθυμείτο να τον είδε κανείς ποτέ να γελάση!