Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Μια και τον πάρουμε έτσι το μεγάλο αυτό σηκωμό, ανάγκη να τον κατατάξουμε πρώτο πρώτο στα περιστατικά της ζωής του Ιουστινιανού, και για την εθνική ιστορία μας πιο σπουδαιότερο απ' όλες τις δόξες που σαν αστάχια τις θέριζε ο Βελισάριος σ' Ανατολή και σε Δύση.
Έγινε κολλήγας και με τους άλλους συντοπίτες του έσπερνε και θέριζε τα χωράφια τα δικά του, φέρνοντας στο καλύβι ό,τι άφινε η ασπλαχνιά του αφέντη του. Έτσι έζησε αυτός, έτσι ο γιος του, τ' αγγόνι, το διγγόνι του. Πέρασαν χρόνια και χρόνια, γενεές και γενεές. Η κακοτυχιά όμως δεν άφινε τους Ευμορφόπουλους. Μια γενεά έδιωχνε την άλλη· μα δε μπορούσε να διώξη και τη σκλαβιά από πάνω της.
Χίλιες στον κάμπο καίγανε φωτιές, κι' από πενήντα κοντά σε κάθε κάθουνταν νυχτοφωτίστρα φλόγα· και τ' άτια, βίκο τρώγοντας κι' ασπρόγλυκο κριθάρι, την ώρια πρόσμεναν αβγή όρθια κοντά στα πλοία. 565 Σαν έτσι οι Τρώες φύλαγαν· μα τους Αργίτες μάβρη τρομάρα θέριζε, φυγής συντρόφισσα ατιμάστρας, και πλήγωνε βαρύς καημός κάθε αρχηγού τα σπλάχνα.
Μουλάρια πρώτα θέριζε κι' ασπροτριχάτους σκύλους, 50 μα και τους άντρες έπειτα με τις πικρές σαΐτες βαρούσε· κι' όλο καίγανε πολλές φωτιές νεκρώνε. Μέρες εννιά πυκνόπεφταν μες στο στρατό οι σαΐτες, μα αφτού στις δέκα συντυχιά κηρύχνει ο Αχιλέας, γιατί τον φώτισε η θεά, η κρουσταλλόκορφη Ήρα, 55 τι θλίβουνταν τους Αχαιούς σα θώραε που πεθαίνουν.
Και πού να με τρομάξη, που άλλη ελπίδα δεν έχω! Ψεύτικη ελπίδα κι αυτή! Αν είτανε βλαστάρι τρυφερό η ζωή μου, ένας του ανασασμός θα με μάραινε, μια του δρεπανιά θα με θέριζε. Τον παρακαλείς το Χάρο, και δε σε παίρνει. Τονέ φοβάσαι, σαΐτα γίνεται και σε προφταίνει. Να τα τα τρία καντήλια, να το το τρίδιπλο μνήμα. Να το το χώμα που τα μαυροτρώει τα σπλάχνα μου!
Έτσι κι' εγώ στα πλοία ομπρός σα θέριζε τους άντρες του Έχτορα τ' ανίκητο κοντάρι, δε μπορούσα 135 να βγάλω τη Λωλιά απ' το νου που μ' είχε πριν λωλάνει. Μα αφούσφαλα όμως, και το νου μου πήρε τότε ο Δίας, θέλω ξανά να φιλιωθώ, να δώκω πλούσια δώρα.
Τον έβοσκε βαθύ χτικιό, του θέριζε τα σπλάχνα Έχθρα κρυφή, παντοτεινή, για τάνθη, για ταστέρια Για του παιδιού την ευμορφιά, κ' έτρωγε με το μάτι Ό,τι το χέρι το σκληρό δεν έφτανε να φθείρη. Έκλωθε τη σαπύλα του στρωμένος 'ς τα ξεσκλίδια Που τώφερνε πάσα φορά το κλεψιμιό, η κρεμάλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν