United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ' έχε και σύντροφο μαζύ και κύρη. Όχι, δεν θέλω, Καίσαρ, να τον σφάξης, δώρο τη συχώρεσί του πρέπει να μου τάξης. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Έπειτα είνε και πολύ ωραίος. Σένα τα μάτια σου σαν τον κυττάζεις, ολοένα γιομίζουν αστραπές. ΕΥΝΙΚΗ Το ξέρω πως μας ζουλεύεις και τους δυο μας, γέρο. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Γέρος εγώ; ΕΥΝΙΚΗ. Σαν το παιδί σου δεν είσαι βέβαια. Ντροπή σου από τη ζήλεια σου για τα δροσάτα νειάτα του

Δέξου λοιπόν να μείνουνε κύριοι μέσ' στο σπίτι και μην τους δώσης μητρυιά, μία γυναίκα ξένη, που δεν θα είναι σαν κ' εμέ καλή, και από ζήλεια θα βάλη χέρι απάνω τους και θα τα βασανίζη. Αυτό μονάχα σου ζητώ κ' ελπίζω να το κάμης. Γιατί δεν είναι μητρυιά που εις τα παιδιά της μάννας να μην είναι χειρότερη κι' απ' την οχιά ακόμα.

Η χήρα όπου έστεκε και όπου επερπάτει, ενόμιζε πως έβλεπε τον ίσκιο του φιλτάτου, κι' εθόλωνε με δάκρυα το καστανό της μάτι, όσαις φοραίς εψέλλιζε τ' ωραίον όνομά του. Κι' εμέ — ω φρίκη! — μ' έτρωγε ο μαρασμός κι' η ζήλεια, από 'δικούς μου η Αζόφ αντήχει στεναγμούς, κατάραις εψιθύριζαν τα κίτρινά μου χείλια, και ήκουα τριγύρω μου εχίδνης συριγμούς.

Και ενώ κύπτει προς αυτήν, η τεραστία μύτη διευθύνεται απειλητική προς τα ωραία μάτια. — Νομίζεις μου λέγει ο Σβούρος, ότι από αγάπην της κρυφομιλεί έτσι; — Αλλά; — Από ζήλεια για τα ωραία της μάτια. Και μετ' ολίγον: — Όταν θα κατέβουμε κάτω να θυμηθής να προσέξωμεν αν θάχη και τα δυο της μάτια αυτή η νόστιμη.

Η ζήλεια την έτρωγε τόσο που αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι, παρόλο που θα έπρεπε να διασχίσει τη μισή γη, για να πάει να δει η ίδια…» Η ντόνα Έστερ έσκυψε λίγο από την άλλη μεριά και πήρε το βιβλίο μέσα στο οποίο είχε βάλει τα γυαλιά της. «Αυτές οι ιστορίες βρίσκονται εδώ, στην Αγία Γραφή.» Ο Έφις κοίταξε ταπεινωμένος το βιβλίο και δε συνέχισε.

Κ' έτσι αυτός ο νόμος σας αν πιάση πέρα-πέρα, τότε γεμάτη όλγη από Οιδίποδες θα βγη! Α' ΓΡΑΥΣ Βρε σίχαμα! όλες αυτές της κουταμάρες της πολλές από τη ζήλεια σου της λες! Μα έννοια σου! και από με θα τωύρης, κακομοίρα!

» Εγώ είμαι άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Έχω φωνή τον κεραυνό κι’ ανάσα τη φουρτούνα, » Σαν τραγουδάω χορεύουνε στα πλάγια μου τ’ αρκούδια, » Κι’ από τη ζήλεια την πολλή βουβαίνονται τ’ αηδόνια.

Η ζηλεία είχεν αναζωπυρήσει τον έρωτα της Ιωάννας, αι δε ιδιοτροπίαι αυτής τον του Φρουμεντίου· ώστε συνεσφίγγοντο προς αλλήλους, απολαύοντες των ηδονών της συμφιλιώσεως και μυρία πλάττοντες σχέδια περί του μέλλοντος βίου.

Οι συνέπειες υπήρξανε φριχτές· βρέθηκα στην ανάγκη να φύγω από τον πύργο λίγο αργότερα από τότε, που ο κύριος βαρώνος σας είχε διώξει με δυνατές κλωτσιές στον πισινό. Αν ένας περίφημος γιατρός δε με λυπότανε, θα πέθαινα. Έκανα λίγον καιρό, από ευγνωμοσύνη, μαιτρέσσα αυτού του γιατρού. Η γυναίκα του, που λύσσαε από ζήλεια, μ' έδερνε κάθε μέρα ανελέητα· ήτανε μανιακή.

Όσο και να πης, πάντοτε θα μπορή να κουβαλάη κλάρες. Όμως η χαρά της Μιλάχρως και η ζήλεια του χωρίου δεν διήρκεσαν πολύ. Αν έλειπεν η ζήλεια, ημπορεί να διαρκούσε περισσότερον και η χαρά. Αλλά τώρα την γλωσσόφαγεν αμέσως ο φθόνος την χαράν της Μιλάχρως, ως αι άκανθαι τον σίτον.