Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Και αφού τα κρέατ' έψησαν τα επάνω και τα 'βγάλαν, 470 κάθισαν και συνέτρωγαν, και καλογεννημένοι άνδρες κερνούσαν τα κρασίολόχρυσα ποτήρια, και του φαγιού και του πιοτού την όρεξι αφού σβήσαν, τους είπεν ο Γερήνιος ο Νέστορας ιππότης• «Παιδιά μου, φέρτε ζέψετε ευθύς του Τηλεμάχου 475 τ' άλογα τα καλότριχα, πολύν να κόψη δρόμο».

Πλην όλην αυτήν την χαράν, ήτις εμεγεθύνετο όσον επλησίαζεν η νυξ, διέκοπτε κατά διαλείμματα δυσοίωνος θρήνος, κακόν μοιρολόγιον εν τοιαύτη ώρα, όπερ εξερχόμενον από τινος οικίσκου εις την ανωφέρειαν εκεί επάνω εχύνετο ως έν δάκρυ ρεύμα αερώδες.

Αι δυο βραχωμέναι αίγες συνειθισμέναι ν' αναρριχώνται εις όλους τους κρημνούς, ν' αναπηδώσιν επάνω εις όλα τα χαλάσματα, εις όλους τους ρέποντας και καταρρέοντας τοίχους, δεν είχον εννοήσει ότι έπεσαν εις παγίδα, την οποίαν ο δαίμων της αβύσσου είχε στήσει δι' αυτάς. Ησθάνοντο και αυταί, ως άλογα κτήνη όπου ήσαν, ότι δεν ήτο δυνατόν να γλυτώσουν από εκεί όπου ήσαν βραχωμέναι.

Ως τόσον ο απεσταλμένος μου ο Χασάν φθάνοντας επάνω εις αυτές τες σύγχυσες επήγε να παρουσιασθή εις τον Σουλτάνον κατά την συνήθειαν, και να του αναγγείλη την υπόθεσιν, διά την οποίαν επήγεν. Ο Σουλτάνος βλέποντάς τον του είπε με αγριωμένον πρόσωπον.

Τι να σ' πω, παιδί μου; να σε ζαλίζω! επανελάμβανε πάντοτε η γραία, χωρίς ν' αποσπάση από την μαυρισμένην οροφήν τους οφθαλμούς της, πλανωμένους, θαρρείς, εκεί επάνω εις καμμίαν εικόνα της φαντασίας της, κρεμασμένην εις κάποιαν μυστηριώδη της οροφής γωνίαν. — Καμμιά φορά όμως συνήρχετο.

Ήνοιξε λοιπόν αυτήν αμέσως και προσφέρων ποτήριον προς τον ελθόντα και προς τους άλλους είπε: — Τράβα μια, καϋμένε Φαφάνα, να πάνε τα φαρμάκια κάτω! Ταυτοχρόνως εχρεμέτισαν επάνω οι εξαρτισμοί του πλοίου, ως να έτρεχον ίπποι εις την πεδιάδα, θαρρείς κ' εχαιρέτιζον τους πίνοντας ναύτας, κ' εκυλίσθη δεξιά και αριστερά η Σκίαθος ως να ητοιμάζετο ν' ανοίξη τα πανιά της.

Τον εφώτισεν ο Θεός, όταν ενυμφεύθη την Σοφίαν, και της τα «έκαμεν όλα επάνω της». Οι συγγενείς του εγόγγυσαν διά τούτο, αλλά τι τους έπταιεν η πτωχή Σοφία; Ας μην εγύρευεν ο Αγάλλος πανδρειά. Ο Μανώλης έζησε δύο χρόνια και απέθανεν. Η Σοφία τα εκληρονόμησεν όλα, μαζί και τον μύλον αυτόν, τον οποίον είχεν ανακαινίσει εσχάτως ο μακαρίτης.

Εξέτεινε τον βραχίονά της προς αυτόν, αλλά δεν ετόλμησε να του φωνάξη, δεν ετόλμησε να τον παρακαλέση! Αλλά και δεν θα την ωφέλει καθόλου, διότι αμέσως ανεκάλυψε, ότι δεν ήτο αυτός, αλλά μόνον το κυνηγετικόν του ένδυμα και ο σκούφος του, που εκρέμοντο επάνω εις το ορεινό ραβδί του, που τοποθετούν οι κυνηγοί κατ' αυτόν τον τρόπον διά να εξαπατήσουν τας αιγάγρους!

Αλλά μία σκιά η οποία έπεσεν επάνω του ομού με μικράν πέτραν διέκοψε την σειράν των σκέψεών του και τον ηνάγκασε να στραφή προς τον ανηφοράν, εις το άνοιγμα του οποίου είδε πονηράν μορφήν παιδίου, το οποίον εψιθύριζε: — Πατούχα ... Πατούχα!

Αλήτες κρυμμένοι στο δάσος και που τρέφονται από το κυνήγι δεν είναι πολύ πιθανόν να νοιάζονται και τόσο για εθιμοτυπίες φορεσιάς. Ήταν πιθανώτατα ντυμένοι σαν τους ανθρώπους του Robin Hood, με τους οποίους κι όλα συγκρίνονται παρακάτω στο δράμα. Κι ότι η φορεσιά τους δεν ήταν στολή πλουσίων αριστοκρατών βγαίνει από τα λόγια του Ορλάνδου, όταν ορμά επάνω τους.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν