Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Κι' αν δεν μου μείνη εντός του κόσμου Πού να πατήσω, να σταθώ, Εκεί ψηλά είνε ο Θεός μου· Πώς ημπορώ ν' απελπισθώ! * Στίχοι ποιηματίου του Βιζυηνού. Τώρα, καθώς έβλεπε τον εργαλειό μέσα εις το σπίτι, η αγάπη της προς την μάμμην της τής έφερεν εις την ενθύμησίν της όλα εις όσα εκείνη ευχαριστείτο.

Κάποιος τα έκλεψεν από μοναστήρι μαζύ με άγια δισκοπότηρα και σταυρούς και ήλθεν εδώ και τα επούλησε. Πάρε την, κουζούμ! Να με θυμάσαι! Άκουσέ με! Και μη την βγάλης από πάνω σου! Αληθώς η χρυσή εκείνη άλυσις εφαίνετο ότι τω όντι ήτο πολύ αρχαία, βυζαντινόν κατασκεύασμα.

Αλλ' ο κόσμος έχει τας προλήψεις του. Αδιάφορον αν εκείνη η πλουσία και από σόι δεν ξεύρη να ενδυθή και παρουσιάζεται εις την αυλήν άνιπτος. Είνε από σόι! Η μορφοντυμένη και μορφοκαμωμένη Γερακίτσα ήτο κόρη του ψαρά! Την φυσικήν της καθαριότητα από μικρή εφανέρωνεν.

Άλλος κανείς· μήτε ο καπετάν Παλούμπας! Κ' εξακολούθησα ταχτικά να φυσώ τον κόχυλα και να κινώ της καμπάνας το γλωσσίδι με σπαραγμό, λέγεις κ' ήθελα να την σπάσω. — Μπου!... Μπου!... Νταγκ!... νταγκνταγκ!... Εκείνη την ώρα τον καπετάνιο ακούω με φωνή, πεισμωμένη να κράζη κοντά μου το μικρό ναυτόπουλο.

Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος, και την ζωήν μου σύρω μ' ολίγα ψευτοδάκρυα, μ' ολίγα ψευτογέλοια, κι' άμα κυττάζω 'στά 'ψηλά και χαμηλά και γύρω όλα παντού μου φαίνονται τρελλού παππά Βαγγέλια. Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος με χέρια και με πόδια, σκυλιά γαυγίζουν 'πίσω μου, με κουτουλούν οι τράγοι, τρώγω την γην, που του ζευγά την αυλακόνουν βώδια, πριν λαίμαργα την σάρκα μου εκείνη καταφάγη.

Ευθύς ωσεί όλη εκείνη η έκτασις κατείχετο υπό πολυαρίθμου στρατού, παραμονεύοντος κ' επιπίπτοντος αίφνης κατά του εχθρού, πλείστοι εξήλθον πυροβολισμοί, φωτίσαντες δι' αστραπιαίας ταχύτητος χλοαζούσας ράχεις, λαγκάδια καθαρά, δένδρα και καλύβας, πρόβατα και μανδριά. Οι βλάχοι εν εξάλλω ενθουσιασμώ μετέδιδον προς αλλήλους την ευχάριστον είδησιν της Αναστάσεως: — Χριστός ανέστη, ορέ αδέρφια!. . .

Πόθεν τέλος στολίζεται η δέσποινα εκείνη, και ενοικιάζει πάσαν σχεδόν εσπέραν θεωρείον; Ερωτήσατε τα πολυπληθή της τέκνα, άτινα κατακλίνονται άδειπνα και οιμώζοντα· ερωτήσατε τον σύζυγόν της, όστις αναγκάζεται να επαιτή δεξιά και αριστερά κλειδία θεωρείου, όστις χθες έτι σας εζήτησε δάνειον πεντήκοντα δραχμών, και αύριον θα έχη μόλις να προμηθευθή τα τρόφιμα της ημέρας.

Εκείνη αφυπνώσασα τότε, και τρέμουσα ως ιχθύς εν μέσω εκείνων των αιφνιδίων περιπτύξεων και φιλημάτων, ανεφώνησε με σταυροκοπήματα κινδύνου, παγωμένη. — Θεια-Αννούσα! Η γραία, από γλωσσοδέτην καταληφθείσα τώρα, έμεινεν ακίνητος και άναυδος.

Αλλ' εκείνη, ενώ εθλίβετο, απαρηγόρητος, διά την απώλειαν του συζύγου της, περί ου είχεν απελπισθή πλέον, επικραίνετο συνάμα και διά το οικτρόν των Αθηνών θέαμα, μιας πόλεως αυχμώσης και ρυπαράς. Σχεδόν έκλαιε, διότι δεν εύρεν αυτάς, ως τας ωνειρεύετο, ως τας της παρέστησαν.

Διότι βεβαίως δι' ένα ρίψασπιν θα ήτο κατάλληλος τιμωρία από όλας εκείνη η μεταβολή εις το αντίθετον της φύσεως του, δηλαδή η μεταβολή αυτού από άνδρα εις γυναίκα.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν