United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οσάκις ηρωτάτο δι' ελπίδας και πόθους και κληρονομιάς, ανέβαλλε πάντοτε να δώση οριστικήν απάντησιν και έλεγεν ότι όλα αυτά θα γίνουν όταν θελήσω εγώ και ο Αλέξανδρος ο προφήτης μου δεηθή και ευχηθή διά σας. Είχε δε ορισθή και τιμή δι' έκαστον χρησμόν δραχμή μία και δύο οβολοί.

Όταν μετά την συμφοράν επανείδε τον Πάπον, όστις εφαίνετο τόσον σύννους και σοβαρός, ώστε εφάνη ότι διά της συμφοράς είχε γείνει διά μιας ανήρ, η πτωχή Σειραϊνώ το Κουρτεσάκι, κλαίουσα, όσα δάκρυα της είχαν μείνει από τα ιδικά της παθήματα, η πρώτη λέξις την οποίαν εύρε να του είπη ήτον·Καλά που δεν επήγες μαζί, παιδάκι μου.

Ψάχνω εκεί και βρίσκω εύκολα τα λουριά της μάλλινης ίγγλας της, τα λύνω και την ξαλαφρόνω από το σαμάρι. Ύστερα την ετράβηξ' από το καπίστρι κ' εσηκώθηκε ορθή. Όταν σηκώθηκε ορθή έρευαν ποτάμι τα νερά από πάνου της, σαν είχε βουτηχθή 'ςτο βηρό μέσα.

Αναγνώσας ο Πολυκράτης την επιστολήν ενόησεν ότι ο Άμασις καλώς τον συνεβούλευεν· εζήτησε λοιπόν να εύρη ποίον από τα τιμαλφή του πράγματα εάν έχανε θα ελυπείτο η ψυχή του καθ' υπερβολήν. Αφού δε εσκέφθη καλώς, εύρε το ακόλουθον· είχε χρυσοδεδεμένην σφραγίδα εκ λίθου σμαράγδου, έργον του Σαμίου Θεοδώρου, υιού του Τηλεκλέους. Κρίνας δε ότι αυτήν την σφραγίδα έπρεπε να χάση, έπραξε τα εξής.

Ακόμη επερίμενα, μα θόρυβος κανείς, και έσβυνε 'στον ουρανό το ύστερο αστέρι, και γύρω γύρω έβλεπα ωσάν μονομανής . . . τι αναμνήσεις αλγεινάς αυτή η νυξ με φέρει! Το άρμα ακτινοβολεί του Φοίβου 'στον αιθέρα, κι' ακόμη το παράθυρο εκείνο δεν ανοίγει . . . ω συμφορά ανέλπιστος! . . . η λατρευτή μου Βέρα είχε προ δύο ημερών εις την Ροστόβην φύγει!

Κρατούσε στα χέρια της ένα μεγάλο μάτσο από μενεξέδες και είχε τη ματιά της καρφωμένη απάνω στα λουλούδια, σαν να μιλούσε όλη την ώρα μαζή τους. Στο χέρι της, ένα άσπρο παχουλό χεράκι μια χρυσή βέρα άστραφτε στο μεσιανό δάκτυλο. Ένας επιβάτης είπε κρυφά στον άλλον: — Κάποια χήρα θα είναι. Ο άλλος του είπε, λιγώνοντας τα μάτια του : — Τι όμορφη που είναι!...

Ήτο συνήθεια μεταξύ των Ιουδαίων να συμβουλεύονται διακεκριμένους ραββίνους εις αμφιβόλους και δυσχερείς περιστάσεις· αλλ' εδώ δεν υπήρχεν αμφιβολία ή δυσχέρεια. Προ μακρού χρόνου είχε παύσει να εφαρμόζηται η διάταξις του Μωσαϊκού νόμου ως προς τας μοιχαλίδας· και ο νόμος ο Ρωμαϊκός θα παρακώλυε κατά πάσαν πιθανανότητα, τοιαύτην απόφασιν να εκτελεσθή.

Από τότες που πέρασε ο Βελισάριος με το στόλο του στη Σικελία έδειξε η Αμαλασούνθα τη φιλία της προς τ' Ανατολικό Κράτος και βοήθησε μάλιστα τον Ιουστινιανό στην εκστρατεία εκείνη με το να είχε, εξόν από το μίσος της προς τους Βαντάλους, και την επιθυμία να λατινίση τους Γότθους της και να τους θεμελιώση στην Ιταλία.

Την στιγμήν εκείνην επέστρεψεν η γραία Παντελού, αφού είχε προπέμψει μέχρι της κλίμακος την γηραιάν φίλην της. — Κουράγιο, νυφούλα μου, κουράγιο, είπεν ιδούσα την έκτακτον ωχρότητά της, και μη μαντεύουσα τι είχε λεχθή. Η ασθενής κατέβαλεν υπεράνθρωπον αγώνα, και συνήλθε. Δεν εξέφερε κανέν παράπονον. Εβίασε εαυτήν να μειδιάση προς την πενθεράν και προς το θυγάτριόν της.

Ένας σκοτεινός κύκλος με ένα δαχτυλίδι φωτός τριγύρω, όπως το είχε ονειρευτεί, τους περιέβαλε. «Έπειτα, εγώ ήθελα να σου μιλήσω όταν θα ήσουν μόνος, Έφις. Η Έστερ μερικά πράγματα δεν τα καταλαβαίνει. Κι εσύ έπραξες άσχημα να φλυαρήσεις μαζί της: ούτε εσύ καταλαβαίνειςΕκείνος σιωπούσε.