Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Τα μαλλιά μπροστά αιγκλόν και πίσω δεμένα με φιόγκο ταφτά φέϊγ-μορτ πολύ χαμηλά, σαν κοριτσάκια δεκάξη χρονών. Η μια είχε και φασαμέν, η άλλη μια μύτη με μπιμπίκια.

Ο άνεμος είχε τραπή και έπνεε τώρα από της θαλάσσης μετά δαιμονιώδους σφοδρότητος. Ο λαός είχε λάβει απειλητικήν στάσιν. — Άρτον και στέγην, εκραύγαζεν. Εις μάτην οι πραιτωριανοί προσεπάθουν να συγκρατήσωσι την τάξιν. Εδώ ανθίσταντο φανερά με τα όπλα εις τας χείρας· απωτέρω άνθρωποι άοπλοι ανέκραζον: — Τολμήσατε να μας σφάξετε έμπροσθεν της πυρκαϊάς ταύτης!

Εκεί διεξήχθη το πρώτον μέρος της δίκης, πιθανώς εν χθαμαλώ θαλάμω ανοιγομένω προς την αυλήν. Είνε αληθές ότι ο Άννας είχε παυθή υπό των Ρωμαίων από το αξίωμα του Αρχιερέως, και τον είχε διαδεχθή πρώτον ο Φαβής, είτα ο υιός του Ελεάζαρ, είτα ο γαμβρός του Ιωσήφ Καϊάφας.

Αλλ' εις τον Δημοσθένην η θέσις αύτη εφαίνετο πολύ μάλλον κατάλληλος παρά κάθε άλλη, καθότι είχε λιμένα, και οι Μεσσήνιοι, συνηθισμένοι όντες προς αυτήν παλαιόθεν και λαλούντες την αυτήν διάλεκτον με τους Λακεδαιμονίους ηδύναντο μεγάλας βλάβας να προξενούν εις τον εχθρόν, ορμώμενοι εκείθεν και συγχρόνως να φυλάττουν αυτήν πιστώς.

Αφού είχε γεμίσει το καλάθι της, και ο ήλιος έκλινε πολύ χαμηλά, καθώς εξήλθε του ερήμου ναΐσκου, η γραία Χαδούλα εκίνησε να επιστρέψη εις την πολίχνην. Κατήλθε πάλιν το ρέμμα-ρέμμα εις τα οπίσω εστράφη δεξιά, άρχισε ν' ανηφορίζη προς τον λόφον του Άγ. Αντωνίου, οπόθεν είχεν έλθει.

Ο Ούλοφ άρχισε να πηγαίνη στο σκολειό και για το Σβάντε πλησίαζε ο καιρός, που θάρχιζε κι αυτός να σπάζη τους σκληρούς καρπούς του δέντρου της γνώσης. Την εποχή αυτή αρχίσανε να κυριεύουνε για πρώτη φορά την Έλσα οι σκοτεινές ώρες και παρατήρησα συχνά πως είχε κλάψει. Με απόφευγε με το σιωπηλό της τρόπο και το έκανε για να μην τη ρωτώ.

Ουδέποτε προτήτερα είχεν ασθενήσει, αλλά τώρα είχε το αίσθημα τοιαύτης καταστάσεως· ήτο κουρασμένος· ησθάνετο επιθυμίαν να κατακλιθή, πόθον να κοιμηθή, παντού όμως έπεφτε βροχή· προσεπάθησε να συνέλθη, έτρεμον και εχόρευον τα αντικείμενα εμπρός εις τα μάτια του με παράδοξον τρόπον.

Δεν είχε μεγαλώσει ακόμη για να φορέση τσαρουχάκια, είπεν ο παπά-Βαγγέλης. Εις τον κήπον της Εδέμ δεν έχει αγκάθια και τριβόλια, και μπορεί κανείς να πάη και ξυπόλυτος. Είτα επέφερεν·Ας είναι, συντέκνισσα. Θαρθώ να το θάψω. Ο παπάς εκαβαλλίκεψε και πάλιν εις το ονάριον. Ήτο ημέρα, την φοράν ταύτην. Τα χιόνια δεν είχαν λυώσει, αλλ' ήτο νηνεμία, και μάλλον γλύκα.

Το καραβάκι το δικό του, ο Γιάννης ο Τζαφέρης, καθώς έλεγε κοινώς, το άραξεν ασφαλώς εις την ξηράν, εν τη πλατεία της Εκκλησίας, διά ν' αντικρύζη με τα πλωτά καράβια των θαλασσινών, των πρώην συναδέλφων του. Η οικιακή άνεσις και γαλήνη του πρώην ναυτικού ήτο σχεδόν εντελής. Η γυνή του, ολιγότεκνος, είχε γεννήσει ένα υιόν, άλλο έν νεκροτόκιον, έν θυγάτριον αποθανόν βρέφος, και πλέον ου.

Ήτον εγκρατής της αρχαίας φιλολογίας, και πάντοτε είχε την ετοιμότητα να εμψυχώνη τον σωρόν των γνώσεων του με μίαν δραστήριον και λαμπράν φαντασίαν και εις όλας τας περιστάσεις η φιλολογικαίς του γνώσαις ανεφαίνωντο με ζωηρότητα αγχινοίας.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν