Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Όσον διά προθυμίαν, καλέ Σωκράτη, δεν θα μείνω οπίσω. Σωκράτης. Εμπρός λοιπόν. Και σε βεβαιώ καλά είχες αρχίσει προ ολίγου. Δοκίμασε να μιμηθής την απάντησιν, την οποίαν έδωκες περί ριζών, καθώς αυτάς ενώ είναι πολλαί τας περιέλαβες ως μίαν κατηγορίαν, ομοίως προσπάθησε να χαρακτηρίσης με μίαν λέξιν τας πολλάς επιστήμας. Θεαίτητος.

Έπραξα λοιπόν το εξής, προσεκάλεσα τον βουκόλον, τω παρέδωκα το παιδίον και τω είπον ότι συ διέταξες να το φονεύση. Δεν εψευδόμην λέγων ταύτα, διότι αυτό τωόντι με είχες διατάξει. Παρέδωκα λοιπόν το παιδίον εις αυτόν και τον διέταξα να το εκθέση εις έρημον όρος και να προσέχη μέχρις ου εκπνεύση· τέλος δε τον ηπείλησα με τρομεράς τιμωρίας εάν ήθελε παρακούσει εις τας εντολάς μου.

Όταν παρεκάλεις να μείνης, είχες τότε προχείρους τους λόγους. Δεν ωμίλεις τότε περί αναχωρήσεως. Επί των οφθαλμών και των χειλέων μου υπήρχεν η αιωνιότης, η δε ευτυχία επεκάθητο επί των βλεφάρων μου· και το ευτελέστατον των πραγμάτων εν εμοί είχε τι τότε το αγγελικόν. Είμαι ακόμη η ιδία ή συ, ο μέγιστος στρατιώτης του κόσμου, έγινες και μέγιστος ψεύστης. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ω! κυρία!

Αλλ' από πού θα φυσήξη ο καιρός; Ο ιερεύς διά να κατευνάση τελείως τον φίλον του, ήλλαξεν ομιλίαν αμέσως, και ερωτά. — Είχες κανένα γράμμα; Τώρα ήλθε το ταχυδρομείον. — Τι γράμμα και ξεγράμμα, Παπα-Νικόλα μου! Εγώ το ξέγραψα πλέον το παιδί μου. Για μένα είνε σαν να μη υπάρχη. Πάνε οκτώ χρόνια τώρα και η αιδεσιμότης σου κάθησαι και μου γραμματίζεις!

Ω, ας μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη κι' από τα νερά του Κωκυτού να πάρωμε εσένα και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα είχες την γενναιότητα απ' όλες της γυναίκες με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης. Είθε να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα. Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα πάρη ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου θα έχουν μάτια να τον 'δουν.

Εζήτησε ν' αρχίση ομιλίαν μετ' αυτού, αλλ' ο Βράγγης προφανώς ενύσταζε και δεν είχεν όρεξιν. Τούτο έκρινεν ο Δαρώτας ως κάλλιστον οιωνόν. — Πόθεν ήλθες, ξένε; τω έλεγεν. Ο Βράγγης απήντησε διά νεύματος, ότι ήλθεν από της άλλης άκρας της νήσου. — Και επιστρέφεις τώρα εις τα ίδια; — Ναι. — Τι είχες έλθει να κάμης εδώ; Ο Βράγγης απήντησε διά κινήσεως των ώμων.

Αλλά πριν μας αποχωρίσωσι είχε συμβή τι, όπερ μοι επροξένησε πολλήν εντύπωσιν. Ήτο η τετάρτη ώρα της νυκτός. Είχες αποκοιμηθή. Διετέλεις ήδη εν αναρρώσει. Εγώ είχον κλείσει την θύραν και ετοιμαζόμην να κατακλιθώ πλησίον σου. Αίφνης ακούω ότι έκρουον έξωθεν την θύραν σιγανώς. Ηπόρησα.

Όμως θυμάμαι που άρχιζε μ' ένα α ν τ ά ν τ ε σπαραχτικό, που σούπιανε την καρδιά. Έλεγες, ακούοντάς το, πως είχες μέσα σου, μωρέ μάτια μου, κάτι τι που γύρευε να ξεσπάση. Κ' ύστερα, στο τέλος, ένα α λ έ γ κ ρ ο ξαφνικό, ένα τ ρ ι ο μ φ ά λ ε, ένα φ ι ν ά λ ε μοναδικό. Το φέρνεις στο νου σου; ΦΛΕΡΗΣ — Α! κατάλαβα.

Ρώτα το Θεό που μούδωκε τα βάρητα. Δυο αδερφάδες να παντρέψω. Με τι; Η ωμορφιά δε φτάνει σήμερις. Σαν το κρύο το νερό ήτανε . . . ΜΙΣΤΡΑΣΔεν είχες όβολα, πα να πη, κακομοίρη. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΣαν το κρύο το νερό ήτανε, που λες, εξοχώτατε. Μαραθήκανε και γίνανε σαν τη σταφίδα. Κ' εγώ μαζή τους. Η μεγάλη χτίκιασε απ' τον καϋμό της, απ' το σεκλέτι, πάει.

Τι τα θέλεις όμως; ήθελα πολύ να είχες φθάσει εις την λίμνην του Κόμου.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν