Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουλίου 2025


Στάσου βέβαιος ότι εγώ είμαι εκείνη η ταλαίπωρος Δηλαρά, που σε εδέχθηκα εις το σπήτί μου με τον βασιλέα Μοργάν· και που με τα άπρεπά μου μετωρίσματα, σε έκαμα μισητόν προς τον βασιλέα και που πρέπει να με στοχασθής διά μίαν μεγάλην έχθρισσαν, με το να είμαι εγώ η αιτία της συμφοράς σου. Παύσε, ω κυρά μου, απεκρίθη ο Κουλούφ, παύσε εις το να ονειδίζεσαι. Ο ουρανός έτσι ηθέλησεν.

Ό,τι λογής επιμέλειαν έκαμεν ο Μουζαφέρ με τον υιόν του διά να κρατήση κρυφήν αυτήν την υπόθεσιν, το συμβεβηκός του Χουλά έκαμε τόσην ταραχήν εις όλην εκείνην την χώραν, που πολλοί άνθρωποι ευγενικοί έτρεχαν από την περιέργειάν τους, διά να ιδούν αυτά τα δύο υποκείμενα που η αγάπη τα είχε τόσον σφηκτά ανταμωμένα, και από το πολύ πλήθος που έτρεχεν, ο Κουλούφ και η Δηλαρά δεν είχαν ουδέ μίαν ώραν ησυχίαν.

Ωραιοτάτη Δηλαρά, εφώναξεν από την χαράν του και από την αγάπην του, ποία ευτυχισμένη μεταλλαγή; διά ποίαν περίεργον αλυσίδα των συμβεβηκότων εγώ έφθασα εις την πλήρωσιν των επιθυμιών μου; πώς το λοιπόν; είσαι συ εκείνη που υποχρεώθηκα να στεφανωθώ διά μίαν νύκτα, εσύ είσαι εκείνη της οποίας η εικών είνε ζωγραφισμένη διά παντός εις την καρδίαν μου και που δεν ήλπιζα πλέον να την ιδώ; Α Κυρά μου, ποίος ημπορούσε να λογιάση τέτοιο συναπάντημα ευτυχισμένον, διά να ενωθώμεν κατά την επιθυμίαν μας; Η Δηλαρά από το άλλο μέρος δεν ήτο τόσον αναίσθητη εις τα τρυφερά και παθητικά λόγια του Κουλούφ, και με άπειρον αγαλλίασιν, που καθείς ημπορεί να την στοχασθή, απέρασαν εκείνην την νύκτα χωρίς να κλείσουν μάτι.

Και πώς; είπεν η Δηλαρά, θέλεις εσύ να φυλάξης αυτόν τον τυραννικόν όρκον; ήξευρες εσύ, οπόταν τον έκαμες, πως ήμουν εγώ εκείνη που έταξες διά να τον φυλάξης, και περιπλέον στοχάζεσαι ότι η Δηλαρά να μην αχρήζη περισσότερον από μίαν επιορκίαν; α, Κουλούφ, ακολούθησεν αυτή κλαίοντας, εσύ δεν με αγαπάς, και διά τούτο θέλεις να με χωρίσης.

Ο Κουλούφ έτρεξεν υστερότερα εις την γυναίκα του, και της εδιηγήθη τα όσα του ηκολούθησαν, και της έδειξε και την επιστολήν που έγραψεν ο Μασούδ. Η Δηλαρά τότε εφώναξεν από την χαράν της· ω δίκαιε Ουρανέ, εσένα πρέπει να ευχαριστήσωμεν, που μας επρόφθασες με τούτο το παράδοξον συμβεβηκός, και έλαβες ευσπλαχνίαν δι' ημάς που με το θέλημά σου μας ένωσες.

Πρέπει να ομολογήσω, είπε τότε η Δηλαρά, ότι εις τον κόσμον είνε άνθρωποι πολλά παράξενοι· έρχονται να προσφέρουν την βοήθειάν τους, παρακινούν με κάθε τρόπον διά να τους διηγηθούν τους πόνους τους διά να συντρέξουν, ακούουν όλα τα περιστατικά με ακρίβειαν, και αντίς να συντρέξουν, άλλο δεν λέγουν, παρά, να έχουν την ελπίδα τους εις την άνωθεν πρόνοιαν, και να παρακινούν να έχουν υπομονήν, και με αυτά εβγαίνουν.

Α, Κουλούφ, εφώναξεν η Δηλαρά γεμάτη από κλάματα, εσύ υπάγεις διά να αποθάνης και εμένα με παρακινείς να ζήσω εις ειρήνην; σκληρέ, εσύ λοιπόν θέλεις οι ημέρες μου να είναι θλιβερές και ανυπόφερτες· όχι, όχι, θέλω να σε συντροφεύσω, και να κατεβώ μαζί σου εις τον άδην· δεν θέλω ο Ταχέρ, ο μισημένος Ταχέρ, να χαρή τον θάνατόν σου· θέλω κάμει να γνωρίση ο κόσμος, ότι προτιμώ καλύτερα να αποθάνω μετ' εσένα, παρά να ζήσω με τον Ταχέρ.

Τότε ο Ταχέρ σχεδόν ήθελε να σκάση από την χολήν του και από τον θυμόν του· αλλά μην ημπορώντας να κάμη αλλέως από την απόφασιν του Κατή, άφησε και εβγήκαν από το σπήτι του, μαζί με όλην την προίκα που είχε φέρει η Δηλαρά εκεί, και επήγαν και εκάθησαν εις ένα άλλο σπήτι, εις την πόρταν του οποίου ο Κατής έβαλε φύλακας διά να μη φύγουν έως που να γυρίση το μετζίλι με τα βεβαιωτικά γράμματα διά τον Κουλούφ.

Φέροντας το κρασί, η Δηλαρά εγέμισεν ένα ποτήρι, και το δίδει του σκλάβου, έπειτα του λέγει· πίε εις υγείαν μου. Ο βασιλεύς φιλώντας το χέρι της, που εκρατούσε το ποτήρι, το επήρε και το έπιεν εις υγείαν της. Η Δηλαρά γεμίζοντας άλλο ένα ποτήρι, λέγει προς τον Κουλούφ διά να τον πειράξη· το πίνω ετούτο εις την υγείαν εκείνης που αγαπάς, ήγουν της ωραίας Γουλεδάμ, αγαπητικής του βασιλέως σου.

Ο Κουλούφ ετρόμαξεν εις τούτα τα λόγια· Κυρά ευθύς απεκρίθη, μου φαίνεται και εμένα, ότι ακούω εις του λόγους σου την φωνήν μιας κυράς που γνωρίζω. Α, δίκαιε ουρανέ αράγε είσαι συ εκείνη που στοχάζομαι; Α, Κουλούφ εφώναξεν εκείνη είσαι εσύ που μιλείς; Ναι, κυρά μου, απεκρίθη εκείνος· εγώ είμαι αυτός ο δυστυχής Κουλούφ· μα εγώ δεν ημπορώ να καταλάβω ακόμη πως είσαι εσύ η Δηλαρά.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν