Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Αναγνωρίσας δε τον δρόμον, ο αναβάτης εστράφη δεξιά, και εντός ολίγων λεπτών, από του ανατολικού μέρους, έφθασε καλπάζων εις τον Προφήτην Ηλίαν· έφθασε δε ακριβώς την στιγμήν καθ' ην ο Δημήτρης ο Μιχογιάννης περιτέχνως λίαν ελιάνιζε το ψητό, κ' εστρώνετο υπό τα πελώρια δένδρα η από φτέραις και φυλλάδες πλατάνου ευώδης τράπεζα.
Εγώ πάλιν έμεινα τεθλιμμένος εις εκείνο το ακατοίκητον νησί· την ερχομένην νύκτα επέρασα εις εκείνο το υπόγειον· την επαύριον εβγήκα έξω περιδιαβάζων ανάμεσα εις εκείνα τα δένδρα, και ετρεφόμουν από τους καρπούς των και επέρασα με τέτοιαν πολυστένακτον ζωήν τριάντα ημέρας, θεωρώντας πάντοτε την θάλασσαν, μήπως και ιδώ κανένα πλοίον να περνά από εκεί σιμά.
Ο Σοφοκλής ήτο ευθυμότερος του συνήθους. — Βλέπεις εκεί κάτω — μου λέγει, ενώ ερρόφα την δευτέραν του μπίραν — το σπιτάκι εκείνο, στα δένδρα μέσα; Εκεί ήμουν χθες κ' εσυμφωνούσα με την οικοκυρά να μου το νοικιάση για το καλοκαίρι· τι έχει να γείνη εκεί μέσα, θα μάθης και θα ιδής τι πράγμα είν' ο Σοφοκλής, γιατί η τύχη δεν θέλησε ακόμα να τον γνωρίσης.
Ο στρατός διένειμε μεταξύ του την εργασίαν των τειχών και της τάφρου· μετεχειρίσθησαν λίθους και πλίνθους του προαστείου, έκοψαν δένδρα και κλάδους, διά να κατασκευάζουν χαρακώματα όπου ήτο ανάγκη· τέλος αι οικίαι του προαστίου ενισχυόμεναι με επάλξεις εγένοντο οχυρώματα. Και καθ' όλην μεν την ημέραν εκείνην ειργάσθησαν κατά την επιούσαν δε περί το δειλινόν το τείχος σχεδόν ήτο τελειωμένον.
Ο δε ευσεβής ερημίτης, βλέπων αυτήν μεγάλοις βήμασιν απομακρυνομένην, κατέγραψεν εις το ημερολόγιον ότι διά των παρακλήσεων αυτού τα επισκιάζοντα το ερημητήριόν του δένδρα απέκτησαν την ιδιότητά του να εμπνέωσιν ακράτητον προς τον μοναστικόν βίον ορμήν εις πάντα από την σκιάν αυτών αναπαυόμενον.
Ποίος ψεύστης και απατεών, μου έλεγον, σου τα διηγήθη αυτά; Ημείς ούτε κανένα αμαξηλάτην είδαμεν να πέση, ούτε τα δένδρα τα οποία λέγεις υπάρχουν εις τον τόπον μας.
Ο κυρ-Μανουήλος, αφού είπεν ολίγας τελευταίας λέξεις, εστάθη ολίγον τι παράμερα και εφαίνετο περιμένων. Ο Ζάβαλος και ο Κάβουρας, αφού εξήλεγξαν το περιεχόμενον του φακέλλου, έτρεξαν προς την στέρναν, υπό τα μεγάλα δένδρα, όπου εκοιμώντο οι δύο σύντροφοί των. Έκυψαν, έσεισαν τους ώμους των και τους εξύπνησαν.
Είχε ιδεί περιβόλια με φουντωμένα δένδρα, που κάνανε χρυσά φρούτα, και λίμνες, που άμα έσκυβες απάνω στα νερά τους, έβλεπες κάτω βασίλεια αλάκερα με σπίτια και καμπαναριά και περιβόλια, και άμα κύτταζες πολύ, μια λάμια σε τραβούσε κάτω στα βάθη και δεν ξανάβγαινες πια. Και τι δεν είχανε ιδεί τα μάτια της! Εμείς δεν ξέραμε τίποτε απ' όλα αυτά.
Επί επτά δε έτη μετά ταύτα δεν έβρεξεν εις την Θήραν, και κατ' αυτό το διάστημα όλα τα δένδρα εξηράνθησαν, πλην ενός. Τότε οι Θηβαίοι προσέδραμον εις το μαντείον, και η Πυθία τοις ενθύμισε την αποικίαν εις την Λιβύαν. Επειδή λοιπόν δεν υπήρχεν άλλο μέσον όπως αποφύγωσι το κακόν, πέμπουσιν εις Κρήτην αγγέλους διά να ερωτήσωσιν εάν τις των Κρητών ή των μετοίκων υπήγε ποτε εις την Λιβύαν.
Το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε πίσω απ' το βουνό, το μεγάλο κάμπο, αποκρίθηκε: — Το χορτάρι που πατεί γίνεται κόκκινο απ' το αίμα των ποδαριών του μα περπατάει ακόμα. Ύστερα τον έχασε και το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε το μακρυνό κάμπο. Και είπανε όλα τα δένδρα μαζή και τα λουλούδια κ' οι κύκνοι: — Τι να γίνεται το δυστυχισμένο το βασιλόπουλο!...
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν