Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Αυτά είπ' ο Δάφνις κ' έπεσε, κ' έδραμ' η Αφροδίτη κ' έδραμε κ' εδοκίμασε να τον ανασηκώση· μα της ζωής του την κλωστή την είχαν κόψει οι Μοίρες και τον επήρε αγύριστα του χάρου το ποτάμι, το Δάφνι που τον έστεργαν Μούσες και Νύμφες όλες. Πάψετε, Μούσες, πάψετε ταγροτικό τραγούδι.
Και κάνε και παλληκαριές μπροστά στο Διομήδη λέγοντας πως ενίκησες το Δάφνι το βουκόλο». Μούσες, και πάλι αρχίσετε βουκολικό τραγούδι. «Λύκοι, τσακάλια, αφήνω 'γειά, κι αφήνω 'γειά και πάλι, αρκούδες που φωλιάζετε μέσ' σε σπηληές βουνήσιες· ο Δάφνις ο βουκόλος σας δε θάνε πια σε λόγγους, δε θάνε σε λαγκάδια πια, δε θάνε πια σε δάση.
Κ' εγώ τους χειροκρότησα, κ' εχάρισα στο Δάφνι ρόπαλο, απ' του πατέρα μου κομμένο το χωράφι, που ήταν αυτοκάμωτο, έτοιμο κι απ' το δέντρο και που τεχνίτης δεν μπορεί να βρη γι' αυτό ψεγάδι· και στο Μενάλκα εχάρισα κογχύλι που είχα πιάσει στου Ικάριου την ακρογιαλιά και το φαΐ του ωστόσο πέντε μερίδια τώκανα, τήμαστε τότε πέντε. Κ' εξεκαρδίστηκε γι' αυτό το δώρο μου ο Μενάλκας.
Και προς το Δάφνι στρέφοντας είπ' ο Μενάλκας πρώτος «Δάφνι, που βώδια εσύ βοσκάς με τα μουγκρύσματά των »θέλεις να δοκιμάσωμε ποιος κάλλιο τραγουδάει; »Εγώ με το τραγούδι μου σου λέω πως θα νικήσω.» Κι ο Δάφνις ταποκρίθηκε και τέτοια λόγια τούπε: «Μενάλκα, που ταρνιά βοσκάς και παίζεις τη φλογέρα, »ποτέ δε με νικάς εσύ κι αν σκάσης τραγουδώντας.»
Ήρθεν ακόμα κ' η γλυκειά και γελαστή Αφροδίτη κ' ήταν στην όψη γελαστή, μα δολερή η καρδιά της· κ' είπε: «Καυχώσουν πως λυγάς τον Έρωτα συ, Δάφνι, μα ο τρομερός ο Έρωτας σ' ελύγησεν εσένα». Μούσες, και πάλι αρχίσετε βουκολικό τραγούδι.
Σου είπα· πιο είναι τούτο, Φύλλι; Συ, δαγκάνοντας τ' αχείλι, Μου είπες· Δάφνι, από πιο μέρος Ξένος έρχεσαι; είν' ο Έρως. Τον αρπάζω από κονντά μου Παρευτύς την αγκαλιά μου, Και μ' εμάς, ως που να φέξη, Τον αφήκαμαν να παίξη. Νιόθεις, Φύλλι, την αιτία Στα μου πλάθει η φαντασία; Έχω ημέραις που δε σ' ίδα· Και αν καμμιά δεν είν' ελπίδα, Γλήγορα ν' ανταμοθούμε, Κάλλια ως τότε να κοιμούμαι.
Είπ' ο Δαμοίτας κ' έπαψε κ' εφίλησε το Δάφνι και μια φλογέρα τούδωκε· κ' ευθύς γι' αντιδοσίδι ένα σουραύλι εχάρισεν ο Δάφνις στο Δαμοίτα. Και το σουραύλι παίζοντας, παίζοντας τη φλογέρα, τα δαμαλάκια εχόρευαν στη μαλακή τη χλόη. Κ' έτσι κανείς δε νίκησε τον άλλο στο τραγούδι. Τα πρόβατά του βόσκοντας απάντησ' ο Μενάλκας απάνω στα ψηλά βουνά το Δάφνι το βουκόλο.
Άρχισε, Δάφνι, να μας 'πής, βουκολικό τραγούδι, άρχισε πρώτος, κ' ύστερα μας τραγουδεί ο Μενάλκας· βάλετε τα μοσχάρια σας κάτ' από τις 'γελάδες, βάλετε και τους ταύρους σας στις άγονες ακόμα. Εκείν' ας βόσκουνε μαζί στα φυλλωμένα χόρτα χωρίς να ξεμακραίνωνται καθόλου απ' το κοπάδι, και συ τραγούδι αρχίνησε βουκολικό τραγούδι κ' έπειτ' αποκρινάμενος τραγούδι ας 'πή ο Μενάλκας.
Ήρθε κι αυτός ο Πρίαπος, ήρθε κ' εκείνος κ' είπε: «Πώς έτσι απομαραίνεσαι, δυστυχισμένε Δάφνι; Η κόρη εκείνη π' αγαπάς περνοδιαβαίνει τώρα σε βρύσες με τα κρυά νερά και σε πυκνά λαγκάδια. Τι σε ζαλίζω; έχεις εσύ δυστυχισμένη αγάπη.» Αρχίστε, Μούσες μου καλές, βουκολικό τραγούδι.
Μα, Θύρσι, εσύ που τραγουδείς τα βάσανα του Δάφνι και πρόκοψες στο γλυκερό βουκολικό τραγούδι, έλα από κάτω απ' τη φτελιά κοντά μου να καθίσης, αγνάντια εκεί στον Πρίαπο κι αντίκρυ στις Νεράιδες πούνε τσοπάνικο σκαμνί, βελανιδιές το ησκιώνουν· κι αν τραγουδήσης ώμορφα σαν την ημέρα εκείνη που στο τραγούδι ενίκησες το Χρόμι απ' τη Λιβύα, μια γίδα διπλομάννα εγώ σου τάζω να σου δώσω να την αρμέξης τρεις φορές, πούχει τα δυο κατσίκια και πάντα την αρμέγουνε μέσα σε δυο καρδάρες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν