Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Έλαμψε ο ουρανός. Κι' ενώ το καράβι των Νορβηγών έφευγε μακρυά, ήρεμα και γελαστά τα κύματα έφεραν τη βάρκα του Τριστάνου στην άμμο της παραλίας. Με μεγάλη προσπάθεια, ανέβηκε στους γκρεμούς και είδε, πέρα από μια έρημη και βαθειά σαν κοιλάδα έκτασι, ένα δάσος απέραντο.

»Κ' εμείς θα πάμε με χαράαυτόν τον καταρράχτη. Επάνωθέ μας θάσαι συ, και τα πατήματά μας Θα νάχουνε για στήριγμα τη φοβερή τη στάχτη Πώμεινε σπίθ' ακοίμητη βαθειά στα σωθικά μας. Δυνάμωσέ μας, Πλάστη μου! Για ν' ακουστή στη Δύση Πως δεν απονεκρώθηκε και πως θ' ανθοβολήση Τώρα με τα Μαγιάπριλα η δουλωμένη χώρα. Ευλογημέν' η ώρα

Βαθειά την νύκτα, ενώ ο νεαρός μούτσος εκοιμάτο εις τον θαλαμίσκον κάτω, ο Νίκος ο Μπελκαρής, ελαφρά-ελαφρά, ως να επάτει «βαμβακάκια», καθώς λέγουν αι γυναίκες του τόπου, ετόλμησε να εισέλθη εις την γολέτταν, φέρων δύο μεγάλα τρύπανα ή τριβέλια περιτυλιγμένα εις λεπτότατον τουλοπάνι.

Δεν ήθελον να αναγνωρίσωσι την αμάθειάν των δεν μετημελούντο εκ των σφαλμάτων των· το πικρόν δηλητήριον του μίσους των δεν αφηρέθη διά της μακροθυμίας των, η βαθεία νυξ της διαστροφής των δεν διελύθη διά της σοφίας των. Η πρόθεσίς των όπως τον απολέσωσιν ήτο σταθερά, επίμονος, αμετάτρεπτος. Εάν μία σκευωρία απετύγχανεν επεδίδοντο μετά πείσμονος μοχθηρίας εις εξύφανσιν άλλης.

Εσείς του Φόνου όργανα, όπου και αν πλανάσθε κι' αόρατα συντρέχετε 'ς ό,τι κακόν κι' αν γείνη, ελάτε, κάμετε χολήν το γάλα των μαστών μου! Έλα και συ, Νύκτα βαθειά, σκεπάσου με του Άδου τον σκοτεινότερον καπνόν, ώστε η μάχαιρά μου να μην ιδή την μαχαιριά, και ούτε απ' επάνω να ημπορή ο Ουρανός να με παραμονεύση 'πίσ' απ' τον πέπλον της νυκτός και να φωνάξη: Στάσου!

Πέντε φορές η μασσαλιωτική βαθεία λεκάνη είχε γεμίσει από τα φουρνιάτικα, και πέντε φορές η Μιλάχρω έρριψεν εις τον φούρνον και από ένα μεγάλο ψωμί ιδικόν της και από μίαν φαρφούναν· διά τον άνδρα της τον «δουλευτήν» επιλέγουσα: — Χαλάλι σου, άνδρα μου!

Είνε πιθανόν, αν και όχι βέβαιον, ότι εγνώριζεν όλα τα μη κανονικά βιβλία των Εβραίων. Η βαθεία αύτη γνώσις των Γραφών δίδει μεγαλειτέραν σημασίαν εις την πλήρη θυμού ερώτησιν, την τοσάκις επαναλαμβανομένην. «Ουκ ανέγνωτε;» Η γλώσσα την οποίαν ο Κύριος ημών ωμίλει κοινώς ήτο η Αραμαϊκή.

Και πέρα βαθειά, στο σκοτάδι μέσα, άστραψε γοργά, άσπρισε η θάλασσα και τα πανιά μας, κεραυνός εχύθη χαλκόστερνος και τρανταχτός. Άτρομος απαντούσεν ο δαίμονας στον ψώφιον αλλαλαγμό μας. Απελπίστηκα. — Το γουρούνι μωρέ! τι το φυλάτε το γουρούνι! εφώναξα. — Δε σκούζει, καπετάνιε! μου λέγει ο Μπίρκος. Τρέχω κοντά το κλωτσάω, το σπρόχνω, τραβώ τις τρίχες, του ξεριζώνω τ' αυτιά. Τίποτα.

Τοιαύτη θέα τοιαύτης πόλεως είνε πάντοτε περιπαθής, και πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί οδοιπόροι εκράτησαν τον χαλινόν του ίππου των εις το μέρος τούτο, και ανέβλεψαν προς την σκηνήν εν συγκινήσει βαθεία και δυσπεριγράπτω.

Όταν έφθασαν εις Καπερναούμ και ήσαν εν τη οικία, ο Κύριος τους ηρώτησε, «Τι συνεζήτουν προς αλλήλους εν τη οδώΒαθεία συστολή τους έκαμε να σιωπώσι, και η σιωπή αύτη ήτο η ευγλωττοτέρα ομολογία των ενόχων φιλοδοξιών των.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν