United States or Norfolk Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι όσο ακίνητη ο θεός κρατούσε την αιγίδα, βρίσκανε κι' απ' τους διο οι ρηξές κι' ισόπεφτε τ' ασκέρι· μα όταν κατάματα έπειτα θωρώντας τους Αργίτες 320 την τράνταξε, κι' απέ έσκουξε σκουξιά φριχτή μεγάλη, τότες τους νάρκωσε το νου, παράλυσε η καρδιά τους.

Μα άκου με, αν θέλεις, κι' ίσως βγει πολύ καλύτερά μας· τώρα την έρμα ας πάψουμε σφαγή και τους πολέμους σήμερα· απέ έπειτα ξανά χτυπιούνται ως που την άκρη 30 της Τριάς να βρούνε, αφού μαθές τ' αποφασίσατε έτσι εσείς οι διο οι αθάνατες, να φάτε αφτό το κάστρο

ΑΣΤ. Απέ τζη φίναι είναι κι' αυτή, όμορφο πραγματάκι, μωρ' δεν κυττάς τα μάτγια τζη, μωρ' δεν γλέπεις παρέντζα με φαίνεται η Βένερε που είδα στη Φιορέντζα; μωρ' δεν κυττάς το πέτο τζη , δε γλέπεις τα βυζιάτζη, μωρ' δεν κυττάς τα πράτζα τζη, δε γλέπεις τα μαλλιά τζη, μωρ' δεν τα γλέπεις ούλα τζη; μ' ούφυγε το τζερβέλο , πουλώ τα ρούχα μου γι' αυτή, πουλώ και το καπέλο.

Απέ σαν τέλιωσε η δουλιά και τοίμασαν τραπέζι, τρων, και δε λείπει τίποτα που να ζητά η καρδιά τους. 320 Και στο τραπέζι ο βασιλιάς τ' Ατρέα γιος τον Αία μ' ολάκερα τον φίλεβε τ' απάκια και τιμούσε.

Κι' ασπίδα ο Αίας πλάκωσε σαν πύργο κουβαλώντας πλούμια χαλκένια εφτάβοϊδη, που τούδεσε με τέχνη 220 ο Φτιάστης, ο πιο ξακουστός πετσάς, της Ύλης θρέμμα· που τούφτιασε εφτατόμαρη από καλοθρεμένους τάβρους ασπίδα, μ' όγδοη λάμα χαλκού από πάνου· μ' αφτή στα στήθια του μπροστά, τον Έχτορα ζυγώνει σιμά σιμά, απέ στέκεται κι' αρχίζει τις φοβέρες 225 «Έχτορα, τώρα πια άλαθα θα δεις με μόνο μόνος σαν τι κοντάρια έχουν εδώ κι' οι Δαναοί στον κάμπο και δίχως λοχοσπάστορα λιοντόκαρδο Αχιλέα.

ΑΣΤ. Τ' όνομα σου; ΚΥΠ. Σολομώς. ΚΥΠ. Απέ την Τζίπρον είμαι. ΑΣΤ. Και πες μου δα εσύ· πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού;

Και στρώνουνε το στρώμα του και τα σκεπάσματά του. Του μαγειρεύουν μια και δυο, του πλένουν τρεις και πέντε Και στρώνουνε το στρώμα του και τα σκεπάσματά του, Κι' απέ του λένε με θυμό, του λεν με καταφρόνια. Φέρε να μαγειρέψωμε, πλέρωσε για το πλύμα, Πλέρωσε για το στρώμα σου και τα σκεπάσματά σου.

Κι' οι διο αρχηγοί σα ζύγωσαν με τ' άρματα στα χέρια, τότε ο αφέντης Πάτροκλος τον κοσμοξακουσμένο Θρασύδημο, που παραγιός του Σαρπηδού 'ταν άξιος, τρυπάει στη ρίζα της κοιλιάς και τη ζωή του κόφτει. 465 Κι' ο Σαρπηδός με το λαμπρό κοντάρι δεν τον ήβρε κατόπι ορμώντας, μα βαράει δεξά στον ώμο τ' άτι τ' αποξινό, τον Πήδασο, που μούγκριζε φυσούσε, κι' απέ έπεσε μ' αχό βαρύ και πέταξε η ψυχή του.

Κι' ο Πρίαμος κατόπι 365 σηκώθηκε, άντρας με μιαλό ισόβαρο του Δία. Αφτός με λόγια φρόνιμα τους μίλησε έτσι κι' είπε «Ακούστε, Τρώες και βοηθοί, κι' ακούστε με, Δαρδάνοι, για να σας πω όσα μου ζητάει μέσα η καρδιά στα στήθια. Τώρα σαν πριν πηγαίνετε να φάτε μες στη χώρα, 370 κι' απέ στις βάρδιες όλοι σας! και ξάγρυπνοι όλη νύχτα.

ΛΟΓ. Χατζή Σάββας Χατζή Μουράτη Αραϊντζή Καϊσερλή, ζιμτζ τερελλελί. ΑΝΑΤ. Βάι κιοπόγλουτερελλελί συ είσαι, ντερελί γράψε· έγραψες; ΛΟΓ. Ναι. ΑΝΑΤ. Μπρε έριφνέσκαι πεςάι χωϊράτι. Τώρα φώναξε ένα άντρωπο απέ το παρατύρι, ντόσε να πάη. ΛΟΓ. Τον δεσμοφύλακα; Στρατιώται, Πελοποννήσιος και ο Κύπριος.