Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Τότε ο Πεισίστρατοςαυτόν αντείπε ο Νεστορίδης• «Τηλέμαχε, δεν γίνεται, και αν το ταξείδι βιάζει, νύκτα να ταξειδεύουμε• και ογλήγορα θα φέξη• 50 αλλά να μείνης ως οπού 'ς τ' αμάξι να σου βάλη τα δώρα ο λαμπρός ήρωας Μενέλαος Ατρείδης, και με λόγια γλυκύτατα να σ' αποχαιρετήση• τι απ' όσους τον φιλοξενούν, επί ζωής του ο ξένος κείνον θυμάται όπ' έδειξεν εγκάρδια την αγάπη». 55

ΡΩΜΑΙΟΣ Ναι, μέσα εις το στρώμα του, εκεί όπου κοιμάται κι αλήθειαις ονειρεύεται. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Τώρα καταλαμβάνω! Την Μάβω την Νεράιδα εφίλευες απόψε . Η Μάβω κάμνει την μαμμήν, και έρχεται την νύκτα, ωσάν δακτυλιδόπετρα μεγάλη, απ' εκείναις οπού οι δημογέροντες φορούντο δάχτυλόν των και ζεύγειτο αμάξι της μικρά μικρά μαμμούδια, και ταξειδεύει και περνά εις μύταις κοιμισμένων.

Πήρε φωτιά οχ την Ίδα ο γιος του Κρόνου σαν τις είδε, και τη χρυσόφτερη Ίριδα ναν τους μιλήσει στέλνει «Τρέχα, ανεμόποδη Ίριδα, και στείλ' τες πίσω· ενάντια ας μη μου παν, γιατί άσκημα θα σμίξουμε στη μάχη. 400 Γιατί ένα λόγο θαν τους πω, που θ' αληθέψει κιόλας· θα σακατέψω τ' άτια τους αφτού μες στα λουριά τους, θάν τις γκρεμίσω κάτου αφτές, θα σπάσω και τ' αμάξιμηδέ σε δέκα ολοκλήρους που κυκλοφέρνουν χρόνους δεν έχουνε γιατριά οι πληγές π' ανοίγει ο κεραβνός μου405 για ναν το δει η κυρά Αθηνά σαν πώς με πολεμούνε.

Έγραφα, έγραφα. Και θυμήθηκα πως είχα τρέξει σα δαιμονισμένος με το αμάξι, με την ιδέα πως το παιδί μου είτανε πεθαμένο. Μα δε συλλογιζόμουνα πια το παιδί μου. Συλλογιζόμουνα εκείνη, εκείνη που έπρεπε να είμαι όλος δικός της αν είτανε δυνατό να έμενε μαζί μου, αν το αφάνταστο γινότανε πραγματικότητα, αν πέθαινε ο Σβεν.

ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τριάντα κύκλους κλειδωτούς ως τώρα έχει χαράξη ολόγυρατην σφαίραν μας ο Φοίβος με τ' αμάξι, και τριάντα φοραίς δώδεκα φεγγάρια με την ξένην λάμψιν τριάντα εφώτισαν φοραίς την οικουμένην, αφ' ότου ο πόθος ταις καρδιαίς, ο Υμέναιος τα χέρια, μ' άγιον μας ένωσαν δεσμόν, 'πού ευλόγησαν τ' αστέρια.

Ιδού, σας ευχαριστώ διά την καλήν σας συμβουλήν. — Ε! το αμάξι μου! — Νύκτα σας καλή, Κυρίαις χαριτωμέναις· Κυρίαις, καλή νύκτα· καλή σας νύκτα, καλή σας νύκτα. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Κατόπι της, παρακαλώ, και φύλαξέ την προσεκτικά.

ΓΙΑΓΙΑ Όχι. ΓιαΤι με ρωτάς; ΥΠΕΡΕΊΉΣ Ήρθ' ένας νέος κάτου, και κατέβασε τα πράματά του από το αμάξι και τάφερε μέσα, και τώρα μας δίνει διαταγές σα να βρίσκεται στο σπίτι του. ΓΙΑΓΙΑ Περίεργο. Ποιος να είναι αυτός; Πάω να ιδώ εγώ. . . Αυτός είναι, γιαγιά μου, αυτός. Τόνε γνώρισ' αμέσως. Είναι αυτός, αυτός. ΓΙΑΓΙΑ Μα ποιος είν' επί τέλους. Δεν καταλαβαίνω.

Μον κάναν κράχτη γέροντα πάρε που να τραβήξει τις μούλες με τ' ωριότροχο τ' αμάξι, και στο κάστρο πάλε έπειτα το λείψανο να φέρει απ' τ' Αχιλέα. 180 Και λέει, μη βάλεις θάνατο στο νου σου ή άλλο φόβο· τέτιο οδηγό σουτον Έρμηθα στείλουμε μαζί σου, που θα σε πάει ως που ίσα κει να φτάστε στ' Αχιλέα.

Μέσ' 'ς τη λάσπη και τη βροχή τρέχα ν' αγοράζης γάντια και να πιάνης αμάξι! Α! δεν θα γείνω κ' εγώ αφέντης καμμιά φορά! Ο Κύριος Παρδαλός εισέρχεται εις τον κοιτώνα τον, και προσπαθεί να ενδυθή. Αλλά τούτο είνε αδύνατον, διότι η εύσωμος σύζυγός του έχει πλήρες το δωμάτιον εσθήτων, μεσοφορίων, μανδηλίων, στηθοδέσμων και πάσης της πολυμόρφου συσκευής του γυναικείου ιματισμού.

Αυτά 'πε καιτον Όλυμπο τον υψηλόν ανέβη• και απ' την γλυκειά του ανάπαυσι τον Νεστορίδη εκείνος σήκωσε, με το πόδι του κινώντας τον, και του 'πε• 45 «Νεστορίδη Πεισίστρατε, σήκω, 'ς τ' αμάξι ζέψε τ' άλογα τα μονόνυχα, να πάρουμ' ευθύς δρόμο».

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν