Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025
Μα αλλοί εις εμέ! από ένα κίνδυνον της φουρτούνας επάσχαμεν διά να γλυτώσωμεν, και εις άλλο χειρότερον επέσαμεν· είμεθα πλησίον να πιάσωμεν γην, και εις το αναμεταξύ που ηθέλαμεν να έβγωμεν, ιδού και έρχεται ένας μεγαλώτατος κορκόδειλος προς ημάς· εκείνο το φοβερόν θηρίον πλησιάζοντας προς τον σκύφον μας, με την ουράν του τον εκτύπησεν, που τον έκαμε πολλά κομμάτια.
Και αν εκφράζη συμπάθειαν, αύτη έρχεται ως αμοιβή διά την ηδονήν του θεάματος, η οποία, αντιθέτως προς ό,τι γίνεται εις τα θέατρα, δεν πληρόνεται προκαταβολικώς, αλλά κατόπιν, όταν πλέον είνε και ανωφελής. Όχι πολύ βαθεία ανάλυσις δύναται ν' αποδείξη ότι τα ωραία αισθήματα, όπως και τα ωραία άνθη, έχουν φυτρώσει εις την κόπρον.
— Το ποίον; — Αν θα έχη ιδιαίτερον πλοίον. — Τω όντι. — Αλλ' εγώ πιστεύω ότι, αν αληθεύη αυτό οπού λέγει αυτός ο υποκριτής, ο Δερμίνιος... — Τι λέγει; — Λέγει ότι έρχεται διά πολιτικήν αποστολήν. — Ναι. — Λοιπόν αφού έρχεται διά πολιτικήν αποστολήν... — Έπειτα; — Θα ειπή ότι τον στέλλει ο Πάπας. — Ίσως. — Και αφού τον στέλλη ο Πάπας.... — Τούτο σημαίνει ότι θα του δώση πλοίον. — Πιθανόν.
Αλλ' η Αλεξάνδρεια δεν γνωρίζει περί σου ολιγώτερα, ούτε μα τον Δία έπρεπε να έρχεται εις δευτέραν μοίραν μετά την Αντιόχειαν υπ' αυτήν την έποψιν. Και η ακολασία σου υπήρξεν εκεί αναιδεστέρα και η αισχρουργία σου μανιωδεστέρα και η φήμη σου διά ταύτα μεγαλειτέρα. Δεν είχες πλέον καμμίαν συστολήν.
Αλλά φαίνεται ότι το ίσον δεν είναι το ίδιον εις τα δίκαια και εις την φιλίαν. Διότι εις μεν τα δίκαια ίσον είναι κατά πρώτον λόγον το ανάλογον με την αξίαν, ενώ το ανάλογον προς το ποσόν είναι κατά δεύτερον λόγον ίσον, εις την φιλίαν όμως κατά πρώτον λόγον έρχεται το ανάλογον προς το ποσόν, και κατά δεύτερον λόγον το ανάλογον προς την αξίαν.
Κοπιάστε, Κύριοι, εσείς που καταγίνεστε στις Επιγραφές, και ξεδιαλύνετέ το. «Μη δυσανασχέτει, έσο βεβαία περί της σήμερον». Πως κάτι θα γίνη σήμερα, δε χρειάζεται δα και Οικονομίδης να μας το πη. Καταλάβαμε και πως πρέπει να πέρασε θυμωμένη νυχτιά. Μήτε στο κατώφλι δεν πήγε να προβοδίση τον άντρα της. Προσοχή, γιατί την ακούγω κι ανεβαίνει. Δεν έρχεται μέσα ως τόσο. Στην άλλη την κάμαρα τρύπωσε.
Να μη φέγγη και ποτές! Οι κακούργοι! Με γέλασαν κι όλο με γελούν. Κόκκινο μελάνι, κόκκινο ζήτησα να μου φέρουν, κι αφτό είναι μάβρο σαν το αίμα. Τι να σπάσω, να ξεθυμάνω; Τρίζουν τα δόντια μου, φωνάζω, και δεν έρχεται κανείς και κανείς δε μιλεί. Λέξη δεν ακούω. ................................................................. Αγριέβουμαι. Δε σφαλνώ μάτι. Κι ο τοίχος πάντα μπροστά.
Το σεβάστηκαν το θέλημα της χαροκαμένης κι αποτραβηχτήκανε με το στανιό και μ' αγριεμένα μουρμουρητά οι Παραμυθιώτες. Εκεί όμως που κοίτουνταν ακόμα η Ασήμω λιγόθυμη, έρχεται αλάθευτο βόλι μακρόθε και της ταφίνει μια για πάντα κλεισμένα τα πανώρια της μάτια. Πέρασε η μέρα εκείνη με τάγρια τα ξεφαντώματα, που τάχα γλύτωσε το χωριό.
Σε βεβαιώ, φίλτατέ μου, όταν τα αισθήματά μου δεν κρατούνται πλέον, τότε όλην μου την ταραχήν πραΰνει το βλέμμα ενός τοιούτου πλάσματος, που με μακαρίαν ησυχίαν διατρέχει τον στενόν κύκλον της υπάρξεώς του, μόλις συντηρείται από ημέρας εις ημέραν, βλέπει τα φύλλα των δένδρων να πίπτουν, και ουδέν άλλο με τούτο σκέπτεται παρ' ότι έρχεται ο χειμών. Από τότε πηγαίνω συχνά εκεί έξω.
Σφουγγίζει τα μάτια του ο Παυλής, και ξεκινώντας ρίχτει ματιά κατά ταπάνω προς την πισινή τη μεριά του σπιτιού. Και τι να δη; Τη Σμαράγδα κλαμένη, ταπεινωμένη, απελπισμένη! Τραβιέται το κορίτσι αμέσως να μη φανή. Εκείνος ως τόσο το είδε, το πόνεσε, και ζωγραφιούνταν ο πόνος του στην όψη του όλη. Την αγαπούσε πια ο Παυλής τη Σμαράγδα. Έρχεται μεσημέρι, καθίζουνε στο φαεί. Τραπέζι μουσαφίρικο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν