Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Έλαμψε ο ουρανός. Κι' ενώ το καράβι των Νορβηγών έφευγε μακρυά, ήρεμα και γελαστά τα κύματα έφεραν τη βάρκα του Τριστάνου στην άμμο της παραλίας. Με μεγάλη προσπάθεια, ανέβηκε στους γκρεμούς και είδε, πέρα από μια έρημη και βαθειά σαν κοιλάδα έκτασι, ένα δάσος απέραντο.
Κι όταν ο μπαμπάς έφτανε τέλος κ' έμενε όξω στο διάδρομο για να τινάξη τον άμμο από τις γαλόσες του, ο Σβεν πλησίαζε τόσο σιγά και δε συλλογιζότανε πια να τον φοβίση, μα έστεκε μόνο εκεί και χαμογελούσε, σα να ήξερε καλά πως ο μπαμπάς δεν μπορούσε να τονέ δη δίχως να χαρή.
Του φαινόταν πως περπατούσε μαζί της επάνω στην άμμο κατά μήκος του ποταμού, κάτω από το φεγγάρι: πήγαιναν, πήγαιναν σιωπηλοί, φρόνιμοι. Έφτασαν στη δημοσιά πλάι στο γεφύρι. Εκεί κάτω το όραμα μπερδευόταν. Υπήρχε ένα κάρο και επάνω του καθόταν η Λία, κρυμμένη ανάμεσα σε σάκους.
Ναί, αφτό θα φημιστεί ως εκεί που χύνει φως ο ήλιος, μα τι μ' αφτό; Σα φύγουνε οι παινεμένοι Αργίτες με τα καράβια τους ξανά στην ποθητή πατρίδα, 460 τότες το κάστρο γκρέμισ' το και σκόρπα το στο κύμα, και μ' άμμο σκέπασε ξανά τ' απλόχωρο ακρογιάλι.» 462 Έτσι κουβέντιαζαν οι διο. Και βασιλέβει ο ήλιος, 464 και τότες τέλιωσε η δουλιά των Αχαιών.
ΠΡΟΣΠ. Το λησμόνησες. και τώρα σου φαίνεται βαρύ να πατής την άμμο του πικρού πελάου, να πετάς αγνάντια στον δριμύν βορεινόν αέρα, να μου κάνης δουλειά μέσα στες φλέβες της γης, όταν την καίη το πάγος. ΑΡΙΕΛ. Όχι, κύριε. ΠΡΟΣΠ. Ψέμματα, πονηρό πράμμα. Λησμόνησες την μιαρή στρίγλα, την Συκόρακα, η οποία από τα γεράματα και από τον φθόνο είχε καταντήσει κουλούρα; την ελησμόνησες; ΑΡΙΕΛ. Όχι, Κύριε.
Καιρό στεκότανε όρθιος — γιατί άμμο βρήκε εκεί βαθύ — ως που τ' αλόγατά του τον κλώτσησαν και χάμου εκεί τον ξάπλωσαν στο χώμα, καθώς ο γιος του Νέστορα τα βάρεσε να τρέξουν, κι' έτσι τα πήγε ως στα γοργά των Αχαιών καράβια.
Κι' όταν η αρμάδα έγεινε άφαντη, τότε το έμαθαν, κ' εγύρισαν πίσου στο νησί μας, για να θάψουν το Νικοτσάρα, που πέθανε κρατώντας με τα χέρια τ' άντερά του για να μη χυθούν, με τα δόντια την ψυχή του διά να μη φύγη. Κ' ήρθαν και τον έθαψαν, κάτου στο Λεχούνι, κοντά στην άμμο, στο γιαλό, και τότες του βγάλανε και τραγούδι.
Και πια σαν ήρθαν στον πλατύ των Αχαιώνε κάμπο, τράβηξαν όξω στην ξηρά το μελανό καράβι, 485 ψηλά στον άμμο, με μακριά το στήλωσαν φαλάγγια, κι' ατοί τους γύρω σκόρπισαν στα πλοία και καλύβια.
»Το κεφάλι Του γέρνει και το ιερό κορμί αναίσθητο κουνιέται πάνω στο Σταυρό. Αστραπή κόκκινης φλόγας διαπερνά την ατμοσφαίρα κ' εξαφανίζεται. Σπάζουν οι βράχοι του Καρμήλου και του Λιβάνου· η θάλασσα κυλάει ψηλά από την άμμο τα μαύρα βορβορώδη κύματά της. Η γη ανοίγει κ' οι τάφοι αφίνουν ελεύθερους τους κατοίκους των.
Τούτα μου είπε, και η καρδιά 'ς το στήθος μου ερραγίσθη. κ' έκλαια καθήμενος 'ς τον άμμο, και η ψυχή μου να ζήση πλειά δεν ήθελε, να ιδή το φως του ηλίου. 540 και αφού χάμου κυλιούμενος εχόρτασα το κλάμμα, είπε μου τότε ο άψευτος γέροντας της θαλάσσης•
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν