Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Τους πιάνει αμέσως και διατάζει τους γενναίους του να τους πάνε στη φυλακή. — Δε μεταχειρίζονται έτσι τους ξένους στο Ελδοράδο, είπε ο Αγαθούλης. — Είμαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά μανιχαίος, είπε ο Μαρτίνος. — Αλλά, κύριε, πού μας πάτε; ρώτησε ο Αγαθούλης. — Στο μπουδρούμι, απάντησε ο αστυνόμος.

Στο διάβα του όμως από τη μιαν εξορία στην άλλη τόσον τον κακομεταχειρίστηκαν οι εχτροί του, που πέθανε τώρα στο δρόμο, εξήντα χρονών, ολίγους μήνες πριν αποθάνη κ' η Ευδοξία. Αυτό είταν το τέλος του Μεγάλου Χρυσοστόμου, που με το Βασίλειο και με το Γρηγόριο τους έχει τριπλό καμάρι η Εκκλησία.

Οι αυτοί ιερείς λέγουσιν ωσαύτως, δεν μοι φαίνονται όμως άξιοι πίστεως, ότι ο θεός συχνάζει εις τον ναόν και αναπαύεται επί της κλίνης, κατά τον αυτόν τρόπον καθ' ον και εις τας Θήβας της Αιγύπτου, ως λέγουσιν οι Αιγύπτιοι. Διότι και εκεί επίσης κοιμάται γυνή εις τον ναόν του Θηβαιέως Διός, και βεβαιούσιν ότι μήτε η μία μήτε η άλλη των γυναικών τούτων έχουσι σχέσιν με άνδρας.

&Μάλλον εκουσία είναι η ακολασία παρά η δειλία.& — Φαίνεται δε ότι η ακολασία είναι περισσότερον εκουσία παρά η δειλία. Διότι εκείνη μεν υπάρχει ένεκα της ηδονής, αυτά δε ένεκα της λύπης, εκ των οποίων η μία είναι προτιμητέον πράγμα, η δε άλλη άξιον αποφυγής. Και η μεν λύπη εκτροχιάζει και φθείρει την φύσιν εκείνου όστις έχει αυτήν, ενώ η ηδονή δεν κάμνει κανέν τοιούτον.

Και μες στα παραλούρια το γάβρο δένει Πήδασοπου ο Αχιλιάς τον πήρε τότες τ' Αητιού σαν πάτησε το στεριωμένο κάστροπούτρεχε μ' άτια αθάνατα, θνητό κιας είταν θρέμμα. Πάει τότε ο Αχιλιάς παντού από καλύβα σ' άλλη 155 κι' όλους φωνάζει στ' άρματα. Κι' εκείνοι αμέσως όξω 156 166 πρόστρεξαν όλοι, κι' έστεκε στη μέση ο Αχιλέας αμαξωτούς θαρρύνοντας κι' ασπιδωμένους άντρες.

Την άλλη μέρα, αφού βρήκαν μερικά φαγώσιμα, γλυστρώντας ανάμεσα στα χαλάσματα, αναστήλωσαν λιγάκι τις δυνάμεις των. Έπειτα βοηθήσανε μαζί με τους άλλους στο φρόντισμα εκείνων, που γλύτωσαν από το θάνατο. Μερικοί κάτοικοι, που τους είχαν βοηθήση, τους δώσαν ένα τόσο ωραίο δείπνο, όσο είναι δυνατό μέσα σε τέτοια καταστροφή.

Πού ξέρουμε τάχατε τι μας βγάζ' η αυριανή, χαντακωμένες! Τότες σύγκαιρα, απόχτησε και γυιόν η γυναίκα του Ζώη και για την καλοπέρασή της άναψε μεγαλύτερος μέσατους λογισμούς του ο πόθος του αρχοντικού σπιτιού. Πέρασεν όμως τότε και μια ιδέα άλλη 'ςτό νου του.

Την άλλη 'μέρα, ημέρα του δοξασμένου εκείνου πολέμου, ενώ οι Αρβανίτες με τον Καρυοφίλμπεη νικημένοι κυνηγιώνταν από τους Έλληνες, ο Καραϊσκάκης ακράτητος, φοβερός, τραντάζοντας με της φωνές του της ράχες γύρω, καθώς προχωρούσε με τ' άλογο, κάνει έτσι και βλέπει κρυμμένον άνθρωπο μέσα σε μια πατουλιά. Νόμισε πώς ήταν Τούρκος κι' αμέσως τραβάει από τη σέλλα τη μια πιστιόλα, έτοιμος να ρίξη.

Ανασήκωνε τη φτερούγα, έδειχνε το μελαχρινό πρόσωπό της, πονεμένο, στα μάτια της ζωγραφισμένη η λύπη, αλλά αποτραβιόταν από το τοιχάκι σαν να φοβόταν μην πέσει. Και να άλλες φιγούρες που ανέβαιναν κι αυτές, όλες με το πρόσωπο κρυμμένο πίσω από μια μαύρη φτερούγα, και όλες πλησίαζαν, αλλά αμέσως οπισθοχωρούσαν τρομαγμένες από τον κίνδυνο μην γκρεμοτσακιστούν από την άλλη μεριά.

Άλλη ημίσεια ώρα μέχρις ου στραιολογήσωσιν ως κωπηλάτας πορθμείς ή αλιείς εκ της προκυμαίας, των οποίων αι λέμβοι, δίκωποι ή τετράκωποι και βαρείαι ούσαι, δεν εκρίνοντο κατάλληλοι διά την καταδίωξιν, — και μέχρις ότου συνεννοηθώσιν όλοι, και είνε όλοι σύμφωνοι να εκπλεύσωσι. Τέλος επέβησαν της σκαμπαβίας, ο κυρ-Μοναχάκης έβδομος εκάθισεν εις το πηδάλιον, και εξεκίνησαν.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν