Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Ρουκέτες από σερπαντέν και βροχή το κομφετί. «Εδώ ο χαρτοπόλεμος ! Χαρτί και πόλεμος !» Τρόμπες : «ούγου-ού-ου-ου ! !» Τα πεζοδρόμια παστά απ’ τον κοσμάκη που έσερνε πατείς με πατώ σε τα πόδια του μες τον άμμο μια πιθαμή· κι απάνω στα μαύρα ανθρώπινα κύματα: τα τουρλωτά καπέλλα των γυναικώνε σα μαούνες φορτωμένες ! όλα αυτά βουτηγμένα σταλεύρι, τυλιγμένα σ’ ένα σταχτοκίτρινο πέπλο βαρύ και πνιγερό . . . Να κι ο Θεοδοσίου ! Ού, σαχλαμάρα ! Μπράβο ! μπράβο ! του φωνάζουν άλλοι και δος του τα παλαμάκια από πέρα, όλο το δρόμο πουρχόταν. . : απάνω σ' ένα γάιδαρο τανάποδα, με του γαϊδάρου την ουρά ανασηκωτή στα χέρια αντίς για γκέμια . . κ' έκοβε μ' ένα ψαλλίδι τρίχες απ’ την ουρά και τις μοίραζε στον κόσμο!. . .Απ’ την ουρά κρεμότανε μια επιγραφή : ΕΘΝΙΚΩΝ ΤΑΜΥΟΝ. Πλάι στο γαϊδουροκαβαλλάρη έτρεχ' ένας μουντζουρωμένος παλιάτσος και τούδινε χαρτάκια από ένα πανέρι πούγραφε απέξω: ΜΠΗΛΙΕΤΑΚΕΙΑ. Ο γάιδαρος είχε στο κεφάλι μια σημαία γαλανόλευκη με κόκκινα γράμματα: ΔΟΛΙΑ ΠΑΤΡΥΣ. Και στου ίδιου του Θεοδοσίου το φέσι ήτον κολλημένο ένα χαρτί που έλεγε: ΣΙΝΝΑΛΑΓΟΙ. . . Και σφυρίγματα, τρόμπες, χάχανα, τροκάνια, χαρτοπόλεμος, στραγαλιές κατάμουτρα και μαγκαρία και μαρίδα από πίσω ατέλειωτη . . . . . Και νά πάλι αμάξια με τα αιώνια ντόμινα που έξαφνα σηκώνοντ' ορθά και ρίχνουνε με λύσσα κατά κάποιο παράθυρο στραγάλια, μπουκέτα, ό,τι τους τύχη στο χέρι . . . Σταναμεταξύ «Μακεδόνες» πεζοί, μισόγυμνοι μες τα χρυσόχαρτα, και «γαμπροί» και «νύφες» που φορούν το σεντόνι του νυφικού τους κρεββατιού για πέπλο και μπουλούκια-μπουλούκια παλιάτσοι με κουδουνάκια . . και ιππότες από όπερες με ισπανικά και περμαντόννες με πορτοκαλλιά κοντοφούστανα και μάγουλα βαμμένα σαν αυγά του Πάσχα και με κατσαρά από ροκανίδια. . . και κάτι διάβολοι κοκκινοφορεμένοι με τις ουρές τους αλλαμπρατσέττα . . . . . Και πάλι φωνές: «Χά !-χά !-χά ! χά!» και τρόμπες και ροκάνες και σφυρίγματα και «Χαρτί και πόλεμος ! εδώ ο χαρτοπόλεμος !» και παλαμάκια . . .Κ' έξαφνα : «Να ! να το Κομιτάτο ! Έρχονται, έρχονται ! Τo Κομιτάτο !-…» Τι χαρά!
Είναι και δική σου θεια απ’ τη μητέρα σου; Έμ αφού έρχεται και συγγενής, καλύτερα» Και χαμογέλασε μ' ένα χαμόγελο πουρχόταν τα-ίσα απ’ την Κόλαση. «Γιατί πάντα ένα ξένο κορίτσι μες το σπίτι», άρχισε παρακάτω με καινούργιον αέρα στα πλεμόνια της, γιατί της φυσούσαν οι διάβολοι με τα φυσερά τους, «πούναι και τόσο νέος άντρας και καλοκαμωμένος αλήθεια πόσα χρόνια τον απερνάς, ή σ' απερνάει; Νάξερες, καϋμένη, πως τονέ ματιάζου-νε-ε τα κορίτσια και τι ακούγει πίσω του!. . . Μέσ' απ’ τα μπρίζι-μπίζι μου εμένα που να μου ξεφύγη τίποτα ! θε να πέθαινες δέκα βολές.
Ό-οχι! «Τα παιδάκια» ! «Τα παιδάκια» ! και δυο-τρεις αρχίσανε τα τραγουδάνε δυνατά, για να μην τους περάση το πείσμα εκεινών: Τα παιδάκια μου, γι’ ακούστε να σας πω μια συμβουλή!. . . Ο Μίμης της θύμησε πως την είχε αγκαζάρει για ένα βαλς κ’ ήτον αυτό, είπε, πουρχόταν τώρα.
Δεν ήτον ο κομψευόμενος και ο μοσχομυρισμένος, ο γυναικολόγος και γυναικάκιας πουρχόταν πάντα: αυτός καθότανε στην άλλη άκρη της Αθήνας κι ούτ' έβγαινε τέτοιαν ώρα απ’ το σπίτι ναρθή εδώ έξω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν