United States or Bulgaria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βρισκόταν σ’ ένα δάσος που το έλεγαν Λίβανο εξ αιτίας των ψηλών κέδρων που φύτρωναν εκεί. Μέρος δροσερό. Και όλο το σπίτι ήταν φτιαγμένο από χρυσές και ασημένιες κολώνες, με τις τραβέρσες από γερό ξύλο, δουλεμένο, και το πάτωμα από μάρμαρο, όπως στις εκκλησίες.

Ποταμάκια μικρά και χαριτωμένα περνούσαν γύρω στις ρίζες των ψηλών δένδρων και μικρές λίμνες, σπαρμένες μέσα στην πρασινάδα, καθρέφτιζαν τα πυκνόφυλλα κλαδιά με τους χρυσούς καρπούς. Και τα φιδωτά δρομαλάκια του περιβολιού ήσαν στρωμένα με ψιλή άμμο, από διαμάντια και ζαφείρια, που λαμποκοπούσαν στον ήλιο με χίλια χρώματα.

Άνοιξα το παλιό παράθυρο κι ακούμπησα στα σάπια ξύλα του. Όμορφη φεγγαροστολισμένη νύχτα με χτύπησε κατάμματα. Το στένωμα των κατακόκκινων και ψηλών εκείνων βράχων ακτινοβολούσε ολάκερο. Κοίταξα προς τα κάτου κι ανατρίχιασα. Τα κελιά είταν χτισμένα σύρριζα σε κατάψηλο βράχο, που ξέφευγε ίσος σα μαχαίρι κάτω βαθειά στη λαγκαδιά, που μόλις τη φώτιζε το φεγγάρι.

Και μέσα στην καρδιά του δάσους του μεγάλου, κατάμεσα στη φύση που θ' αναγεννάται ολάκερη, και που θα κάνη την αγάπη, μέσα στον έρωτα των αγριολουδιών και στη δροσιά του χορταριού, μέσα στο μεθύσι των ψηλών βελανιδιών και στο μισοφωτισμένο βάθος μέσα του ανοιξιάτικου δάσους, θα μ' ανοίξης την αγκαλιά σου, ωραία άνοιξή μου, συ...

Γιατί η καινούργια λεύκα δεν έμοιαζε με τα άλλα δένδρα, δεν είχε τα σημάδια των αδερφών της, ούτε στο κορμί της το παράξενο, ούτε στο αγκάλιασμα των κλαδιών της, ούτε στο σάλεμα των ψηλών κλώνων, όταν οι αγαπημένοι άνεμοι πετούσαν τρελλοί να χαιρετήσουν το ΓέροΠοταμό με τα ευτυχισμένα τα παιδιά του. Η καινούργια λεύκα ήταν ένα δένδρο που αγαπούσε να παίρνη ανθρώπινες μορφές.

Οι μεγάλοι κάμποι στη Ρούμελη αρχίζουν από τα ριζιά ψηλών βουνών ξετυλίγονται σα γαληνημένη θάλασσα, κατάγυμνοι, και φτάνουν σε παμπάλαια δάση, που κολυμπούν μέσα σε μεγάλες λίμνες που λάμπουν σαν απέραντες λυωμένες ασημόπλακες τον χειμώνα. Τρυγύρω σ' αυτές τις λίμνες, εδώ στην απαλή αρμουδιά, εκεί στις κατάπυκνες καλαμιές, αλλού στον κόκκινο βράχο, πλέκουν τις καλύβες τους οι ψαράδες.

Καθώς πολλοί άνθρωποι της Τέχνης, αγαπούσε παραπολύ τη Φύση. «Τρία πράματα, λέει κάπου, μ' αρέσουν εξαιρετικά: να κάθωμαι τεμπέλικα πάνω σε μια κορφή, που έχει αποκάτω πλούσια θέα· να κάθωμαι στον ίσκιο ψηλών δέντρων, ενώ γύρω λάμπει ο ήλιος, και ν' απολαιβαίνω μοναξιά με τη γνώση πως τριγύρω υπάρχει γειτονιά.