Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Τοιαύτη είνε των ανθρώπων η ζωή• όλοι φουσκώνουν από αέρα πολύν ή ολίγον και οι μεν διαρκούν επ' ολίγον καιρόν, οι δε μόλις φανούν εξαφανίζονται• διότι όλοι είνε προωρισμένοι να σκάσουν ως φυσαλλίδες. ΕΡΜ. Η παρομοίωσίς σου, Χάρων, δεν είνε χειροτέρα από την παρομοίωσιν του Ομήρου, ο οποίος παρομοιάζει τους ανθρώπους με τα φύλλα του δένδρου.

Στα μάτια του μέσα, έλαμπε σαν ανοιξιάτικη δροσιά, ανάμεσα σε φύλλα τριανταφυλλιού, ένα αναγάλλιασμα, που δεν μπορεί να γραφτή.

Το φαντάζονται ως μικρό θάμνο με λουλούδια κίτρινα, σα φλωρί, και φύλλα άσπρα, σαν ασήμι, και πιστεύουν, ότι δε στεγνόνει ποτέ, σαν τ’ άλλα τα φυτά, ούτε αλλάζει τα φύλλα του. Θεωρείται ως σπανιώτατο φυτό, ότι βρίσκεται σ’ άβατους γκρεμούς, απάτητα σπήλια και μακρυνά κι’ υπέρψηλα βουνά, κι’ ότι κοντά σ’ αυτές όλες τες δυσκολίες το φυλάει κι’ ένας τρομερός Δράκοντας.

Θα επέστρεφον μετά το δειλινόν. Έως τότε υπελόγιζον ότι θα εσύναζον όλα τα υπάρχοντα εις τας εκεί συκομορέας φύλλα. Επί του οναρίου ο καπετάν-Θοδωρής εφόρτωσε και τους ψευδείς πόδας του, τα δύο χονδρά ραβδία, τα οποία μετεχειρίζετο ως αληθινούς του πόδας. Οι άλλοι δύο πόδες του, οι αληθινοί, εκρέμαντο από του οναρίου ξεκλειδωμένοι ως ψευδείς.

Να βρω γυρίζω Πού να καθήσω, Να ξενυχτήσω Καν μοναχό. Κάθε κλαράκι Βαστάει πουλάκι Ζευγαρωτό. Δε με γνωρίζουν, Κι' εδώ με διόχνουν Κι' εκεί μ' αμπόχνουν, Πού να σταθώ; Αχ πώς να γένω, Πού να πηγαίνω, Να μη χαθώ! Λιγάν οι κλάδοι, Τα φύλλα σιούνται Γλυκοτζιμπιούνται Τ' άλλα πουλιά. Εγώ το ξένο, Το πικραμένο, Χωρίς φωλιά. Από 'να σ' άλλο Πετώ δεντράκι, Να βρω κλαράκι Για να σταθώ. Για ν' ακουμπήσω.

Επειδή δε και μετά την καταστροφήν πολλών καματερών, πάλιν αι συκομορέαι της νήσου δεν επήρκουν εις την διατροφήν των απομεινάντων, — τόσων λαμπρώς έβαινεν εφέτος η ανάπτυξις του μεταξοσκώληκοςπολλαί γυναίκες παραλαβούσαι και τους συζύγους των ή άλλους συγγενείς των, μετέβησαν εις την εγγύς κωμόπολιν Γλώσσαν, επί άλλης γειτονικής νήσου, όπου έμαθον ότι υπάρχουν φύλλα άφθονα άνευ καματερών.

Ωραία και γλυκεία ήτο η σκηνή εντός του ερειπίου εκείνου, του μεγαλομαρμάρου και επιβλητικού εις την όψιν, αγλαϊζομένου από το τρέμον, υπό την πνοήν της αύρας της νυκτερινής, φως πεντήκοντα λαμπάδων, σκηνή φωτεινή και σκιερά, διαυγής και μυστηριώδης, εν μέσω γιγαντιαίων δρυών υψουσών υπερηφάνους τους εις διαδήματα κορυφουμένους κραταιούς κλώνους, με τα φρίσσοντα φύλλα μαρμαίροντα ως χρυσαί φολίδες υπό την λαμπηδόνα των πυρσών, με σκιάς και σκοτεινά κενά εν μέσω των κλάδων, όπου εφαντάζετό τις ελλοχεύοντα αόρατα πνεύματα, υπάρξαντα πάλαι ποτέ Δρυάδες εύσωμοι και Ορεστιάδες ραδιναί, ελευθέρως ανάσσουσαι ανά τους πυκνούς δρυμώνας, και σήμερον μεταμορφωθείσαι εις νυκτερινά τελώνια, και μη τολμώσαι να προβάλωσιν εις το φως των αναστασίμων λαμπάδων· αναθαρρήσασαι προς καιρόν εκ της φυγαδεύσεως του χριστιανικού Θεού από του καλλιμαρμάρου ιδρύματος, και τώρα μετά θάμβους βλέπουσαι την αναζωπύρησιν των πασχαλίων πυρσών και οσφραινόμεναι την οσμήν του χριστιανικού μοσχολιβάνου εις τα βάθη του δρυμώνος.

Μόνο τα φύλλα από τα καλάμια κουνιόντουσαν πάνω στο φρύδι, ίσια, δύσκαμπτα σαν σπαθιά που ακονίζονταν πάνω στο μέταλλο του ουρανού. «Έφις αντίο, Έφις αντίο».

Σταματήσαμε μπροστά στην καλύβα αποσταμένοι. Ωραία χειμωνιάτικη βραδιά. Η βροχή μας έλουσε όλη την ημέρα. Ο ουρανός απλόνουνταν απάνω από τα δίχως φύλλα κλαδιά των παμπάλαιων δέντρων μ' ένα κρούσταλλο διάφανο, βαμμένο σ' ανοιχτό μπλε.

Αι διενέξεις των κληρονόμων του Λουδοβίκου κατέστησαν μετ’ ου πολύ τόπον δυσοίκητον την Γερμανίαν. Ο δυστυχής των εραστών όνος προσέκοπτεν ανά παν βήμα κατά πτωμάτων ή ωλίσθαινεν εις αιματώδη έλη· σπανίως δε ευρίσκων κριθήν, χλόην ή φύλλα κατήντησε ν’ αλέθη ακάνθας και βάτους υπό τους νηστικούς του οδόντας.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν