Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Και ο Γιωργάκης, ο εύσωμος ναύτης, με τους κυανούς του οφθαλμούς, εν οις κατηυγάζετο, θαρρείς, το γλυκύ του Αιγαίου χρώμα, με ένα πρόσωπον στρογγύλον και πράον, στιλπνόν και άμωμον, ως η αθωότης, με μίαν χάριν άπλαστον και διαυγή, ως το νάμα του Ταξιάρχου μας, τρεις μήνας σχεδόν δεν απεμακρύνετο από το πενιχρόν κλινίδιον της μητρός του, ήτις γυρμένη, ως ήτο πάντοτε, του εφαίνετο σαν ζωγραφιά της Αγίας Φωτεινής της Σμύρνης, απαστράπτουσα αγάπην και στοργήν.

Πήρα τα βουνά σαν τρελλός. Σημάδια στενοχώριας τώρα στην όψη της Φωτεινής, και πρι να πάη ομπρός ο Προεστός καμώθηκε πως κάτι ήθελε να φροντίση, και σηκώθηκε και βγήκε από την κάμαρα. — Καλά έκαμε και βγήκε, κάνει τότες ο Προεστός. Δεν της έρχεται να τακούγη, δε μούρχεται και μένα να τα δηγούμαι μπροστά της. Την πήρανε σκλάβα με τον Κωστάκη στο Διβάκι.

Τις ακούγαμε από μακριά τις φωνές τους, και δίχως μήτε πόρτες να κλειδώνουν έφευγαν όλοι προς το βουνό. Εμείς όμως είχαμε και τάλλα δυο τα μικρά να κοιτάξουμε, κ' είπα της Φωτεινής να προσμείνη λιγάκι, να πάω να μιλήσω της γριάς στο καλύβι και να της πω να μη φοβάται.

Αυτά όμως όλα πώς να τα ξεστομίση με τρόπο που να μην αποτρελλαθούν από τη χαρά τους οι μυριοβασανισμένοι οι γονιοί της, αυτό ως την ώρα ο Μυλόρδος δεν το καλοσυλλογίστηκε τόσο λίγο ίσως τόλπιζε να τους βρη. Αποφάσισε λοιπό να τους καλονυχτίση και να συχάση αυτή τη νύχτα, αφού είπε και ξαναείπε της κερά Φωτεινής πως καλά κάμνει κ' ελπίζει πάντα.

Μη φεύγης, πατέρα, δεν ακούεις ο άνεμος πώς φυσά! — Και ημπορώ να μη φύγω, παιδί μου; Αν δεν ψαρέψω, πώς να φέρω το βράδυ χρήματατο σπίτι! Και με όλην την κακοκαιρίαν έλυσε την βάρκαν του ο κυρ Σταμάτης ο πατέρας της μικράς Φωτεινής, και έφυγεν εις την ανοικτήν θάλασσαν.

Είπε και εις όλους κίνησε τον πόθο των δακρύων• έκλαιγ' η Ελέν' η Άργισσα, του Δία θυγατέρα, έκλαιγεν ο Τηλέμαχος και ο βασιληάς Ατρείδης, 185 ουδ' είχεν ο Πεισίστρατος αδάκρυτα τα μάτια• ότι και αυτός τον άψεγον Αντίλοχο ενθυμήθη, 'που της Ηώς της φωτεινής είχε φονεύσει ο γόνος• τον ενθυμήθη κ' έλεγε με λόγια πτερωμένα•

«Δόστε, Ιθακήσιοι, προσοχήν εις ό,τι θα σας είπω• και των μνηστήρων μάλιστα τούτα εξηγώ και λέγω• γιατίαυτούς μέγα κακό θα πέση• δεν θα μείνη ο Οδυσσηάς πολύν καιρό μακράν των ποθητών του. ήδη κοντά 'ναι και όλεθροόλους αυτούς φυτεύει• 165 και άλλοι εγκάτοικοι πολλοί της φωτεινής Ιθάκης θα πάθουμε• αλλά σύγκαιρα πολύ να βουλευθούμε, πώς να τους εμποδίσουμεν, ή εκείνοι ας παύσουν πρώτοι• ότι καλό παντάπασι γι' αυτούς τούτο δεν είναι. δεν προμαντεύω ανήξερος, αλλά καλά γνωρίζω• 170 και λέγ' ότι τελειωθήκαν εκείνου όσα τότ' είχα του προειπή, 'σαν ώρμησαντο Ίλιον οι Αργείοι, και ανέβη και ο πολύγνωμος μ' εκείνους Οδυσσέας• είπ', αφού πάθη πάμπολλα, και χάση τους συντρόφους, το εικοστόν έτος, άγνωστος εις όλους, θα επανέλθη 175 εις την πατρίδα• και όλ' αυτά ιδού λαμβάνουν τέλος».

Από τότε η ευτυχία και η χαρά εβασίλευσε παντοτινά εις το σπίτι του· της Φωτεινής τα 'ματάκια δεν εδάκρυσαν πλέον ποτέ, αλλά πάντοτε έλαμπαν και έχυναν γύρω της αληθινό φως. Σαν άστρο μοιάζεις τ' ουρανού, χαριτωμένη κόρη Πάντα το σπίτι με χαρά εσύ το πλημμυρείς. Ο δρόμος σου ανθόσπαρτος ανοίγεται· προχώρει! Φεγγοβολεί ολόλευκο το στέμμα, που φορείς! Μέσα σε κάθε παραμύθι, αλήθεια κρύπτεται τρανή.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν