Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025


Βαριέμαι να γυρέβω. Και με το συμπάθειο, θαρρώ πως η αρρώστια μου είναι κ' η δική σας αρρώστια. Σα δε γράφετε τη δημοτική, σα γράφετε τη μισή γλώσσα, δε θα πη διόλου πως η φαντασία σας συνεπαίρνει, πως η ποίηση σας τραβά στα ουράνια, θα πη πως ραχατέβετε και πως σας τρόμαξε η δουλειά.

Ένα μόνο δεν ήξερε ο Σβεν και δεν μπορούσε να το νοιώση: Πόση ώρα έλειπε από κει. Γιατί δυο ώρες και μια στιγμή είτανε γι' αυτόν το ίδιο. Όταν όμως πέρασε γοργά το λιβάδι κι άρχισε να τρέχη πάλι για να φτάση στη μαμά και να τον αγκαλιάση εκείνη, να τον χαδέψη και να τον φιλήση, κι αυτός να της διηγηθή τι ωραία που διασκέδασετότε τρόμαξε ο Σβεν ακούοντας πώς αρχίσανε να φωνάζουνε γύρω του.

Μα εκεί στη μέση ο Έχτορας τους είδε, κι' αλυχτώντας τους πέφτει απάνου· κι' έτρεχαν οι λόχοι του κατόπι. Και σαν τον είδε, τρόμαξε ο φοβερός Διομήδης, 345 και του Δυσσέα τούπε εφτύς που στέκουνταν κοντά του «Να, δες τον, πάλι πλάκωσε ο σκύλος να μας πνίξει· Μον στάσου εδώ μ' απόφαση κι' εγώ σ' τον συγυρίζω

Σ' αυτό απάνω έπεσε το μάτι της στον καθρέφτη της ταμπακέρας, πούχε ο Γιάννης τον καπνό του, και της φάνηκε, ότι είδε ένα ξένο πρόσωπο μέσα. Γύρισε να ιδή και δεν βλέπει κανέναν άλλον ξένον μέσα στο σπίτι. Τρόμαξε. Είταν αυτή μέσα στον καθρέφτη; Μα πώς είταν δυνατό!

Η βασιλοπούλα τρόμαξε κ' έκρυψε το κεφάλι της κάτω απ' τη φτερούγα ενός κύκνου. Μα μέσα στα μάτια της τα κλειστά έμεινε χαραγμένη η ζωγραφιά του παλικαριού, με τα μακρυά ξανθά μαλλιά και τα ολόχρυσα ρούχα. Το βασιλόπουλο, σαν είδε την ομορφιά της, θάμπωσαν τα μάτια του, και τα πόδια του καρφώθηκαν στο χώμα. Ακούμπησε απάνω σ' ένα δένδρο σαν λιγοθυμισμένο.

Γύριζαν τις φυλακές του Λονδίνου ζητώντας καλλιτεχνικές εντυπώσεις και στο Newgate πήρε το μάτι τους ξαφνικά τον Wainewright. Τους αντίκρυσε με μια προκλητική ματιά, καθώς μας λέει ο Forster, και ο Macready «τρόμαξε μόλις αναγνώρισε εκείνον που του ήταν τόσο στενός γνώριμος σε περασμένα χρόνια και που είχε καθήσει πολλές φορές στο τραπέζι του».

Ο Χαγάνος δεν πήρε, άρπαξε από τα χέρια του δούλου το κιάλι, το άρμοσε στα μάτια του και κύτταξε για πολλή ώρα τριγύρω. Είχε δίκιο ο δούλος του. Τα ξένα χτήματα έζωναν με πρασινάδα το δικό του· πήγαιναν να το πνίξουν με το θρασομάνημά τους. Ψηλά του Βασίλη του Ζάρακα το χτήμα, περιμαντρωμένο με αθάνατους τον τρόμαξε.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν