United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα η Βασίλισσα τόσο είχε αδυνατίσει, που το δαχτυλίδι εβγήκε χωρίς την παραμικρή προσπάθεια. Στη θέσι του ο Βασιληάς έβαλε το δαχτυλίδι που του είχε χαρίσει άλλοτε η Βασίλισσα.

Ο δε γέρων ήτο αφοπλισμένος υπ' αυτής και ποτέ το τρομερόν εργαλείον του κατ' αυτής δεν εστράφη. Η Αϊμά διετήρει, όσον ενήν, την καθαριότητα, έπλυνε τα ενδύματα των τριών γύφτων, παρεσκεύαζε το φαγητόν, έκλωθεν, έπλεκεν, έρραπτε και επεσκεύαζε τας ποδιάς και τα υποκάμισα.

Ύστερ' από το θάνατό του με την έκδοση του γνωστού ως είδος πέμπτου Ευαγγελίου «De Profundis», ομολογίας μαζί και απολογίας του, και γενικά μ' ολόκληρον του έργου του την ομορφιά άρχισε η αποκατάσταση της αξίας του. Τα έργα του μεταφράσθηκαν σ' όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες κι άρχισαν να ξανατυπώνωνται και να ξαναπαίζωνται.

Εμπρός· έλεγεν αύτη, κρύπτουσα απ' εκείνου την συγκίνησιν και τον κρύον φόβον της. Ούτω εξηκολούθησαν πλανώμενα επί πολύ εις το σκότος το μαύρον όσον και η τύχη των. Ότε δε διέκρινον εις τον ορίζοντα το γλυκοχάραγμα της ημέρας, ανέπνευσαν ελευθέρως ως να εσώθησαν από του κινδύνου.

Μια ώρα τριγυρίζω εδώ πέρα, κι' εγώ θαρρώ πως είμαι όλη 'μέρα. Για σας οπού πηδάτε 'στο χορό, περνούνε και η ώραις 'στο φτερό. Για το φτωχό φαντάρο που φυλάγει, θαρρείς πως και η ώρα 'πίσω 'πάγει. 'Στον πόλεμο να ήσαι και να κρυώνης, καθόλου δεν σε μέλει, δεν θυμόνεις. Μα να χορεύη όλη η Ελλάς, και συ με τόσο κρύο να φυλάς; Όρσε λοιπόν εις όλο το ντουνιά, τον άδικο, τον ψεύτη, το φονιά.

Το αντικείμενόν της ούτε ηδυνήθη, ούτε εφρόντιζε να εξακριβώση. Λόγοι δριμείς αντηλλάσσοντο και υψούντο φωναί οργίλαι, μεταξύ δ' αυτών αντέχει επιβλητική και βροντώδης η φωνή του γέροντος εμπόρου. Ο Λιάκος έμενεν έκπληκτος επί της εισόδου. Εγνώριζεν εκ φήμης την αυστηρότητα του Κ. Μητροφάνους, αλλά δεν εφαντάζετο ότι η οργή ηδύνατο να επιτείνη επί τοσούτον την σοβαράν και συνήθως ήσυχον φωνήν του.

Είνε μέσα καταμεσής ς' την Σταμπούλ. Μυρμηκιά γύρω τα τούρκικα σπίτια. Σ' το Βεφά-Μεϊντάν. Πίσω ς' την αυλίτσα ς' ένα μεγάλο χάνι που δουλεύουν Αρμένιοι υφανταί. Εκεί είνε ο τάφος του Παλαιολόγου σκεπασμένος με λιθάρια ρυπαρά και όστρακα από δε την υγρασίαν οπού υπάρχει εκεί, εφύτρωσαν αγριόχορτα διάφορα.

Το φίλημά του, είπα δεν είναι όλως δίχως επιθυμία· ζητεί τροφήν, και επιστρέφει ουχί ικανοποιημένον από το άδειο το φίλημα. — Τρώγει και από το στόμα μου, είπε. Του επρόσφερε μερικά ψίχουλα με τα χείλη της, από τα οποία εμειδιούσαν η τέρψεις αθώας συμπαθούσης αγάπης με ζεστήν ηδονή. Απέστρεψα το πρόσωπον.

Τα φαντάσματα ταύτα, στοιχειά, εξωτικά, λογιώντωνλογιών κρούσματα, δεν έπαυαν να εμφανίζωνται την νύκτα, να επισκέπτωνται μελαγχολικώς τα ερείπια, να περιφοιτώσιν εις τας κατεδαφισμένας οικίας, αίτινες εστέγασαν ποτέ ζωάς και ψυχάς, και τώρα εκάλυπτον μυστήρια άγνωστα υπό τους σωρούς των λίθων. Εκάστη παλαιά οικία είχε το ζώδιόν της.

Ενθουσιασμένος ο στρατός με τον Κωσταντίνο, και για χάρη του πατέρα του που τους φέρθηκε πιο σπλαχνικά και πιο φιλάνθρωπα από το Διοκλητιανό και τους άλλους, τον εκλέγει Αύγουστο. Μόλις τάκουσε αυτό ο Γαλέριος και διορίζει αμέσως Αύγουστο το Σεβήρο και Πρωτοκαίσαρα το Μαξιμίνο. Το καταπίνει κι αυτό ο καρτερικός Κωσταντίνος και στέργει να μείνη δεύτερος Καίσαρας.