Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Ο Γεωργάκης ξεκαρδιζόμενος από τα γέλοια· ο Γιαννάκης ξεφωνίζων, οδυρόμενος, προσπαθών παντοίαις δυνάμεσι να επιπέση κατά του μικρού του αδελφού, ενώ η μήτηρ του τον εμποδίζει, και κραυγάζων: «αφήστε με να τον πνίξω»· ο Κύριος Παρδαλός, ανιστάμενος της τραπέζης πλήρης οργής, συλλαμβάνων από του ωτός τον Γεωργάκην και απάγων αυτόν, κλαίοντα και ανθιστάμενον, εις την καρβουνοθήκην· και η κυρία Παρδαλού τέλος, ήτις δεν ηξεύρει τι να πρωτοκάμη· να περιστείλη τας φονικάς ορέξεις του πρωτοτόκου της, να εμποδίση τον σύζυγόν της από του να φυλακίση τον μικρότερόν της υιόν εις μέρος σκοτεινόν, ως λέγει, και γεμάτον ποντικούς, ή να θρηνήση το ωραίον μεταξωτόν της φόρεμα, όπερ εκηλίδωσαν οι από της παρειάς του Γιαννάκη αναπηδήσαντες ζωμοί.

ΚΕΝΤ Ήτο πριν φύγη ο βασιλεύς; ΙΠΠΟΤ. Όχι· κατόπιν ήτο. ΚΕΝΤ Ω Ληρ, ο φίλε, είν' εδώελεεινός και μαύρος! Είν' ώραις που συνέρχεται και 'ξεύρει τι συμβαίνει, αλλά την θυγατέρα του να την ιδή δεν θέλει. ΙΠΠΟΤ. Και διατί; ΚΕΝΤ Η εντροπή τον εμποδίζει, φίλε, διότι ήτον άδικος.

Μάλιστα με το ωραίον. Σωκράτης. Διότι βέβαια αυτό είναι κάτι; Ιππίας. Μάλιστα, διότι είναι. Και τι έχει να κάμη; Σωκράτης. «Ειπέ μου λοιπόν, πατριώτη», θα είπη αυτός, «τι πράγμα είναι αυτό το ωραίον;». Ιππίας. Μήπως λοιπόν, καλέ Σωκράτη, αυτός που ερωτά άλλην πληροφορίαν θέλει να λάβη παρά ποίον είναι το ωραίον; Σωκράτης. Όχι, νομίζω, αλλά τι είναι το ωραίον, καλέ Ιππία. Ιππίας.

Μετά το λουτρόν, αυθέντα, δεν μένει ποτέ εις τας θέρμας . . . Αι άλλαι γυναίκες την εμπαίζουν και την ονομάζουν σκωπτικώς Άρτεμιν. — Αρκεί, είπεν ο Πετρώνιος, ο συγγενής μου Βινίκιος, εις τον οποίον είχα δωρήσει την Ευνίκην σήμερον το πρωί, δεν την εδέχθη· θα μείνη εις την οικίαν. Ύπαγε. — Αυθέντα, δύναμαι να σας είπω κάτι τι; — Λέγε.

Το πήρε απόφαση να κάμη απατός του την παίδεψη, μην τύχη και τα φέρη ο διάβολος και τους περάση υποψία τους δικούς του. Άλλη μια μπαλλοτέ το λοιπό, να σκεπάση την πρώτη. Το κακό έγινε που έγινε. Τώρα να καψομπαλωθή και να συχάση ο κόσμος. Δεν παραμόνεψε πολλή ώρα. Μπαμ! και κάτω ο ανυποψίαστος ο Χασάνης, ό,τι αποτέλειωσε το ναμάζι του και ξεκινούσε με το γαδούρι.

ΣΤΕΦΑΝ. Τι εσυνέβηκε; Έχουμε διαόλους εδώ; μας γελοπαίζεις μ' άγρια πράμματα, με Ινδιάνους; Α! εγλύτωσα από του να πνιγώ για να σκιαχθώ τώρα τα τέσσερα πόδια σας; Επειδή είναι γραμμένο. «άνθρωπος που αρκουδίζει, δεν τον σκιάζει ποτέ». Και αυτό θ' αληθεύη πάλι όσο ζη ο Στέφανος. ΚΑΛΙΜΠ. Το πνεύμα με βασανίζει, ω!

Ναι· τόρα, πού τους χαμπαρίζομε πια!. . . . Τα δελφίνια μας οι Σπετσονυδριώτες, 'στον έκαμαν τον Τοπάλη, πουτην Αλεξάνδρια 'πήρε το φύσημά του· τα προιάρια του Γιουσούφ τάστειλαν 'ς τ' ανέμου τη μάνα· ο Κιουτάγιας έπεσετα μαύρα πανιά. . . Μωρέ τι τραβάνε!. . . — Αλήθεια!. . .

Μα ο νους μας σε ξεφάντωμα και σε χαρές δεν είναι, Μον βλέποντας βαρύ κακό φοβούμαστε, αρχηγέ μου, και τρέμουμε· τι είναι άγνωστο: θα μας σωθούν τα πλοία, 230 ή θα χαθούνε, εξόν εσύ κοντάρι αν ξαναπιάσεις.

Τι λοιπόν; Κατά την εκτίμησίν Του δεν ήσαν καλλίτεροι από τους εθνικούς και τους λεπρούς; Τούτο ήτο το μη περαιτέρω, το οποίον δεν ημπορούσαν να υποφέρουν εκ μέρους ενός συμπολίτου των, τον οποίον ήθελον να βάλουν εις την ιδίαν τάξιν με τον εαυτόν τους· και εις τας λέξεις ταύτας η συνεχομένη μανία των εξερράγη.

Μην τα ξεσυνερίζεσαι τα λόγια της, κουμπάρε, διεμαρτύρετο λέγων ο σύζυγος. — Το δικό μου θα περάση, το δικό μου! επέμενε πάλιν η συμβία. — Και τι; θα με κουμαντάρης εσύ; έκραζεν απειλητικώς ο Σπληνογιάννης. — Σας παρακαλώ . . . ησυχάσατε τώρα, παρενέβαλλε διά της μελιχράς και θωπευτικής φωνής του ο Λάμπρος ο Βατούλας.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν