Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
Και διασκελίσας τον ουδόν, χωρίς να δώση καιρόν εις την μητέρα του όπως απομακρυνθή και τω αφήση ελευθέραν την δίοδον, εισήλθεν όπως βεβαιωθή. Εντούτοις μάταιον το κίνημα, η Αϊμά δεν ήτο εν τη καλύβη. Ο Μάχτος συνέλαβεν άλλην τινά ελπίδα. — Μην κοιμάται; είπε. Και έρριψεν εις τον κοιτώνα της κόρης το δειλότατον και αιδημονέστατον βλέμμα, όπερ εξήλθέ ποτε εκ των οφθαλμών νεαρού Αθιγγάνου.
Οι δύο ερασταί ητοιμάζοντο ήδη να στήσωσι τους εφεστίους των υπό την ιεράν εκείνην και απόρθητον στέγην, ότε περίεργος τις καλόγηρος, θεωρών μετά προσοχής την Ιωάνναν, παρετήρησεν ότι τα ώτα αυτής ήσαν υπότρητα, εκ δε της παρατηρήσεως ταύτης ταραχτείς συνέλαβεν αμέσως παραδόξους υπόνοιας και επιθυμίας.
Με έν πήδημα ο Λιγιεύς έφθασε το ζώον και το συνέλαβεν από τα κέρατα. — Κύτταξε, έκραξεν ο Πετρώνιος, αφαιρέσας την τήβεννον από την κεφαλήν του Βινικίου. Ούτος ηγέρθη, εσήκωσε το πελιδνόν πρόσωπόν του και ήρχισε να παρατηρή την κονίστραν με τους υελώδεις και απλανείς οφθαλμούς του. Όλων τα στήθη δεν είχον πλέον πνοήν. Εις το αμφιθέατρον και το πτερύγισμα μυίας θα ήτο ακουστόν.
Συνέλαβεν ιδέαν τινά, να μεταβή διά νυκτός εις την πλησιεστέραν αγροτικήν οικίαν και να προσκαλέση γραίαν τινα χωρικήν να έλθη όπως κοιμηθή εις το σπήλαιον, διότι η Αϊμά θα εφοβείτο βεβαίως να μείνη μόνη την νύκτα εις την αλλόκοτον εκείνην κατοικίαν, όπου το νυσταλέον της λυχνίας φως πίπτον επί των ορθίων και υψηλών αγαλμάτων απετέλει παραδόξους εναλλαγμούς σκότους και σκιαυγείας.
— Να το· είπεν ο Γιάννος, ιστάμενος και τείνων προς αυτήν την κτέναν. Η Μάρω ώρμησε μετά βίας επ' αυτού, και συνέλαβεν εντός των βραχιόνων της τον Γιάννο, εκφέρουσα φωνάς θριάμβου. Αλλά την ιδίαν στιγμήν ούτος ολισθήσας, ως χέλι από τας χείρας της, έφυγε μακράν, κρυβείς όπισθεν των μεγάλων δένδρων του κήπου. Η Μάρω απεφάσισε να καταδιώξη αυτόν και εκεί.
Την δ' επιούσαν επροχώρησε κατά των οχυρωμάτων των Αθηναίων μετά του πλείστου στρατού, και παρέταξεν αυτόν εις μάχην, διά να μη δυνηθή ο εχθρός να στείλη βοήθειαν αλλού, πέμψας δε απόσπασμά τι εις το φρούριον Λάβδαλον το εκυρίευσε και εφόνευσεν όσους συνέλαβεν εντός αυτού· διότι το μέρος εκείνο δεν ήτο ορατόν εις τους Αθηναίους.
Η Αϊμά δεν απήντησεν. — Ήλθα να σ' αποχαιρετίσω διά τελευταίαν φοράν, κόρη μου. Έλα να σε φιλήσω. Και ορθωθείσα έσυρε την κόρην προς εαυτήν και ενετύπωσεν επί των χειλέων της ένθερμον φίλημα. Η Αϊμά συνέλαβεν ιδέαν τινά. — Μήπως είνε η μήτηρ μου; είπε καθ' εαυτήν. Και νέα δάκρυα, ανέβλυσαν εκ των οφθαλμών της. Ήθελε, να την ερωτήση και δεν ετόλμα.
— Δι' ημάς είναι άγνωστον. — Εγώ λέγω ότι χάνομεν τον κόπον μας. — Οι καταδιωκόμενοι δεν ευρίσκονται εις τους μεγάλους δρόμους. Αι τελευταίαι λέξεις μόλις ηκούσθησαν. Η συνοδία παρήλθεν. Ο Βράγγης ουδεμίαν υπόνοιαν συνέλαβεν εκ του διαλόγου τούτου. Προέκυψεν όπισθεν του θάμνου, παρετήρησε μετά προσοχής, και ότε οι ιππείς απεμακρύνθησαν αρκούντως, εξηκολούθησε και ούτος τον δρόμον του.
Άλλως δε η κόρη αύτη συνέλαβεν ένοχον σχέδιον. Ο σκοπός αυτής ήτο να μείνη, να υποστή τον γάμου τούτον ον τη επέβαλλεν ο Πλήθων, ν' ακούση αυθημερόν τας αποκαλύψεις αυτού, και ακολούθως.....να δραπετεύση. Τις ήθελε το πιστεύσει ότι ηδύνατο να διανοηθή τοιαύτα το ήμερον τούτο πλάσμα; Και όμως είνε αληθές.
Και τοιουτοτρόπως παρήλθεν ο χειμών αυτός και το δέκατον πέμπτον έτος του πολέμου. Κατά δε το ακόλουθον θέρος ο Αλκιβιάδης έπλευσεν εις Άργος μετά είκοσι πλοίων και συνέλαβεν εκεί τριακοσίους άνδρας, οι οποίοι εθεωρούντο ακόμη ως ύποπτοι και ως φρονούντες τα των Λακεδαιμονίων· κατέθεσαν δε αυτούς οι Αθηναίοι εις τας πλησίον νήσους τας εξαρτωμένας απ' αυτούς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν