Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Κι' απ' τα πλοία αν ο γοργός σηκώθηκε Αχιλέας 305 ταχιά, αν ορίζει, πολεμάει, τι καν εγώ οχ τη μάχη δε φέβγω, δε θαν τον σκιαχτώ, μον στήθος ναι με στήθος θάν του μπηχτώ, ή κερδίσει αφτός ή νίκη εγώ κερδίσω. Χάρες δεν έχει ο πόλεμος... και σκοτωστή σκοτώνει.»
Η Εξωτική υπήκουσε μάλιστα διά χάριν της Ζωηδίας και λαβούσα με το χέρι της ερράντισε τας δύο σκύλλας και ευθύς μετεμορφώθησαν εις την πρώτην τους μορφήν· ύστερα ερράντισε και το στήθος της Αμηνάς και ιατρεύθη ευθύς.
Αι Κόραι του Ηλίου το εφιλούσαν, ήθελαν να διαλύσουν το πάγωμα του παγωμένου φιλιού, να το λυώσουν, να το συμπαρασύρουν μακράν, εκείνο το φίλημα, που &η Βασίλισα του Παγώνος, η Νεράιδα τον Πάγου& του έδωκε, όταν ήτανε πλαγιασμένο εις το στήθος της νεκράς μητέρας του μέσα εις την βαθείαν του πάγου φάραγγα και από εκεί ως εκ θαύματος εσώθη. Ο Ρούντυ ήτο ήδη οκτώ ετών.
Αλλ' εκ του βάθους της αιθούσης έφθανεν είς βόμβος εκπλήξεως και θαυμασμού. Την στιγμήν εκείνην, μία νεάνις είχεν εισέλθη. Κάτω από τον ιόχρουν πέπλον ο οποίος έκρυπτε το στήθος και την κεφαλήν της, διεκρίνοντο τα τόξα των οφθαλμών της, τα ψέλλια των ώτων της, και η λευκότης του δέρματός της.
Πιστεύω μάλιστα ότι ήτο κατά τι μεγαλειτέρα από εμέ. Εικοσιέξ έως εικοσιοκτώ ετών, μελαχροινή, με ανάστημα, με ώμους, με στήθος, με φλόγα εις το βλέμμα και κομψότατα υποδηματάκια. Διά να μη φανή απίστευτον το άθροισμα τόσων χαρισμάτων αρκεί να προσθέσω ότι ήτο Σμυρναία. Εις την Κέαν εμείναμεν όλον το θέρος και η θεραπεία μου επροόδευε θαυμασίως.
Όλα τα βλέμματα ήσαν προσηλωμένα επί του Κρίσπου, όστις εφαίνετο ότι προσεπάθει να αποσπάση από του σταυρού την δεξιάν του χείρα. Έπειτα το στήθος του εσταυρωμένου εκολπώθη, τα πλευρά εφούσκωσαν και έκραξεν: — Ουαί σοι! Μητραλοία! Δολοφόνε! Εις την ύβριν ταύτην, ήτις ελέχθη εις επήκοον όλου του λαού, ο Καίσαρ ερρίγησε και αφήκε τον σμάραγδον να πέση.
Ήκουσε τον γέροντα όπισθέν του ασθμαίνοντα και, σύρας προς το στήθος του το σχοινίον, εκράτησε τον όνον. Ο χωρικός έσπευσε το βήμα και ήλθε πλησίον του. — Τι έπαθες, παππά μου; Τι στέκεις; — θα καταίβω ν' αναίβης συ, και όταν κουρασθώ, αλλάζομεν. — Καλέ, τι λόγος! Να καθίσω εγώ και να περιπατής εσύ! — Είσαι κουρασμένος, γέρο μου. — Εγώ κουρασμένος! Βαστούν ακόμη τα κόκκαλά μου κ' έννοια σου!
Τα μάτια της κυττάζανε τα δικά του και τα μάτια τους λέγανε λόγια αγάπης. Ο φιλόσοφος έγυρε τότε το άσπρο του κεφάλι απάνω στα γυμνά στήθη της κοπέλλας. Μα η καρδιά της δε κτυπούσε. Μόνο το στήθος ανεβοκατέβαινε σιγά σαν ελαφρό κυματάκι. Κι' ο φιλόσοφος θαρρούσε πως ονειρεύεται, γιατί ποτέ του δεν είχε γνωρίσει τη ζωή και την αγάπη. Η κοπέλλα τότε έσκυψε αποπάνω του.
Αλλά μόλις σου έδειξε το στήθος της έρριψες το ξίφος, και εδέχθης να σε φιλήση εκείνη που σ' επρόδωκε• τόσον σου ήτον αδύνατον ναντισταθής εις την Αφροδίτην, ω ανανδρότατε συ.
Σιγά — σιγά την ξεπέρασε και σαν έγινε δυο φορές σαν την κούκλα της, τα μάτια της άρχισαν να γυαλίζουν περισσότερο απ' τα γυάλινα μάτια της κούκλας και το μικρό της στήθος να παίρνη μιαν όμορφη στρογγυλάδα, που δεν την είχεν η κούκλα της. Τότε βαρέθηκε τη μικρή κερένια φιλενάδα της και την άφησε παραπονεμένη σε μια παλιά πολυθρόνα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν