Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Κατά σειράν ένα-ένα εξεχωρίζοντο τα κατάφυτα βουνά, και μόνον οι αμπελώνες του κάμπου ήσαν ακόμη σκεπασμένοι από την σκοτεινήν της νυκτός ομίχλην. Σκέπη πυκνή κατεκάλυπτεν εισέτι και τον λιμένα, από την οποίαν εκάθευδον ακίνητα τα εύμορφα κόττερα και λοιπά πλοιάρια της θαλασσινής πολίχνης.
Επροχωρούσαμεν, όλα τα παιδιά προς την σκοτεινήν σκάλα του Νάρθηκα, για ν' αναβώμεν επάνω εις τον γυναικίτην· μπροστά ο Φαφάνας με το βιβλίον, τα ασημένια νομίσματα, και το κερί το αναμμένο, και δίπλα του εγώ σαν προστάτης· και του εψιθύριζα 'ς το αυτί, από αγάπην τάχα: — Μη φοβάσαι, μη φοβάσαι! Κοντά μας ήτανε τ' άλλα παιδιά με ζήλειαν κυττάζοντα.
Δύο άντρα, με το στόμιον πολύ στενόν, έχασκον ένθεν και ένθεν. Εκεί εκοιμάτο την νύκτα· την ημέραν κατήρχετο εις την Σκοτεινήν Σπηλιάν. Διά ν' ανέλθη και διά να κατέλθη, ούτε δρομίσκος, ούτε μονοπάτι υπήρχεν. Επάτει επί της σάρρας, εις την βάσιν του κρημνού. Τότε η σάρρα εταράσσετο, εφαίνετο ως να εθύμωνε.
Την σκοτεινήν νύκτα, καθ' ην μέλλουσιν οι Μεσολογγίται εν ταις εκκλησίαις, κατά την συνήθειαν, να εωρτάσωσι την Γέννησιν του Ιησού Χριστού, τα Αλβανικά του Ομέρ πασά στίφη κινούνται κατά της πόλεώς των.
Κατά το μεσονύκτιον εξεκίνησαν με καμάκια, σκάλες και σχοινιά· Ο δρόμος επερνούσε ανάμεσα από δάσος και λόχμην, επάνω από κυλιομένας πέτρας, πάντοτε προς τα επάνω, προς τα επάνω, μέσα εις την σκοτεινήν νύκτα. Το νερό έβραζε κάτω παφλάζον, νερό εκελάρυζε επάνω, υγρά σύνεφα έτρεχαν εις τον αέρα.
Ευχαριστώ έλεγε και προς τας διελθούσας γυναίκας και βλέπουσα ακόμη έξω προς την σκοτεινήν οδόν, έρημον πλέον, ευχαριστώ, είπε πρός τινα, μαυρίζοντα στύλον εκεί παρακάτω, διότι η χαρμόσυνος φράσις: «Καλώς τα δεχθήκατε» εβόυζεν αδιακόπως εις τα ώτα της, και ενόμιζεν ότι έμψυχα και άψυχα την χαιρετίζουν.
Μου παρουσιάζεσαι ακόμη μια φορά, όχι τέτοιος, όποιος είσαι τώρα μέσα στη σκοτεινιά του Άδου, αλλά τέτοιος &που έπρεπε να είσαι&, σκορπίζοντας σ' όλους τους ανέμους μιαν ύπαρξι γεμάτη μεγαλοπρέπεια και όνειρα, μέσα στην σκοτεινήν πόλιν των οραμάτων, στη Βενετία σου, στον γεμάτον από άστρα αυτόν παράδεισον κοντά στη θάλασσα, με τα παλάτια της που στο πνεύμα του Παλλάδιο χρωστά, τα παλάτια της με τα μεγάλα παράθυρα, που λες και ρεμβάζουν επάνω στα μυστηριώδη και σιγηλά νερά της.
«Μακράν και σκοτεινήν «Ζωήν τα παλληκάρια «Μισούν όνομα αθάνατον «Θέλουν και τάφον έντιμον «Αντίς διά στρώμα.» Ούτως εβόουν· συμφώνως Τ' άρματά τους εβρόνταον Και τ' άντρα.... — Ω δεν ακούω Πλέον παρά τον άνεμον Και τους χειμάρρους. — Εσύ οπού τρέχεις, πρόσμενε Ω στρατιώτα· ειπέ μου, Και ας μη σε κυνηγήση Βόλι του εχθρού, πού επήγαν Οι σύντροφοί σου; «Λείπει ο καιρός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν