Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Γέρος πια και αδύναμος• δεν έπαυε όμως να είναι άντρας και αρκούσε η σκιά του για να προστατεύει ακόμη τις τρεις γυναίκες. Τώρα ήταν εκείνος που ονειρευόταν για λόγου τους μια καλή τύχη: τουλάχιστον η Νοέμι να εύρισκε σύζυγο!
Κι έτσι θάστε μια ζωγραφιά αγαπημένη και τι όμορφη μέσα στη σκιά και τα χρώματα του δάσους.
Τα χελιδόνια πρόβαλαν το μαύρο κεφαλάκι τους από τις φωλιές στο χαγιάτι κοιτάζοντας τους συντρόφους τους που πετούσαν χαμηλά σαν ν’ ακολουθούσαν τη σκιά τους πάνω στο πυκνό χορτάρι του παλιού νεκροταφείου. «Έφις, μου φαίνεται πως δεν είσαι πολύ καλά.
Αυτός δε και οι Απόστολοί Του, περιτυλιγμένοι με τα εξωτερικά ενδύματα, θα ηδύναντο να κοιμηθώσιν επί της πρασίνης χλόης υπό την σκέπην των δένδρων. Η σκιά του προδότου έπιπτεν επ' Αυτού του Προδοθέντος και επί της μικράς εκείνης λογικής ποίμνης, επί του φυτωρίου των αλιέων Του. Να εκοιμήθη τάχα και ο προδότης τόσον ατάραχος, όσον οι άλλοι, την νύκτα εκείνην;
Πλησίασε τον Έφις και στάθηκαν μπροστά στην κλειστή εξώπορτα των Πιντόρ. Πάνω στα σκαλοπάτια φύτρωναν τσουκνίδες. Ο ντον Πρέντου θυμόταν πάντα τη Νοέμι να στέκετε εκεί και να περιμένει στη σκιά. «Ωραία. Συνεννοηθήκαμε; Πρέπει να κάνεις όπως σου λέω, κατάλαβες;» «Κατάλαβα. Θα κάνω τα πάντα», είπε ο Έφις. Χτύπησε, αλλά κανείς δεν άνοιγε.
Της Νοέμι δεν της άρεσε ούτε το ένα ούτε το άλλο, και όμως, την ώρα που καθόταν στη ζεστή σκιά του σπιτιού, εκείνο το μακρόσυρτο, φωτεινό απομεσήμερο, παρακολουθούσε με τη σκέψη νοσταλγικά το ταξίδι των αδερφάδων της.
Εντεύθεν του σκάφους, όπου βαθμηδόν ηλαττούτο η σκιά, ίσταντο πλην των συνεργατών της καθελκύσεως και οι θεαταί, και ουκ ολίγαι γυναίκες, ελθούσαι προς τέρψιν. Οποίος τότε παλμός διέσεισε τα στήθη σου, όταν μεταξύ αυτών ανεγνώρισες υπό κοκκίνην ομβρέλλαν την περικαλλή μορφήν της Πολυμνίας! Είχεν επιστρέψει από το ταξείδιον χωρίς να το μάθης.
Δεν είν' ο βίος άλλο παρά σκιά που περπατεί, παρά θεάτρου μίμος οπού πηγαινοέρχεται μιαν ώραν 'ς την σκηνήν του, και πλέον δεν ακούεται, είν' ένα παραμύθι που λέγει ένας παλαβός, βοήν, θυμούς γεμάτον, αλλά δεν έχει νόημα! ΜΑΚΒΕΘ Η γλώσσα σου εσένα κάτι γυρεύει να ειπή. Είπε μου το αμέσως! ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Αυθέντα, ήθελα να 'πώ το πράγμα οπού είδα, αλλ' όμως πώς να σου το 'πώ δεν 'ξεύρω.
Προσήλου το βλέμμα της εις πάσαν ατραπόν, έτεινε τω ους αυτής προς τον αμυδρότατον ήχον, και πας κρότος τη εφαίνετο κρότος βημάτων, πάσα σκιά υπεδύετο το σχήμα ανθρωπίνου αναστήματος.
Εκείνη έγνεθε επίσης, ήταν μικροκαμωμένη και φορούσε κεντητές παντόφλες, χωρίς κάλτσες. Το μικρό της πρόσωπο ήταν πανιασμένο και τα μάτια της, μάτια αρπαχτικού, χρύσιζαν και γυάλιζαν στη σκιά της μαντίλας που φορούσε στο κεφάλι. «Έφις, καρδούλα μου, πώς είσαι; Και οι κυράδες σου πώς είναι; Πώς και με θυμήθηκες;. Κάτσε, κάτσε, ξεκουράσου.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν