United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Της Νοέμι δεν της άρεσε ούτε το ένα ούτε το άλλο, και όμως, την ώρα που καθόταν στη ζεστή σκιά του σπιτιού, εκείνο το μακρόσυρτο, φωτεινό απομεσήμερο, παρακολουθούσε με τη σκέψη νοσταλγικά το ταξίδι των αδερφάδων της.

Καθισμένες έτσι οι τρεις αδελφές έμοιαζαν καταπληκτικά∙ μόνο που αντιπροσώπευαν τρεις διαφορετικές ηλικίες: η ντόνα Νοέμι ήταν ακόμη νέα, η ντόνα Έστερ ηλικιωμένη και η ντόνα Ρουθ ήδη γριά, αλλά κοτσονάτη, ευγενική, γαλήνια. Τα μάτια της ντόνας Έστερ, λίγο πιο ανοιχτόχρωμα από εκείνα των αδερφάδων της, μ’ ένα χρώμα καστανό χρυσαφί, είχαν μια λάμψη παιδική και πονηρή ταυτόχρονα.

Εκείνη τη μέρα οι αναμνήσεις τής έκαναν κακό. Η απομάκρυνση των αδερφάδων της και ένας ενστικτώδης φόβος μοναξιάς την έφερναν πίσω στο παρελθόν. Το πορτοΚαλί φως του δειλινού, το Βουνό σκεπασμένο με μαβιά πέπλα, η μυρωδιά του απογεύματος, όλα οδηγούσαν την ψυχή της είκοσι χρόνια πριν.

Ο ντον Πρέντου ντυμένος στα μαύρα με μια καινούργια, στενή φορεσιά που τον αναγκάζει να βαριανασαίνει, αλλά ο Έφις δεν ξεχωρίζει το πρόσωπό του, ενώ βλέπει το σαρκαστικό στόμα του Μιλέζου, μακρύ, στενό, γεμάτο λες από συγκρατημένο γέλιο, και την εξογκωμένη κοιλιά μιας συγγένισσας των αδερφάδων Πιντόρ, εκείνης που θα συνοδεύσει τη νύφη, και δυο κεριά με ροζ κορδέλες που τα κρατούν δυο χλωμά χεράκια.