Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Το Μοσχαδώ τρελλαίνεται για σένα», μου λέγανε η μια κ' η άλλη. Κάτι καταλάβαινα και μοναχός μου. Πάμε μια Κυριακή με τη γρηά να τους χαιρετίσωμε. «Έλα, Μοσχαδώ, μέσα», της λέει η μάννα της. «Δεν μπορώ, μάννα. Με πονάει το κεφάλι μου». — «Έλα που σου λέω». — «Δεν έρχομαι». Κακανογελούσε μέσα με ταδερφάκια της· τέτοιο πονοκέφαλο είχε.

Το ίδιο σαν τα βοτάνια· κόβεις ένα βλαστάρι, το χώνεις στη γης, ξαναβλασταίνει, κ' έτσι ζη πάντα. Την ξανθομαλλού σου τη φιλενάδα, τσελεμπή μου εσύ με το φέσι, σου τη χαρίζω. Δέκα πατρίδες έχει αλλαγμένες, κ' είν' έτοιμη τώρα να πάρη και τη δική σου πατρίδα, αν έχης τέτοιο πράμα και συ. Μπορεί και να τουρκέψη για σένα. Η αγάπη της είναι ποτάμι που δε στερεύει, παρά σα στερέψη η τσέπη σου.

Ένας ένας, όποιος προβάλη να σε χτυπήση, ένας ένας θα τσακιστή και θα πέση, τι να κάμη; Εσύ έπαθες πολλά, εγώ για σένα ήθελα να χύσω ένα δάκρι, που μέσα του να είναι όλα τα δάκρια της καρδιάς μου, που με το δάκρι μου αφτό να κλάψω τα βάσανά σου όλα μαζί. Εσύ αιώνες κ' αιώνες ζης, πολεμάς, κι αναστενάζεις.

Αλλά είνε τόσον περιορισμένη η ανθρωπότης, ώστε δεν έχει καμμία αίσθηση για την αρχή και το τέλος της υπάρξεώς της. Τώρα ακόμη ανήκω σε σένα, αγαπημένη μου! και σε μια μόνη στιγμήχωρισμένοι, χαμένοι ο ένας για τον άλλον . . . Όχι, Καρολίνα, όχι!

Θαρρούσες πως βασιλεύοντας το λαμπρόν άστρο τούδινε μια γλυκειάν υπόσχεση: «Έννοια σου! Για σένα μόνο θα ξαναφανώ πάλι αύριο την αυγή...» Στη μεγάλη στράτα ένας παραλυτικός καθότανε κάτω από ένα δένδρο. Ο παραλυτικός, με κλαψιάρικη φωνή, ζητούσ' ελεημοσύνη από τους διαβάτες.

Έλα, σιώπα και συ ανόητε, . . να μη σε βάλω και σένα εκεί που είν' ο άλλος . . . Σημειωτέον δε, ότι την στιγμήν ακριβώς εκείνην ο άλλος παρείχεν από της ειρκτής αυτού ταραχωδέστατα της υπάρξεώς του σημεία.

Είταν παραμονή της πρωτοχρονιάς εκείνη τη βραδειά, κι' η γυναίκα άλλο από λίγο ψωμί αραποσίτικο δεν είχε και στενοχωριώταν. Εκείνη τη στιγμή μπήκε μέσα κι' ένα παλληκάρι, μίλησε κρυφά με τη γυναίκα, βγήκε έξω στην αυλή, έπιασε ένα πετεινό, τον έσφαξε και σένα κομμάτι ώρας τον έβαλαν στη χύτρα να βράση.

ΕΥΝΙΚΗ. Μα την Κυθαιρία, τότε 'γώ περσότερο και από σένα και από τους Πρεσβυτέρους της εκκλησιάς σας, ποτισμένα μέσα μου έχω της δικής σας πίστης τα μεγάλα μυστικά!

Κι' αυτό φθάνει Με τον καιρό θα μ' αγαπήσης. Τι νάκανα λοιπόν; Μα τώρα πούχω χρήματα. Ω! τώρα, είμαι δική σου, Κώστα. Κ ώ σ τ α ς. Είναι αργά τώρα πειά Ελένη. Εγώ δεν ανήκω πειά εις τον εαυτόν μου. Ε λ έ ν η. Για δες τα μάτια μου. Πειά άλλη ξέρει να σε βλέπη έτσι; Πειά να αγαπά όπως εγώ. Κ ώ σ τ α ς. Μόνον εσύ! Ναι! το ξέρω. Μόνο συ είσαι καμωμένη για μένα και γω για σένα.

Τέτοια κουζουλάδα, πρέπει, σε κρατεί και σένα, εξηκολούθησεν ο Σαϊτονικολής, και θαρρείς πως δε σε φτάνει μια παρά ρίχτεις το νου σου σ' όποια δεις. Έχε, καλορρίζικε, μια ολιά 'πομονή να κτίσης το σπίτι σου και να πήξη ο μυαλός σου κύστερα σαν πάρης την Πηγή, θαρθής να μουπής και συ πως σε φτάνει και υπερυψούται. Ο Σαϊτονικολής εγέλα, αλλ' ο Μανώλης είχε γίνει πολύ σοβαρός.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν